22
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ ΧΑΣΑΝ ΚΑΪΛΗ & ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ Πανεπιστήμιο Άγκυρας, ΕΚΠΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η εργασία αυτή πραγματεύεται τη γλωσσική επαφή Ελληνικής και Τουρκικής όπως αυτή πραγματώνεται στη δίγλωσση στην Ελληνική και Τουρκική μουσουλμανική κοινότητα της Ρόδου. Στηρίζεται σε μια εθνογραφικού τύπου κοινωνιογλωσσική έρευνα και αποσκοπεί στην περιγραφή των λεξιλογικών και δομικών παρεμβολών της Ελληνικής στην τουρκική ποικιλία που χρησιμοποιούν οι ομιλητές/τριες της συγκεκριμένης κοινότητας. Μια προκαταρκτική έρευνα με αντικείμενο τα χαρακτηριστικά της τουρκικής αυτής ποικιλίας (Ροδίτικη Τουρκική, ΡΤ) έδειξε ότι υπάρχει σε σημαντικό βαθμό αντιγραφή από την Ελληνική (Kaili et al. 2009, Çeltek & Kaili 2010.), η οποία δεν περιορίζεται στο λεξιλόγιο αλλά εντοπίζεται και στη μορφοσυντακτική δομή. Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με το ερώτημα κατά πόσο οι λεξιλογικές και οι δομικές διαφοροποιήσεις που εμφανίζει η ΡΤ σε σχέση με τη καθιερωμένη Τουρκική (ΚΤ), 1 οφείλονται στην επιρροή της Ελληνικής. 2. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ Οι δίγλωσσοι/ες στην Ελληνική και την Τουρκική ομιλητές/τριες στη Ρόδο είναι Έλληνες/ίδες πολίτες τουρκικής καταγωγής, οι οποίοι/ες κατοικούν στη Ρόδο από το 1522. Κατά τη διάρκεια της Ιταλικής κατοχής του νησιού αναγνωρίστηκαν ως μία από τις τρεις θρησκευτικές κοινότητες του νησιού και μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στο Ελληνικό Κράτος το 1947 οι μουσουλμάνοι/ες Ιταλοί/ίδες υπήκοοι έγιναν αυτοδίκαια Έλληνες/ίδες υπήκοοι. Δεν αναγνωρίστηκαν ως μειονότητα αλλά αναγνωρίστηκε ειδικό καθεστώς όσον αφορά τα Βακούφια και τα σχολεία. Η διδασκαλία της Τουρκικής στα σχολεία της κοινότητας καταργήθηκε de facto το 1972 (Tsitselikis & Mavrommatis 2003: 9). Σήμερα, η εν λόγω κοινότητα αριθμεί περίπου 3000- 1 Ο όρος Καθιερωμένη Τουρκική αναφέρεται κατά βάση στην ποικιλία της Τουρκικής που μιλιέται στην Κωνσταντινούπολη και αποτελεί τη γλώσσα της εκπαίδευσης.

Η επίδραση της ελληνικής στην τουρκική ποικιλία της δίγλωσσης στην ελληνική και τουρκική μουσουλμανικής

  • Upload
    ankara

  • View
    1

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΗΣ ΣΤΗΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ

ΧΑΣΑΝ ΚΑΪΛΗ & ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Πανεπιστήμιο Άγκυρας, ΕΚΠΑ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η εργασία αυτή πραγματεύεται τη γλωσσική επαφή Ελληνικής και Τουρκικής όπως αυτή

πραγματώνεται στη δίγλωσση στην Ελληνική και Τουρκική μουσουλμανική κοινότητα της Ρόδου.

Στηρίζεται σε μια εθνογραφικού τύπου κοινωνιογλωσσική έρευνα και αποσκοπεί στην περιγραφή

των λεξιλογικών και δομικών παρεμβολών της Ελληνικής στην τουρκική ποικιλία που

χρησιμοποιούν οι ομιλητές/τριες της συγκεκριμένης κοινότητας. Μια προκαταρκτική έρευνα με

αντικείμενο τα χαρακτηριστικά της τουρκικής αυτής ποικιλίας (Ροδίτικη Τουρκική, ΡΤ) έδειξε ότι

υπάρχει σε σημαντικό βαθμό αντιγραφή από την Ελληνική (Kaili et al. 2009, Çeltek & Kaili 2010.),

η οποία δεν περιορίζεται στο λεξιλόγιο αλλά εντοπίζεται και στη μορφοσυντακτική δομή. Στην

παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με το ερώτημα κατά πόσο οι λεξιλογικές και οι δομικές

διαφοροποιήσεις που εμφανίζει η ΡΤ σε σχέση με τη καθιερωμένη Τουρκική (ΚΤ),1 οφείλονται

στην επιρροή της Ελληνικής.

2. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

Οι δίγλωσσοι/ες στην Ελληνική και την Τουρκική ομιλητές/τριες στη Ρόδο είναι Έλληνες/ίδες

πολίτες τουρκικής καταγωγής, οι οποίοι/ες κατοικούν στη Ρόδο από το 1522. Κατά τη διάρκεια της

Ιταλικής κατοχής του νησιού αναγνωρίστηκαν ως μία από τις τρεις θρησκευτικές κοινότητες του

νησιού και μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στο Ελληνικό Κράτος το 1947 οι

μουσουλμάνοι/ες Ιταλοί/ίδες υπήκοοι έγιναν αυτοδίκαια Έλληνες/ίδες υπήκοοι. Δεν

αναγνωρίστηκαν ως μειονότητα αλλά αναγνωρίστηκε ειδικό καθεστώς όσον αφορά τα Βακούφια

και τα σχολεία. Η διδασκαλία της Τουρκικής στα σχολεία της κοινότητας καταργήθηκε de facto το

1972 (Tsitselikis & Mavrommatis 2003: 9). Σήμερα, η εν λόγω κοινότητα αριθμεί περίπου 3000-

1 Ο όρος Καθιερωμένη Τουρκική αναφέρεται κατά βάση στην ποικιλία της Τουρκικής που μιλιέται στην Κωνσταντινούπολη και αποτελεί τη γλώσσα της εκπαίδευσης.

3.500 μέλη στο νησί της Ρόδου. Η Τουρκική χρησιμοποιείται κυρίως εντός της κοινότητας (βλ.

Γεωργαλίδου, Σπυρόπουλος & Καϊλή στον παρόντα τόμο).

Οι γηραιότεροι/ες ομιλητές/τριες της κοινότητας (άνω των 80 ετών) ομιλούν άπταιστα την

τοπική ποικιλία της Τουρκικής (Georgalidou et al. 2004). Επίσης, χρησιμοποιούν μία ποικιλία

επαφής (contact vernacular) της Ελληνικής (κατά την έννοια του Winford 2003: 236), η οποία

βασίζεται στην τοπική διάλεκτο της Ροδιακής Ελληνικής και έχει δεχτεί ουσιαστική παρεμβολή

από την Τουρκική. Η ποικιλία αυτή χρησιμοποιείται και από τις μεταγενέστερες γενιές με σαφώς

λιγότερες παρεμβολές από την Τουρκική. Αυτές οι παρεμβολές τείνουν να εξαφανιστούν στις

ποικιλίες των νεώτερων γενεών, καθώς αυτές είναι πλήρως ενταγμένες στην ελληνόφωνη κοινωνία.

Πολύ συχνά, η Τουρκική παραμένει μόνο ως γλώσσα του σπιτιού, καθώς τα παιδιά φοιτούν στα

μονόγλωσσα δημόσια σχολεία. Έτσι, τα τελευταία 65 χρόνια σχεδόν το σύνολο της δίγλωσσης

κοινότητας μετακινήθηκε από την (σχεδόν) μονογλωσσία στην Τουρκική στη διγλωσσία στην

Τουρκική και την Ελληνική. Λόγω της φοίτησης στα μονόγλωσσα σχολεία, η οποία εισάγει τα

παιδιά στο γραμματισμό της Ελληνικής από πολύ νεαρή ηλικία, σχεδόν το σύνολο των μελών της

τρίτης γενιάς (μέλη της κοινότητας κάτω των 35) δείχνουν σαφή προτίμηση και καλύτερη ευχέρεια

στη χρήση της Ελληνικής. Όσον αφορά την Τουρκική, στα μέλη της νεώτερης γενιάς παρατηρούμε

πως υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα επάρκειας (Γεωργαλίδου κ.ά. 2011), καθώς η κατάκτηση και

εκμάθησή της γίνεται αποκλειστικά στο περιβάλλον του σπιτιού και της οικογένειας και δεν

υπάρχει επίσημη διδασκαλία της. Κατά συνέπεια, τα μέλη της κοινότητας επιδεικνύουν

διαφορετικά επίπεδα επάρκειας και χρήσης στις δύο γλώσσες (Γεωργαλίδου κ.ά. 2008 &

Γεωργαλίδου, Σπυρόπουλος & Καϊλή στον παρόντα τόμο).

3. ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΑΦΗ

3.1. Θεωρητικό πλαίσιο

Η γλωσσική επαφή προκύπτει από την ταυτόχρονη χρήση δύο ή περισσότερων γλωσσών ή

γλωσσικών ποικιλιών σε μία γλωσσική κοινότητα (Thomason 2001: 1). Όταν δύο ή περισσότερες

γλώσσες ή γλωσσικές ποικιλίες μιλιούνται στην ίδια γεωγραφική περιοχή για μεγάλο διάστημα,

επηρεάζουν η μία την άλλη (βλ. ενδεικτικά Weinreich 1953, Thomason & Kaufman 1988,

Thomason 2001; Johanson 2002, Winford 2003, Heine & Kuteva 2005). Ωστόσο, η πρόβλεψη του

αποτελέσματος μιας κατάστασης γλωσσικής επαφής είναι εξαιρετικά δύσκολη (Siemund 2008: 3),

καθώς διαφέρει ανάλογα με την έκταση και την ένταση της γλωσσικής επαφής και τους διάφορους

κοινωνιογλωσσολογικούς και εξωγλωσσικούς παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα, οι κοινωνικοί

παράγοντες της γλωσσικής επαφής, οι οποίοι περιλαμβάνουν και τα αντίστοιχα μεγέθη των

εμπλεκόμενων γλωσσικών κοινοτήτων και τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ τους, διαδραματίζουν έναν

κρίσιμο ρόλο στην έκβαση της γλωσσικής επαφής (Winford 2003: 2). Ακολουθώντας τον Winford

(2003: 12), με βάση πάντοτε το μέγεθος χρήσης και την ισχύ, ορίζουμε την κυρίαρχη γλώσσα ως

την γλώσσα-αφετηρία και αυτή με το μικρότερο κύρος ως τη γλώσσα-αποδέκτη.

Εκτός από τους κοινωνικούς παράγοντες, καθαρά ενδογλωσσικοί παράγοντες επηρεάζουν

εξίσου και καθορίζουν το αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής. Ένας πολύ σημαντικός

ενδογλωσσικός παράγοντας που επηρεάζει το αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής είναι η

τυπολογική σύγκλιση ή απόκλιση της δομής των γλωσσών ή των γλωσσικών ποικιλιών που

έρχονται σε επαφή (Thomason & Kaufman 1988: 73; Winford 2003: 2). Σύμφωνα με την

Thomason (2001: 71), οι τυπολογικά διαφορετικές γλώσσες χρειάζονται πιο έντονη επαφή για το

δανεισμό δομών. Αυτό στο οποίο η Thomason αναφέρεται ως δανεισμό είναι ένας από τους όρους

που χρησιμοποιήθηκαν για να εξηγήσουν τις γλωσσικές διαδικασίες οι οποίες ενεργοποιούνται με

τη γλωσσική επαφή και οι οποίες παραδοσιακά αναφέρονται επίσης ως μεταφορά (transfer),

παρεμβολή (interference), εισαγωγή (importation), έκτυπο (calquing), αντιγραφή (copying), κτλ.

Όμως, όπως υποστηρίζεται στον Johanson (2002: 8, 2000: 88), επειδή η γλώσσα-αφετηρία δεν

χάνει το στοιχείο που δανείζει, ο δανεισμός είναι στην πραγματικότητα ένα είδος αντιγραφής και

για αυτό ο όρος δανεισμός είναι ίσως ακατάλληλος. Σύμφωνα με τον Johanson (2006: 7), ο όρος

αντιγραφή δεν σημαίνει άμεση μεταφορά στοιχείων από τη μία γλώσσα στην άλλη, αλλά είναι

πάντοτε και άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γλωσσική δημιουργικότητα. Ακολουθώντας τον Johanson

(2006), θα υιοθετήσουμε τον όρο δομική αντιγραφή2 για να αναφερθούμε στη χρήση μιας δομής

από τη γλώσσα αφετηρία, στην περίπτωση μας την Ελληνική, στην τοπική ποικιλία της Τουρκικής.

Στην παρούσα μελέτη εξετάζουμε μια σειρά δομών της ΡΤ οι οποίες αποκλίνουν από τις

αντίστοιχες της ΚΤ, και οι οποίες φαίνεται ότι αποτελούν περιπτώσεις αντιγραφής από την

Ελληνική. Οι δομές αυτές μπορεί να είναι λεξιλογικής φύσης, δηλ. πρόκειται για αντιγραφή

λεξικών στοιχείων από την Ελληνική, όπως στο παράδειγμα (1):

(1) ΡΤ: telefon alıyorum

τηλέφωνο παίρνω-ΕΞΕΛ3-1ΕΝ

Ε: Παίρνω τηλέφωνο

ΚT: telefon ediyorum

2 Για μία λεπτομερή συζήτηση σχετικά με τους όρους δανεισμός και αντιγραφή βλ. Johanson (2002). 3 Χρησιμοποιούνται οι εξής συντομογραφίες: ΑΙΤ = αιτιατική· ΑΝΑΦ = αναφορικοποιητής· ΑΝΤ = αντωνυμία· ΑΠΡΦ = απαρέμφατο· ΑΡΝ = άρνηση· ΑΦ = αφαιρετική· ΓΕΝ = γενική ΓΕΡ = γερούνδιο· ΔΕΙΚ = δεικτικό· ΔΟΤ = δοτική· ΕΝ = ενικός· ΕΝΔ = ενδεικτικότητα· ΕΞΕΛ = εξελικτικό· ΕΡΩΤ = ερωτηματικό μόριο· ΘΑΜ = θαμιστική όψη· ΜΕΛ = μέλλον· ΜΕΤ = μετοχή· ΜΤΒΣ = μεταβιβαστικότητα· ΟΝΜ = ονοματοποιητής· ΠΛ = πληθυντικός· ΠΡΛ = παρελθόν· ΠΡΟΣΤ = προστακτική· ΣΔ = συμπληρωματικός δείκτης· ΣΥΜΦΥ = συμφωνία υποκειμένου· ΣΥΝΤ = συντελεσμένο· ΤΟΠ = τοπική· ΥΠΟΤ = υποτακτική·

τηλέφωνο κάνω-ΕΞΕΛ-1ΕΝ

Στο παράδειγμα (1), η ρηματική περίφραση telefon etmek ‘κάνω τηλεφώνημα’, το οποίο

χρησιμοποιείται στην ΚΤ, αντικαθίσταται από την telefon almak ‘παίρνω τηλέφωνο’. Η μη

συμβατικότητα οφείλεται στην κατά λέξη αντιγραφή των στοιχείων της αντίστοιχης ελληνικής

περίφρασης.

Κάποιες άλλες περιπτώσεις σχετίζονται με τη μορφοσυντακτική δομή, όπως ενδεικτικά

βλέπουμε στο παράδειγμα (2):

(2) ΡT: Sınıf-ta çok çocuk-lar var.

τάξη-ΤΟΠ πολλά παιδί-ΠΛ υπάρχει

Ε: Στην τάξη υπάρχουν πολλά παιδιά

ΚT: Sınıf-ta çok çocuk var.

τάξη-ΤΟΠ πολλά παιδί υπάρχει

Στο παράδειγμα (2), το ουσιαστικό çocuk ‘παιδί’ φέρει το επίθημα του πληθυντικού -lAr μολονότι

προσδιορίζεται από το ποσοδεικτικό çok ‘πολλά’, αντιγράφοντας την αντίστοιχη δομή της

Ελληνικής. Η δομή αυτή δεν υφίσταται στην ΚΤ όπου το ουσιαστικό το οποίο συνοδεύεται από ένα

αριθμητικό ή οποιαδήποτε ποσοδεικτική έκφραση απαντά στον ενικό αριθμό.4

3.2. Γλωσσική επαφή μεταξύ Ελληνικής και Τουρκικής στη Ρόδο

Όπως αναφέραμε ήδη παραπάνω, υπάρχουν τόσο κοινωνικοί όσο και γλωσσικοί παράγοντες που

καθορίζουν το αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής. Οι γλωσσικοί παράγοντες που περισσότερο

επηρεάζουν το αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής ανάμεσα στην Ελληνική και την Τουρκική στη

Ρόδο είναι οι τυπολογικές διαφορές ανάμεσα στις δύο γλώσσες. Καταρχάς, οι δύο γλώσσες

ανήκουν σε διαφορετικές οικογένειες γλωσσών. Η Ελληνική αποτελεί ανεξάρτητο κλάδο της

οικογένειας των Ινδοευρωπαϊκών Γλωσσών και είναι τυπικό παράδειγμα συγχωνευτικής (fusional)

γλώσσας. Η Τουρκική, από την άλλη, αποτελεί μέλος των Τουρκικών Γλωσσών (Turkic

Languages) και είναι τυπικό παράδειγμα συγκολλητικής γλώσσας.

Όσον αφορά τους κοινωνικούς παράγοντες, η επαφή μεταξύ της ΡΤ και της Ελληνικής

υπήρξε μακροχρόνια και έντονη. Για σχεδόν τέσσερις αιώνες η Τουρκική ήταν ή γλώσσα-αφετηρία

για τα μέλη της εν λόγω κοινότητας, αλλά από το 1948 αυτή η σχέση άρχισε σταδιακά να

4 Εξαίρεση σε αυτό το κανόνα αποτελούν τα ονόματα γνωστών παγιωμένων ομάδων, όπως Yedi Cüceler ‘οι Επτά Νάνοι’, Üç Silahşörler ‘οι Τρεις Σωματοφύλακες’.

ανατρέπεται και να γίνεται η Ελληνική η γλώσσα αφετηρία. Έκτοτε, η ΡΤ εξελίχθηκε χωρίς μεγάλη

επιρροή από την ΚΤ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι ομιλητές/τριες της να διατηρήσουν αρκετά

αρχαϊκά στοιχεία, όπως για παράδειγμα στο επίπεδο του λεξιλογίου ορισμένα ουσιαστικά (billor

‘ποτήρι’, lobya ‘φασόλια’, peşkir ‘πετσέτα’ κ.α.), επίθετα (değirmi ‘στρογγυλός’) και ρήματα

(ünlemek ‘φωνάζω, καλώ’, üleşmek ‘μοιράζομαι’), τα οποία δεν χρησιμοποιούνται πλέον στην ΚΤ.

Από την άλλη, λόγω της έντονης επαφής με την Ελληνική, η ΡΤ έχει αναπτύξει και κάποιες

καινοτόμες δομές (innovations) οι οποίες θεωρούνται μη συμβατικές (unconventional) από τους/τις

φυσικούς/ες ομιλητές/τριες της ΚΤ (Çeltek & Kaili 2010, Kaili et al. 2012.). Επιπλέον, αν και

υπάρχει μια έντονη τάση μετακίνησης των ομιλητών/τριών της κοινότητας προς την Ελληνική,

παράλληλα υπάρχει επιθυμία διατήρησης της Τουρκικής.5 Τέλος, οι ομιλητές/τριες της κοινότητας

εναλλάσσουν συνεχώς στον καθημερινό προφορικό λόγο τους την Ελληνική και την Τουρκική

(Georgalidou et al. 2010 & Γεωργαλίδου, Κυπριώτη & Τσελτέκ στον παρόντα τόμο).

Το θέμα της παρούσας μελέτης είναι η επιρροή της ελληνικής στη ΡΤ και η περιγραφή των

μη συμβατικών δομών σε σχέση με την ΚΤ που προκύπτουν εξαιτίας αυτής της επιρροής.

4. Η ΕΡΕΥΝΑ

4.1. Πληροφορητές/τριες και μεθοδολογία

Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται σε αυτή τη μελέτη προέρχονται από μία εθνογραφικού τύπου

έρευνα, η οποία διεξάγεται από μια ομάδα ερευνητών/τριών6 από το 2003 και εφεξής. Η

εθνογραφική παρατήρηση μας δίνει τη δυνατότητα να εξετάσουμε τη γλωσσική συμπεριφορά των

μελών ενός κοινωνικού δικτύου κλειστού τύπου το οποίο αποτελείται από μέλη οικογένειας και

φίλους/ες (Milroy & Li Wei 1995). Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω συμμετοχικής και μη

συμμετοχικής παρατήρησης, συνεντεύξεων και σημειώσεων. Παρατηρήσαμε τη γλωσσική

συμπεριφορά περίπου 150 δίγλωσσων ομιλητών/τριών, μελών της κοινότητας, δείγμα που αποτελεί

το 5% του συνολικού πληθυσμού της.

4.2. Τα δεδομένα

Σε μια πρώτη φάση, από τις σημειώσεις που κρατήθηκαν κατά τη διάρκεια των παρατηρήσεων και

τις μεταγραφές των ηχογραφήσεων προσδιορίστηκαν εκείνες οι δομές της ΡΤ οι οποίες κατά τη

5 Σύμφωνα με τις γνώμες που εξέφρασαν οι πληροφορητές μας κατά τη διάρκεια της έρευνας. 6 Σε αυτή τη έρευνα έχουν συμβάλει σε διαφορετικά επίπεδα και διαφορετικές περιόδους οι Μαριάνθη Γεωργαλίδου, Χασάν Καϊλή, Çeltek Aytaç, Βασίλειος Σπυρόπουλος και Ανθή Ρεβυθιάδου.

διαισθητική κρίση των τουρκόφωνων ερευνητών/τριών7 θεωρήθηκαν μη συμβατικές στην ΚΤ.

Προκειμένου να επιβεβαιώσουμε τη μη συμβατικότητα των εν λόγω δομών συμβουλευτήκαμε

πέντε μονόγλωσσους/ες μη γλωσσολόγους φυσικούς/ες ομιλητές/τριες της ΚΤ. Από τους/τις

ομιλητές/τριες αυτούς/ες ζητήθηκε να δηλώσουν επίσης και για ποιους λόγους θεωρούν αυτές τις

δομές μη συμβατικές. Στη συνέχεια κατηγοριοποιήσαμε αυτές τις δομές σε δεκατρείς κατηγορίες

με βάση το μηχανισμό ή τους μηχανισμούς που προκαλούν τη μη συμβατικότητα. Αυτοί οι

μηχανισμοί παρουσιάζονται με τη μορφή ενός συνεχούς το οποίο ξεκινάει με τη λεξιλογική αλλαγή

(lexical change) και καταλήγει στη δομική αντιγραφή (structural copying) (Doğruöz and Backus

2009). Σε κάθε κατηγορία δομών παρουσιάζουμε μαζί με τη δομή της ΡΤ την αντίστοιχη δομή της

ΚΤ και της Ελληνικής. Η παρουσίαση των ελληνικών αντιστοίχων θα μας επιτρέψει να

περιγράψουμε την επιρροή της Ελληνικής στην αντίστοιχη δομή της ΡΤ.

5. ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΔΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΡΤ

5.1. Λεξιλογική αλλαγή: Σημασιολογική διεύρυνση λεξημάτων

Στη ΡΤ πολλές λέξεις της Ελληνικής μεταφράζονται και χρησιμοποιούνται με τις μεταφορικές τους

σημασίες με αποτέλεσμα τη σημασιολογική διεύρυνση των αντίστοιχων λεξημάτων:

(3) ΡT: Ayten beni yapıştır-dı, şimdi Ezel-’e

Αϊτέν ΑΝΤ.1-ΑΙΤ κολλάω-ΠΡΛ τώρα Εζέλ-ΔΟΤ

de bak-ıyo-m8

και κοιτάζω-ΕΞΕΛ-1ΕΝ

Ε: Με κόλλησε η Αϊτέν, τώρα βλέπω και το «Εζέλ»

ΚΤ: Ayten beni alıştır-dı, şimdi Ezel’i

Αϊτέν ΑΝΤ.1-ΑΙΤ συνηθίζω-ΠΡΛ τώρα Εζέλ-ΑΙΤ

de izli-yor-um

και παρακολουθώ-ΕΞΕΛ-1ΕΝ

7 Καϊλή Χασάν (δίγλωσσος στην Ελληνική και Τουρκική και μέλος ο ίδιος της υπό μελέτη κοινότητας) και Aytaç Çeltek (μονόγλωσση φυσική ομιλήτρια της ΤΤ) 8 Μολονότι δεν έχει μελετηθεί από αυτή την άποψη, η ΡΤ φαίνεται να έχει αρκετές ομοιότητες σε φωνολογικό και μορφολογικό επίπεδο με τον ΝΔ κλάδο των διαλέκτων της Τουρκικής της Τουρκίας και ειδικότερα της γειτνιάζουσας περιοχής των Μούγλων (για χαρακτηριστικά αυτού του κλάδου βλ. Buran 2011, Karahan 1996, Sarıkaya 2003), ο οποίος αποκλίνει σημαντικά από την KT (η ποικιλία της Κωνσταντινούπολης). Στην ποικιλία των Μούγλων αλλά και άλλων διαλέκτων του ΝΔ κλάδου παρατηρείται διαφοροποίηση στο μόρφημα της εξελικτικής όψης -(I)yor, ως προς το ότι το τελικό r του μορφήματος αποβάλλεται. Το φαινόμενο αυτό απαντά με μεγάλη συχνότητα και στη ΡΤ.

(4) ΡT: Ali dur-du

Αλί σταματάω-ΠΡΛ

Ε: O Αλί σταμάτησε

ΚΤ: Ali (kurs-u) bırak-tı

Αλί (μάθημα-ΑΙΤ) αφήνω-ΠΡΛ

(5) ΡT: Um-ar-ım grev onları tut-maz

ελπίζω-ΘΑΜ-1ΕΝ απεργία ΑΝΤ.3-ΠΛ-ΑΙΤ πιάνω-ΘΑΜ.ΑΡΝ

Ε: Ελπίζω να μην τους πιάσει η απεργία

ΚT: Umarım grev onları etkile-mez

ελπίζω-ΘΑΜ-1ΕΝ απεργία ΑΝΤ.3-ΠΛ-ΑΙΤ επηρεάζω- ΘΑΜ.ΑΡΝ

Στις παραπάνω προτάσεις χρησιμοποιούνται τα ρήματα yapıştırmak ‘κολλάω’ αντί του alıştırmak

‘εθίζω’, bakmak ‘βλέπω, κοιτάω’ αντί του izlemek ‘παρακολουθώ’, durmak ‘σταματάω’ αντί του

bırakmak ‘αφήνω, εγκαταλείπω’ και tutmak ‘πιάνω’ αντί του etkilemek ‘επηρεάζω’. Η χρήση αυτών

των ρημάτων στα συγκεκριμένα περιβάλλοντα προκύπτει από την κατά λέξη μετάφραση των

μεταφορικών σημασιών των αντίστοιχων ρημάτων της Ελληνικής. Καθώς τα συγκεκριμένα ρήματα

δε διαθέτουν αυτές τις μεταφορικές σημασίες στην ΚΤ, μέσω της χρήσης αυτών των ρημάτων με

τις συγκεκριμένες μεταφορικές σημασίες στη ΡΤ προκύπτει η διεύρυνση του σημασιολογικού τους

πεδίου κατ’ επίδραση της Ελληνικής.

5.2. Διαφορετική δήλωση σημασιών

Σε αρκετές περιπτώσεις στη ΡΤ η δήλωση σημασιών γίνεται με την απευθείας μετάφραση της

δομής που χρησιμοποιείται στην Ελληνική:

(6) ΡT: ayak-lan beş dakka

πόδι-με πέντε λεπτό

Ε: πέντε λεπτά με τα πόδια

ΚT: yürü-yerek beş dakika

περπατάω-ΓΕΡ πέντε λεπτό

Στο (6), η ΡΤ αντιγράφει τη δομή της Ελληνικής καθώς μεταφράζεται απευθείας η προθετική

φράση με τα πόδια για τη δήλωση της συγκεκριμένης σημασίας. Η δομή αυτή δεν υφίσταται στην

ΚΤ καθώς η συγκεκριμένη σημασία αποδίδεται με το γερουνδιακό τύπο yürüyerek ‘περπατώντας’.

5.3. Πλήρωση σημασιολογικού κενού – Αντιγραφή ιδιωματισμού

Στο παρακάτω παράδειγμα ο ιδιωματισμός της Ελληνικής μεταφράζεται κατά λέξη στη ΡΤ,

δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο μεταφραστικό δάνειο το οποίο δεν έχει αντίστοιχο στην ΚΤ.

(7) ΡT: sanki biz saman yi-yor-uz

λες και ΑΝΤ1.ΠΛ άχυρο τρώω-ΕΞΕΛ-1ΠΛ

Ε: Λες και εμείς τρώμε κουτόχορτο.

ΚT: Sanki biz aptal-ız/enayi-yiz

λες και ΑΝΤ1.ΠΛ ανόητος-1ΠΛ/αφελής-1ΠΛ

‘Λες κι εμείς είμαστε βλάκες/αφελείς’

5.4. Αντικατάσταση του σχηματιστικού -mIş με το σχηματιστικό -DI

Η ΚΤ δηλώνει την ενδεικτικότητα (evidentiality) με το σχηματιστικό -(y)mIş9. Το συγκεκριμένο

σχηματιστικό χρησιμοποιείται όταν ο/η ομιλητής/τρια περιγράφει ένα συμβάν του οποίου δεν έχει

άμεση γνώση ή επίγνωση10. Το συγκεκριμένο επίθημα έχει επομένως ξεκάθαρα διαφορετική

κατανομή από το επίθημα του παρελθοντικού -(y)DI, το οποίο χρησιμοποιείται όταν ο/η

ομιλητής/τρια έχει άμεση γνώση και επίγνωση του συμβάντος που περιγράφει. Αντίθετα, η

Ελληνική δεν δηλώνει γραμματικά στη ρηματική μορφολογία την ενδεικτικότητα, και επομένως

στη δήλωση του παρελθοντικού χρησιμοποιούνται τα ίδια σχηματιστικά ανεξάρτητα από τα αν ο/η

ομιλητής/τρια έχει άμεση ή έμμεση γνώση/επίγνωση του περιγραφόμενου συμβάντος. Στη ΡΤ

τώρα, πολλές φορές οι ομιλητές/τριες χρησιμοποιούν το σχηματιστικό -(y)DI αντί του -(y)mIş σε

περιπτώσεις στις οποίες δεν έχουν άμεση γνώση/επίγνωση του αναφερόμενου συμβάντος:

(8) ΡT: O geçen hafta Atina’-ya gel-di

ΑΝΤ3 περασμένη βδομάδα Αθήνα-ΔΟΤ έρχομαι-ΠΡΛ

Ε: Αυτή ήρθε στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα.

ΚT: O geçen hafta Atina’-ya gel-miş

ΑΝΤ3 περασμένη βδομάδα Αθήνα-ΔΟΤ έρχομαι-ΕΝΔ.ΠΡΛ 9 Η τουρκική υπόκειται σε κανόνες φωνηεντικής αρμονίας και αφομοίωσης συμφώνων. Έτσι, τo -mIş πραγματώνεται ως -mış, -miş, -muş, ή –müş, ενώ το -DI ως -dı, -di, -du, -dü, -tı, -ti, -tu ή -tü. 10 Σύμφωνα με τις Göksel και Kerslake (2005: 356), «Όταν οι ομιλητές/τριες μεταφέρουν πληροφορίες τις οποίες έχουν λάβει προφορικά από οποιαδήποτε άλλη πηγή (προφορική ή γραπτή), κάνουν τη δήλωση τους μέσω του δείκτη ενδεικτικότητας. Η χρήση δε του δείκτη ενδεικτικότητας δεν είναι θέμα επιλογής αλλά υποχρεωτική στην Τουρκική».

Στο (8), στην πρόταση από τη ΡΤ, η οποία αποτελεί απόσπασμα ενός τηλεφωνικού διαλόγου, ο

ομιλητής Α αφηγείται στον συνομιλητή του Β ότι μίλησε με την Γ στο τηλέφωνο και

πληροφορήθηκε ότι η Γ πήγε στην Αθήνα πριν μία εβδομάδα. Το ρήμα της πρότασης λόγω της

έμμεσης πληροφόρησης θα έπρεπε να φέρει το επίθημα -mIş αντί του -DI, όπως φαίνεται και από

την απόδοση της πρότασης στην ΚΤ. Αυτές οι δομές δείχνουν την υποχώρηση της

διαφοροποιητικής δήλωσης της ενδεικτικότητας στη ΡΤ.

5.5. Παράλειψη του ερωτηματικού μορίου mI στις ερωτήσεις ολικής άγνοιας

Στην Τουρκική οι ερωτήσεις ολικής αγνοίας σχηματίζονται με την προσθήκη του ερωτηματικού

μορίου mI. Η Ελληνική δε διαθέτει αντίστοιχο δείκτη ερώτησης και οι ερωτήσεις ολικής αγνοίας

δηλώνονται με τον κατάλληλο επιτονισμό. Στη ΡΤ το ερωτηματικό αυτό μόριο κατά κύριο λόγο

παραλείπεται κατά το σχηματισμό των ερωτήσεων ολικής άγνοιας και η δήλωση της ερώτησης

γίνεται με τον κατάλληλο επιτονισμό11.

(9) ΡT: İyi-sin?

καλά-2ΕΝ

Ε: Είσαι καλά;

KT: İyi mi-sin?

καλά ΕΡΩΤ-2ΕΝ

5.6. Μη κανονική χρήση του σχηματιστικού του πληθυντικού

Στην ΚΤ στις ΟΦ που περιλαμβάνουν κάποιο αριθμητικό ή ποσοδεικτικό το ουσιαστικό

εμφανίζεται πάντα στον ενικό. Αντίθετα στην Ελληνική το ουσιαστικό εμφανίζεται στον

πληθυντικό όταν η ΟΦ περιλαμβάνει κάποιο ποσοδεικτικό ή αριθμητικό μεγαλύτερο του ‘ένα’.

Αντίστοιχα, στη ΡΤ στις ίδιες δομές το ουσιαστικό εμφανίζεται στον πληθυντικό.

(10) ΡT: İki ada-lar da harika-ydı

δύο νησί-ΠΛ και υπέροχος-ΠΡΛ

Ε: Και τα δύο νησιά ήταν υπέροχα

ΚT: İki ada da harika-ydı

δύο νησί και υπέροχος-ΠΡΛ

11 Βλ. Γεωργαλίδου κ.α. 2011.

(11) ΡT: Sözet-çek-ler-imiz çok konu-lar var

κουβεντιάζω-ΑΝΑΦ-ΠΛ-1ΠΛ πολλά θέμα-ΠΛ υπάρχει

Ε: Υπάρχουν πολλά θέματα για τα οποία θα κουβεντιάσουμε

KT: Sözed-eceğ-imiz çok konu var

κουβεντιάζω-ΑΝΑΦ-1ΠΛ πολλά θέμα υπάρχει

Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μη κανονικής χρήσης του επιθήματος του πληθυντικού

εμφανίζεται στις δομές στο (11). Πιο συγκεκριμένα, στην Τουρκική οι αναφορικές προτάσεις

δηλώνονται με αναφορικοποιητικό επίθημα στο ρήμα και όχι με την ύπαρξη αναφορικής

αντωνυμίας ή συμπληρωματικού δείκτη όπως συμβαίνει στην Ελληνική. Πιο συγκεκριμένα, τα

αναφορικοποιητικά επιθήματα δηλώνουν και το αν το αναφορικό στοιχείο αποτελεί το υποκείμενο

ή το αντικείμενο του ρήματος της αναφορικής δομής (βλ. Kornfilt 1997 και Göksel & Kerslake

2005). Στην ΚΤ όταν αυτές οι δομές, δηλ. ο ρηματικός τύπος με τον αναφορικοποιητή,

αναφέρονται σε ένα ουσιαστικό πληθυντικού αριθμού δε συμφωνούν μαζί του ως προς τον αριθμό

και επομένως δεν εμφανίζουν το επίθημα του πληθυντικού. Αντίθετα στην ΡΤ οι ρηματικοί τύποι

με αναφορικοποιητή εμφανίζονται με το επίθημα του πληθυντικού στις αντίστοιχες δομές. Ο λόγος

πιθανότατα είναι ότι οι συγκεκριμένες δομές ερμηνεύονται ως επιθετικοποιημένες μετοχές, και με

δεδομένη της συμφωνία αριθμού επιθετικοποιημένης μετοχής – ουσιαστικού αναφοράς στην

Ελληνική, γενικεύεται η χρήση του επιθήματος πληθυντικού και στη μετοχή. Αξίζει να σημειωθεί

ότι στα παραδείγματα στο (11) ακόμα και αυτή η χρήση του επιθήματος του πληθυντικού στο

ουσιαστικό είναι μη κανονική καθώς το ουσιαστικό προσδιορίζεται από το ποσοδεικτικό çok

‘πολλά’.

5.7. Παράλειψη ή αντικατάσταση του επιθήματος συμφωνίας σε δομές κεφαλής – εξαρτημένου

στοιχείου στην ονοματική φράση

Στις ονοματικές φράσεις της Τουρκικής η σχέση κεφαλής και εξαρτημένου στοιχείου μαρκάρεται

εκτός από την αντίστοιχη πτωτική δήλωση στο εξαρτημένο στοιχείο (συνήθως γενική) και από το

ένα επίθημα συμφωνίας στην κεφαλή το οποίο φέρει τα χαρακτηριστικά του προσώπου και του

αριθμού του εξαρτημένου στοιχείου, το οποίο εξαρτημένο στοιχείο μπορεί να εμφανίζεται ή να

εννοείται. Επειδή η πιο συνηθισμένη τέτοια σχέση μέσα στην ονοματική φράση είναι αυτή της

κτήσης, το επίθημα αυτό αναφέρεται στις γραμματικές της Τουρκικής ως κτητικό επίθημα (βλ.

ενδεικτικά Lewis 2000). Ωστόσο, μπορεί να δηλώνει και άλλες σχέσεις, όπως επιμερισμό, το όλον,

σύγκριση, την αντικειμενική ή υποκειμενική, κλπ (βλ. Kornfilt 1997 και Göksel & Kerslake 2005):

(12) α. Ayşe’-nin kedi-si

Αϊσε-ΓΕΝ γάτα-3ΕΝ

‘Η γάτα της Αϊσέ’

β. kedi-si

γάτα-3ΕΝ

‘Η γάτα της’

Αντίθετα στην Ελληνική η σχέση κεφαλής – εξαρτημένου στοιχείου μαρκάρεται μόνο με τη γενική

πτώση στο εξαρτημένο στοιχείο και δεν υπάρχει το επίθημα της συμφωνίας στην κεφαλή όπως

φαίνεται και στη μετάφραση του παραδείγματος (12). Αντίστοιχα, στη ΡΤ το χαρακτηριστικό αυτό

επίθημα της συμφωνίας παραλείπεται όταν η σχέση που δηλώνεται είναι η σύγκριση (13) ή ο

επιμερισμός (14) και το εξαρτημένο στοιχείο εννοείται:

(13) ΡT: Çok köy-ler gör-dü-k.

πολλά χωριό-ΠΛ βλέπω-ΠΡΛ-1ΠΛ

(köy-ler-in) En güzel Lindos

(χωριό-ΠΛ-ΓΕΝ) πιο όμορφο Λίνδος

Ε: Είδαμε πολλά χωριά. Το ωραιότερο ήταν η Λίνδος

ΚT: Çok köy gör-dü-k.

πολλά χωριό βλέπω-ΠΡΛ-1ΠΛ

(köy-ler-in) En güzel-i Lindos

(χωριό-ΠΛ-ΓΕΝ) πιο όμορφο-3ΕΝ Λίνδος

(14) ΡT: – Bugün ay-ın kaç-ı?

σήμερα μήνας-ΓΕΝ πόσος-3ΕΝ

– (ay-ın) On

μήνας-ΓΕΝ δέκα

Ε: – Πόσες του μήνα είναι σήμερα; – Δέκα

ΚT: – Bugün ay-ın kaç-ı?

σήμερα μήνας-ΓΕΝ πόσος-3ΕΝ

– (ay-ın) On-u

μήνας-ΓΕΝ δέκα-3ΕΝ

5.8. Αντικατάσταση ενός γραμματικού μορφήματος με το ελληνικό του αντίστοιχο

Σε πολλές περιπτώσεις η πτωτική δήλωση της ΚΤ αντικαθίσταται στη ΡΤ από την αντίστοιχη της

Ελληνικής (15-16). Αυτό ισχύει και για τις περιπτώσεις όπου η αντίστοιχη δήλωση της Ελληνικής

περιλαμβάνει μια προθετική φράση (17-18). Και σε αυτές τις περιπτώσεις η πτωτική δήλωση

αντικαθίσταται στη ΡΤ από την αντίστοιχη μεταθετική φράση.

(15) ΡT: top-u fur

μπάλα-ΑΙΤ κτυπάω.ΠΡΟΣΤ.2ΕΝ

Ε: Χτύπα την μπάλα

ΚT: top-a vur

μπάλα-ΔΟΤ κτυπάω.ΠΡΟΣΤ.2ΕΝ

(16) ΡT: orada beni okul-dan arkadaş-ımız Katerina bak-tı

εκεί ΑΝΤ1.ΕΝ-ΑΙΤ σχολείο-ΑΦ φίλη-1ΠΛ Κατερίνα κοιτάζω-ΠΡΛ

Ε: Εκεί με κοίταξε η Κατερίνα, η φίλη μας από το σχολείο

ΚT: orada ban-a okul-dan arkadaş-ımız Katerina bak-tı

εκεί ΑΝΤ1.ΕΝ-ΔΟΤ σχολείο-ΑΦ φίλη-1ΠΛ Κατερίνα κοιτάζω-ΠΡΛ

(17) ΡT: Her hafta erkek-ler futbol için bahsediyorlar

κάθε εβδομάδα άνδρας-ΠΛ ποδόσφαιρο για κάνω λόγο-ΕΞΕΛ-ΠΛ

Ε: Κάθε εβδομάδα οι άντρες μιλάνε για ποδόσφαιρο

ΚT: Her hafta erkekler futbol-dan bahsediyorlar

κάθε εβδομάδα άνδρας-ΠΛ ποδόσφαιρο-ΑΦ κάνω λόγο-ΕΞΕΛ-ΠΛ

(18) ΡT: Bun-u (alıştırma-yı) ev için koy-muş-tu-n

ΔΕΙΚ-ΑΙΤ (άσκηση-ΑΙΤ) σπίτι για βάζω-ΣΥΝΤ-ΠΡΛ-2ΕΝ

Ε: Αυτή την είχες βάλει για το σπίτι

ΚT: Bunu (alıştırma-yı) ev-e ver-miş-ti-n

ΔΕΙΚ-ΑΙΤ (άσκηση-ΑΙΤ) σπίτι-ΔΟΤ δίνω-ΣΥΝΤ.ΠΡΛ-2ΕΝ

Στα παραδείγματα από τη ΡΤ στα (15) και (16) τα ρήματα vurmak ‘κτυπάω’ και bakmak ‘κοιτάζω’

παίρνουν αντικείμενο στην αιτιατική πτώση, μολονότι στην ΚΤ τα αντίστοιχα ρήματα παίρνουν

αντικείμενο στη δοτική, κατ’ επίδραση της Ελληνικής στην οποία τα (άμεσα) αντικείμενα

δηλώνονται με την αιτιατική πτώση. Αντίστοιχα στα (17) και (18) η αφαιρετική και η δοτική

πτωτική δήλωση αντικαθίσταται στα παραδείγματα από τη ΡΤ από τη μεταθετική φράση με τη

μετάθεση için.

5.9. Μη κανονική θέση του αόριστου bir σε μια αόριστη ονοματική φράση με επίθετο

Στην ΚΤ σε μια ονοματική φράση που περιέχει ένα επίθετο και τον αοριστολογικό προσδιοριστή

bir, ο προσδιοριστής αυτός εμφανίζεται ανάμεσα στο ουσιαστικό και το επίθετο, δηλ. [ΟΦ ΕΠ bir

ΟΥΣ]. Αντίθετα στην Ελληνική ο αοριστολογικός προσδιοριστής ένας/μια/ένα προηγείται πάντοτε

του επιθέτου [ΟΦ ένας/μία/ένα ΕΠ ΟΥΣ]. Στη ΡΤ αντιγράφεται η δομική σειρά της ΟΦ της

Ελληνικής με αποτέλεσμα να προκύπτει η δομή [ΟΦ bir ΕΠ ΟΥΣ].

(19) ΡT: Simi bir güzel ada

Η Σύμη ένα όμορφο νησί

Ε: Η Σύμη είναι ένα όμορφο νησί

ΚT: Simi güzel bir ada

Η Σύμη όμορφο ένα νησί

5.10. Παράλειψη ή αντικατάσταση των επιθημάτων μεταβιβαστικότητας

Η ΚΤ δηλώνει τη μεταβιβαστικότητα (causativity) μέσω ειδικής ρηματικής μορφολογίας. Με άλλα

λόγια υπάρχει ένα ειδικό ρηματικό επίθημα το οποίο όταν προσκολλάται στο ρηματικό τύπο τον

τρέπει σε μεταβιβαστικό. Οι παραλλαγές αυτού του επιθήματος είναι οι εξής: -DIr ~ -(I)t ~ -Ir ~

-Ar/-Art (Göksel & Kerslake 2005, Lewis 2000, Kornfilt 1997). Επίσης, στην ΚΤ η

μεταβιβαστικότητα μπορεί να δηλωθεί και με την περιφραστική δομή neden olmak ‘γίνομαι η

αιτία’ (Dede 1986: 49):

(20) α. Bebek uyu-yor

μωρό κοιμάμαι-ΕΞΕΛ.3ΕΝ

‘Το μωρό κοιμάται’

β. Anne bebeği uyu-t-uyor

μητέρα μωρό-ΑΙΤ κοιμάμαι-ΜΤΒΣ-ΕΞΕΛ.3ΕΝ

‘Η μητέρα κοιμίζει το μωρό’

(21) α. Fıkra kız-ı utan-dır-dı.

ανέκδοτο κορίτσι-ΑΙΤ ντρέπομαι-ΜΤΒΣ-ΠΡΛ

β. Fıkra kızın utan-ma-sı-na neden oldu.

ανέκδοτο κορίτσι-ΓΕΝ ντρέπομαι-ΟΝΜ-ΣΥΜΦΥ-ΔΟΤ γίνομαι η αιτία-ΠΡΛ.3ΕΝ

‘Το ανέκδοτο έφερε το κορίτσι σε αμηχανία’

Αντίθετα, η Ελληνική δε διαθέτει μορφολογική δήλωση της μεταβιβαστικότητας και είτε απλά δεν

τη δηλώνει είτε χρησιμοποιεί περιφραστικές δομές με τα ρήματα βάζω και κάνω. Στη ΡΤ, κατ’

επίδραση της Ελληνικής, η δήλωση της μεταβιβαστικότητας δεν είναι τόσο σταθερή και διαφανής

με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η χρήση του ειδικού ρηματικού επιθήματος (22) ή να

χρησιμοποιείται ως μεταφραστικό δάνειο η αντίστοιχη περιφραστική δομή της Ελληνικής (23):12

(22) ΡT: Saç-ım-ı kes-ti-m

μαλλιά-1ΕΝ.ΑΙΤ κόβω-ΠΡΛ-1ΕΝ

Ε: Έκοψα τα μαλλιά μου

ΚT: Saçımı kes-tir-di-m

μαλλιά-1ΕΝ-ΑΙΤ κόβω-ΜΤΒΣ-ΠΡΛ-1ΕΝ

(23) ΡT: Öğretmen proje koyuyo öğrencilere

δάσκαλος πρότζεκτ βάζω-ΕΞΕΛ.3ΕΝ μαθητής-ΠΛ-ΔΟΤ

yazsınlar

γράφω-ΠΡΟΣΤ-3ΠΛ

Ε: Ο δάσκαλος βάζει τους μαθητές να γράψουν έκθεση

ΚT: Öğretmen öğrenci-ler-e kompozisyon yaz-dır-ıyor

δάσκαλος μαθητής-ΠΛ-ΔΟΤ έκθεση γράφω-ΜΤΒΣ-ΕΞΕΛ.3ΕΝ

5.11. Αντικατάσταση του için από το diye στην παρεμφατική δήλωση των τελικών προτάσεων

Στην ΚΤ οι τελικές προτάσεις δηλώνονται με δύο τρόπους: (α) με μια μεταθετική φράση η οποία

αποτελείται από τη μετάθεση diye και μια πρόταση με παρεμφατικό ρήμα στην προστακτική ή

υποτακτική (24α)13, ή (β) με μια μεταθετική φράση η οποία περιέχει τη μετάθεση için και μια

πρόταση με μη-παρεμφατικό ρήμα14 (24β):

12 Για περισσότερες πληροφορίες και παραδείγματα βλ. Kaili et al. (2009). 13 Οι Göksel & Kerslake (2005: 462) επισημαίνουν πως οι επιρρηματικές προτάσεις με το diye χρησιμοποιούνται σε σχετικά πιο ανεπίσημες περιπτώσεις. 14 Ο μη παρεμφατικός αυτός τύπος μπορεί να φέρει επίθημα ονοματικής συμφωνίας σε περιπτώσεις ετεροπροσωπίας.

(24) α. Üşü-me-ye-yim diye soba-yı yak-tı-m

κρυώνω-ΑΡΝ-ΥΠΟΤ-1ΕΝ diye σόμπα-ΑΙΤ ανάβω-ΠΡΛ-1ΕΝ

‘Άναψα τη σόμπα για να μην κρυώσω’

β. Erken kalk-mak için saat-im-i kur-du-m

νωρίς σηκώνομαι-ΑΠΡΦ için ρολόι-1ΕΝ-ΑΙΤ κουρδίζω-ΠΡΛ-1ΕΝ

‘Έβαλα το ρολόι μου για να ξυπνήσω νωρίς’

Στην Ελληνική αντίθετα, οι τελικές προτάσεις δηλώνονται με το ρηματικό σύνταγμα της

υποτακτικής και στις περισσότερες περιπτώσεις εισάγονται από το συμπληρωματικό δείκτη για, ο

οποίος λειτουργεί επίσης ως πρόθεση για τη δήλωση του σκοπού. Στη ΡΤ, υπάρχουν περιπτώσεις

όπου μια τελική πρόταση χρησιμοποιεί ένα παρεμφατικό ρηματικό τύπο σε συνδυασμό με τη

μετάθεση için αντί της diye

(25) ΡT: (hastalık) kimse-ye de bulaş-ma-sın için

(ασθένεια) κανένας-ΔΟΤ και ματαδίδομαι-ΑΡΝ-ΠΡΟΣΤ.3ΕΝ για

Ε: Για να μην μεταδοθεί σε κανέναν (η ασθένεια)

ΚT1: kimse-ye de bulaş-ma-sın diye

κανένας-ΔΟΤ και ματαδίδομαι-ΑΡΝ-ΠΡΟΣΤ.3ΕΝ DIYE

ΚΤ2: kimse-ye de bulaş-ma-ma-sı için

κανένας-ΔΟΤ και μεταδίδομαι-ΑΡΝ-ΑΠΑΡ-3ΕΝ για

Με δεδομένο ότι η μετάθεση için αντιστοιχεί λεξιλογικά και λειτουργικά με την πρόθεση για της

Ελληνικής, μπορούμε να θεωρήσουμε τη δομή της ΡΤ ως αποτέλεσμα αντιγραφής της δομής της

Ελληνικής μέσω μετάφρασης.

5.12. Συμπληρωματικές προτάσεις: εκφορά και σειρά όρων

Στην Τουρκική οι συμπληρωματικές προτάσεις εκφέρονται πρωτοτυπικά με συγκεκριμένους μη

παρεμφατικούς ρηματικούς τύπους, οι οποίο είτε ονοματοποιούνται με την προσθήκη των

καταλλήλων επιθημάτων ονοματοποίησης είτε είναι στην μορφή του απαρεμφάτου:

(26) α. Ayşe [kitap oku-mak] istiyor

Αϊσέ βιβλίο διαβάζω-ΑΠΡΦ θέλω-ΕΞΕΛ

‘Η Αϊσέ θέλει να διαβάσει βιβλία’

β. Ali [kitap oku-ma]-yı seviyor

Αλί βιβλίο διαβάζω-ΟΝΜ-ΑΙΤ αγαπώ-ΕΞΕΛ

‘Ο Αλί αγαπά να διαβάζει βιβλία’

γ. Ayşe [ben-im kitap oku-ma-m]-ı isti-yor

Αίσέ ΑΝΤ1-ΓΕΝ βιβλίο διαβάζω-ΟΝΜ-1ΕΝ-ΑΙΤ θέλω-ΕΞΕΛ

‘Η Αίσέ θέλει να διαβάζω βιβλία’

δ. Deniz’in [dün sinema-ya git-tiğ-i]-ni duy-du-m

Ντενίζ-ΓΕΝ [χθες σινεμά-ΔΟΤ πηγαίνω-ΟΝΜ-3ΕΝ-ΑΙΤ ακούω-ΠΡΛ-1ΕΝ

‘Άκουσα ότι η Ντενίζ πήγε χθες σινεμά’

ε. [Semra’nın bugün tatil-den dön-eceğ-i]-ni bil-iyor-um

Σεμρά-ΓΕΝ σήμερα διακοπές-ΑΦ επιστρέφω-ΟΝΜ-3ΕΝ-ΑΙΤ

ξέρω-ΕΞΕΛ-1ΕΝ

‘Ξέρω ότι η Σεμρά θα επιστρέψει σήμερα από τις διακοπές’

στ. [Hayat’ın yemek yiyişi] çok hoşuma gidiyor

Χαγιάτ-ΓΕΝ φαγητό τρώω-ΟΝΜ-3ΕΝ πολύ ευχαρίστηση-1ΕΝ-ΔΟΤ έρχομαι-

ΕΞΕΛ

‘Μου αρέσει πολύ το πώς τρώει το φαγητό της η Χαγιάτ’

Ωστόσο οι συμπληρωματικές προτάσεις είναι δυνατό να εκφέρονται και με παρεμφατικούς

ρηματικούς τύπους (Kerslake 2007, Καϊλή 2015). Στην περίπτωση αυτή είτε εισάγονται με τον

συμπληρωματικό δείκτη ki είτε τίθενται ασύνδετα προς την κύρια πρόταση σε μια σειριακή δομή

(serial construction), όπου οι δύο προτάσεις, κύρια και δευτερεύουσα τίθενται ασύνδετα η μία

δίπλα στην άλλη:

(27) α. Duy-du-m [ki okul-un-u bitirmişsin]

ακούω-ΠΡΛ-1ΕΝ ΣΔ σχολείο-2ΕΝ-ΑΙΤ τελειώνω-ΕΝΔ-2ΕΝ

‘Άκουσα πως τέλειωσες το σχολείο σου’

β. Demet [tüm oda-lar boyan-sın] isti-yor

Ντεμέτ όλος δωμάτιο-ΠΛ βάφομαι-ΠΡΟΣΤ.3ΕΝ θέλω-ΕΞΕΛ

‘Η Ντεμέτ θέλει να βαφτούν όλα τα δωμάτια’

Η Ελληνική αντίθετα δε διαθέτει μη παρεμφατικούς τύπους με αποτέλεσμα οι συμπληρωματικές

προτάσεις να εκφέρονται είτε με οριστική είτε με το σύνταγμα της υποτακτικής (Holton et al. 2012,

Ρούσσου 2006). Οι ομιλητές της ΡΤ γενικά προτιμούν να χρησιμοποιούν στις συμπληρωματικές

προτάσεις δομές με παρεμφατικούς ρηματικούς τύπους:

(28) ΡΤ: Annem-ler iste-mi-yo çalış-em

μητέρα-ΠΛ θέλω-ΑΡΝ-ΕΞΕΛ δουλεύω-ΥΠΟΤ.1ΕΝ

Ε: Οι γονείς μου δεν θέλουν να δουλέψω

ΚΤ1: Annem-ler çalış-ma-m-ı istemiyor

μητέρα-ΠΛ δουλεύω-ΟΝΜ-1ΕΝ-ΑΙΤ θέλω-ΑΡΝ-ΕΞΕΛ

ΚΤ2: Annem-ler çalış-ayım iste-mi-yor

μητέρα-ΠΛ δουλεύω-YΠΟΤ.1ΕΝ θέλω-ΑΡΝ-ΕΞΕΛ

Η δομή της ΡΤ στο (28) αποκλίνει από αυτή της ΚΤ ως προς το ότι χρησιμοποιεί τη σειρά όρων της

Ελληνικής, δηλ. η δευτερεύουσα πρόταση ακολουθεί το ρήμα της κύριας αντί να προηγείται.

Επίσης εκφέρεται με παρεμφατικό τύπο αντί του τυπικού μη παρεμφατικού τύπου (Kaili et al.

2012.), δηλ. οι ομιλητές της ΡΤ αντιγράφουν στο σύνολό της τη δομή της Ελληνικής. Είναι επίσης

χαρακτηριστικό ότι ακόμα και όταν χρησιμοποιείται μη παρεμφατικός ρηματικός τύπος, η σειρά

των όρων εξακολουθεί να αντιγράφει τη σειρά όρων της Ελληνικής, δηλ. η δευτερεύουσα

ακολουθεί το ρήμα της κύριας αντί να προηγείται

(29) ΡT: isti-yo-n gör-me-yi çocuğ-un-u

θέλω-ΕΞΕΛ-2ΕΝ βλέπω-ΟΝΜ-ΑΙΤ παιδί-2ΕΝ-ΑΙΤ

Ε: Θέλεις να δεις το παιδί σου

ΚT: çocuğunu görmek istiyorsun

παιδί-2ΕΝ-ΑΙΤ βλέπω-ΑΠΡΦ θέλω-ΕΞΕΛ-2ΕΝ

Το παράδειγμα από την ΡΤ στο (29) διαφοροποίειται από το αντίστοιχο της ΚΤ και ως προς το ότι

ο ίδιος ο μη παρεμφατικός ρηματικός τύπος δεν είναι ο αναμενόμενος αλλά και ως προς το ότι

ακόμα και η σειρά των όρων μέσα στην συμπληρωματική αντιγράφει τη σειρά όρων της Ελληνικής

με αποτέλεσμα το αντικείμενο να ακολουθεί το ρήμα αντί να προηγείται.

5.13. Σύνταξη των πλάγιων ερωτηματικών προτάσεων

Στην Ελληνική οι πλάγιες ερωτήσεις ακολουθούνται από παρεμφατικά στοιχεία και ακολουθούν

την κύρια πρόταση, ενώ στην Τουρκική η χρήση παρεμφατικών τύπων στις πλάγιες ερωτήσεις είναι

μαρκαρισμένη. Οι ομιλητές/τριες της ΡΤ προτιμούν να χρησιμοποιούν παρεμφατικά

συμπληρώματα στις πλάγιες ερωτήσεις αντιγράφοντας τη δομή καθώς και τη σειρά των όρων της

Ελληνικής.

(30) ΡT: Anlamadım ne istedi

καταλαβαίνω-ΑΡΝ-ΠΡΛ-1ΕΝ τι θέλω-ΠΡΛ

Ε: Δεν κατάλαβα τι ήθελε

ΚT: Ne istediğini anlamadım

τι θέλω-ΟΝΜ-3ΕΝ-ΑΙΤ καταλαβαίνω-ΑΡΝ-ΠΡΛ-1ΕΝ

(31) ΡT: İki saat arayış-tan sonra neyse ki bul-du-m

δύο ώρα αναζήτηση-ΑΦ μετά τελικά βρίσκω-ΠΡΛ-1ΕΝ

nereye düşmüş

που πέφτω-ΕΝΔ

Ε: Μετά από αναζήτηση δύο ωρών τελικά βρήκα που έπεσε

ΚT: İki saat arayıştan sonra nereye düş-tüğ-ü-nü

δύο ώρα αναζήτηση-ΑΦ μετά που πέφτω-ΟΝΜ-3ΕΝ-ΑΙΤ

bul-du-m

βρίσκω-ΠΡΛ-1ΕΝ

Στα παραδείγματα από τη ΡΤ στα (30-31), οι πλάγιες ερωτηματικές εκφέρονται με παρεμφατικό

ρηματικό τύπο στην οριστική και ακολουθούν το ρήμα της κύριας πρότασης, σε αντίθεση με την

ΚΤ όπου οι αντίστοιχες πλάγιες ερωτηματικές εκφέρονται με μη παρεμφατικό τύπο και κανονικά

προηγούνται του ρήματος της κύριας.

6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Στην εργασία αυτή παρουσιάσαμε μια σειρά από μη συμβατικές δομές, λεξιλογικές και

μορφοσυντακτικές, που εμφανίζονται στη ΡΤ και οι οποίες διαφοροποιούνται από τις αντίστοιχες

της ΚΤ. Οι δομές αυτές είναι το αποτέλεσμα της επιρροής της Ελληνικής στη συγκεκριμένη

ποικιλία της Τουρκικής λόγω της μακρόχρονης γλωσσικής επαφής των δύο γλωσσών.

Ανάλογα με τις διάφορες κοινωνιογλωσσολογικές συνθήκες οι ομιλητές/τριες της ΡΤ έχουν

διαφορετικά επίπεδα επάρκειας στις δύο γλώσσες (Γεωργαλίδου κ.ά. 2008). Τα δεδομένα που

μελετήσαμε από τους/τις ομιλητές/τριες της ΡΤ με χαμηλή επάρκεια στην Τουρκική αποκαλύπτουν

πως σε αυτή την ομάδα υπάρχει υψηλότερος βαθμός αντιγραφής από την Ελληνική. Σύμφωνα με

τον Winford (2005: 394-395), όταν δεν υπάρχει ισορροπία στη γλωσσική σχέση κυριαρχίας

ανάμεσα στις γλώσσες σε επαφή, η κυρίαρχη γλώσσα είναι αυτή η οποία τροφοδοτεί τη

μορφοσυντακτική δομή, δηλ. τη σειρά των όρων, τα λειτουργικά μορφήματα και την πραγμάτωσή

τους. Οι ομιλητές/τριες της ΡΤ των οποίων η κυρίαρχη γλώσσα είναι η Ελληνική παράγουν μεικτά

εκφωνήματα (mixed utterances) των οποίων η μορφοσυντακτική δομή είναι κατά βάση ελληνική

και η επιφανειακή της πραγμάτωση τουρκική.

Η ανάλυση των μη συμβατικών δομών της ΡΤ που προκύπτουν από την επιρροή της

Ελληνικής μας επιτρέπει να ανιχνεύσουμε και τα ίχνη της μετακίνησής της προς την Ελληνική.

Μολονότι η επαφή της Τουρκικής ως γλώσσα μεταναστών/τριών με διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες

κυρίως στον ευρωπαϊκό χώρο (βλ. ενδεικτικά Doğruöz & Backus 2009, Rehbein et al. 2009), αλλά

και η διαχρονική επαφή της Τουρκικής με άλλες γλώσσες στον ευρύτερο ευρασιατικό χώρο (β.

ενδεικτικά Boeschoten & Johanson 2006, Johanson 2002) έχουν ήδη μελετηθεί αρκετά, η

παρατεταμένη γλωσσική επαφή της Τουρκικής με την Ελληνική στον ελλαδικό χώρο δεν έχει

μελετηθεί στο παρελθόν ως προς της επίδραση της Ελληνικής στην Τουρκική. Ευελπιστούμε ότι η

περαιτέρω εξέταση της γλωσσικής επαφής της Τουρκικής με την Ελληνική στην περιοχή της Ρόδου

θα συνεισφέρει στη γενικότερη μελέτη των δομικών παραγόντων που μπορούν να επηρεάσουν τη

γλωσσική επαφή της Τουρκικής με άλλες γλώσσες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Boeschoten, H. and Johanson, L. (επιμ.) 2006. Turkic languages in contact. [Turcologica 61].

Wiesbaden: Harrasowitz.

Buran, Α. 2011. Türkiye Türkçesi ağızlarının tasnifleri üzerine bir değerlendirme [An assessment

on the classification of Turkey Turkish dialects]. Τurkish Studies 6 (1), 41-54

Çeltek, A. & Kaili, H. 2010. Bene telefon almadın: Rodos’taki Türkçe-Yunanca İkidilli

konuşucuların Türkçesinde Yunancanın etkisi. Ανακοίνωση στο 24ο Ετήσιο Συνέδριο

Τουρκικής Γλωσσολογίας. 17-18 Μάϊου 2010. Πανεπιστήμιο Metu: Άγκυρα.

Γεωργαλίδου, M., Σπυρόπουλος, Β., Καϊλή, Χ. και Ρεβυθιάδου, A. 2011. Η γλωσσολογική και

κοινωνιογλωσσολογική ταυτότητα μιας ποικιλίας της ελληνικής. Στα πρακτικά του 6ο

Παγκόσμιο Γλωσσολογικό Συνέδριο, 241-262.

Γεωργαλίδου, M., Καϊλή, Χ. και Çeltek, A. 2008. Δομές Εναλλαγής Κωδίκων στη Δίγλωσση στα

Ελληνικά και Τουρκικά Κοινότητα των Μουσουλμάνων της Ρόδου. Στο: Μελέτες για την

Ελληνική Γλώσσα 28: Πρακτικά της Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας του

Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 125-137.

Θεσσαλονίκη: IΝΣ.

Dede, M. 1986. Causatives in Turkish. Στο A. Aksu-Koç & E. Erguvanlı-Taylan (επιμ.),

Proceedings of the National Conference on Turkish Linguistics. σελ. 49-58. İstanbul:

Boğaziçi University Publications.

Doğruöz, S. and Backus, A. 2009. Innovative constructions in Dutch Turkish: An assessment of

ongoing contact-induced change. Bilingualism: Language and Cognition 12 (1), 41-63.

Georgalidou, M., Kaili, H. and Çeltek, A. 2010. Code-alternation patterns in bilingual

conversation: Α conversation analysis approach. Journal of Greek Linguistics 10 (2), 317-

344.

Georgalidou, M., Spyropoulos, V. and Kaili, H. 2004. Language shift in the bilingual in Greek and

Turkish Muslim community of Rhodes. Ανακοίνωση στο επιστημονικό συνέδριο 15th

Sociolinguistic Symposium, 1-4 Απριλίου 2004, Newcastle, England.

Göksel, A. and Kerslake, C. 2005. Turkish: A comprehensive grammar. London: Routledge.

Heine, Bernd and Kuteva, T. 2005. Language Contact and Grammatical Change. Cambridge:

Cambridge University Press.

Holton, D., Mackridge, P., Philippaki-Warburton, I & Spyropoulos, V. 2012. Greek: A

Comprehensive Grammar. Second Revised Edition. London: Routledge.

Johanson, L. 2006. Turkic language contacts in a typology of code interaction. Στο H. Boeschoten

& L. Johanson (Eds.) Turkic languages in contact. [Turcologica 61] pp. 4-26. Wiesbaden:

Harrassowitz.

Johanson, L. 2002. Structural Factors in Turkic language contacts. London: Curzon.

Johanson, L. 2000. Attractiveness and relatedness: Notes on Turkic language contacts. Στο Jeff

Good and Alan C. L. Yu (επιμ.) Proceedings of the Twenty-Fifth Annual Meeting of the

Berkeley Linguistic Society, February 12-15, 1999. Special session on Caucasian,

Dravidian, and Turkic linguistics, σελ. 87-94. Berkeley: Berkeley Linguistics Society.

Καϊλή, Χ. 2015. Αντιπαραβολική Θεώρηση των Συμπληρωματικών Προτάσεων Ελληνικής-

Τουρκικής και η Εκμάθηση των Συμπληρωματικών Προτάσεων της Τουρκικής από

Ελληνόφωνο Κοινό. Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα: Τομέας Γλωσσολογίας, Τμήμα

Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου

Αθηνών.

Kaili, H., Çeltek, A. and Georgalidou, M. (2012). Complement Clauses in the Turkish Variety

spoken by Greek-Turkish bilingual Children on Rhodes/ Greece. Στο Turkic Languages 16

(1), 106-120..

Kaili, H., Spyropoulos, V., Georgalidou, M., and Çeltek, A. 2009. Causative constructions in the

Τurkish variety of the bilingual muslim community of Rhodes: Α preliminary study. Στο S.

Ay, Ö. Aydın, İ. Ergenç, S. Gökmen, S. İşsever and D. Peçenek (Eds.), Essays on Turkish

Linguistics: Proceedings of the 14th International Conference on Turkish Linguistics, σελ.

403-412. Wiesbaden: Harrasowitz-Verlag.

Karahan, L. 1996. Anadolu Ağızlarının Sınıflandırılması. Ankara: Türk Dil Kurumu Yayınları.

Kerslake, C. 2007. Alternative subordination strategies in Turkish. Στο J. Rehbein, C. Hohenstein

and L. Pietsch (επιμ.) Connectivity in Grammar and Discourse, 231-258. Amsterdam: John

Benjamins.

Kornfilt, J. 1997. Turkish. London: Routledge.

Lewis, G. 2000. Turkish Grammar. (2η έκδοση.). Oxford: OUP.

Milroy, L. and Wei, Li. 1995. A social network approach to code-switching: the example of a

bilingual community in Britain. In L. Milroy and P. Muysken (επιμ.), One speaker, two

languages, 136-157. New York: Cambridge University Press.

Rehbein, J., Herkenrath, A. and Karakoç, B. 2009. Turkish in Germany – On contact-induced

language change of an immigrant language in the multilingual landscape of Europe.

Language Typology and Universals, 62 (3), 171–204.

Ρούσσου, A. 2006. Συμπληρωματικοί Δείκτες. Αθήνα: Πατάκης.

Sarıkaya, Μ. 2003. Muğla ağzında Şimdiki Zaman çekimi üzerine. TÜBAR 14, 65-75

Siemund, P. 2008. Introduction. P. Siemund and N. Kintana (επιμ.), Language Contact and Contact

Languages, 3-14. Amsterdam: John Benjamins.

Thomason, S. 2001. Language Contact. Edinburgh: Edinburgh University Press.

Thomason, S. and Kaufman, T. 1988. Language Contact, Creolization and Genetic Linguistics.

Berkeley: University of California Press.

Tsitselikis, K. and Mavrommatis, G. 2003. Turkish: The Turkish Language in Education in Greece.

Mercator-Education: European network for Regional or Minority Languages and Education.

Weinreich, U. 1953. Languages in Contact. The Hague: Mouton.

Winford, D. 2003. An Introduction to Contact Linguistics. Oxford: Blackwell.

Winford, D. 2005. Contact-induced changes: Classification and processes. Diachronica 22:2, 373–

427.

To refer to the article:

Καϊλή, Χ. & Σπυρόπουλος, Β. 2016. Η επίδραση της Ελληνικής στην τουρκική ποικιλία της δίγλωσσης στην Ελληνική και Τουρκική μουσουλμανικής κοινότητας της Ρόδου. Στο Μ. Γεωργαλίδου & Κ. Τσιτσελίκης (επιμ.), Γλωσσική και Κοινοτική Ετερότητα στη Δωδεκάνησο του 20ου Αιώνα, σελ. 329-359. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.