23
Ι Ε Θ Ν Η Λ Ο Γ Ι Σ Τ Ι Κ Α Π Ρ Ο Τ Υ Π Α ΕΝΟΤΗΤΑ 1 η ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΡΑ∆ΕΚΤΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ (Accounting Principles) Οι Οικονομικές Καταστάσεις αποτελούν την κύρια και πλέον συστηματική πηγή οικονομικών πληροφοριών στους τωρινούς και μελλοντικούς επενδυτές και πιστωτές καθώς και άλλους χρήστες, χρήσιμες στη λήψη ορθολογικών επενδυτικών , πιστωτικών και άλλων παρόμοιων αποφάσεων. Για την συγκρισιμότητα των Οικονομικών Καταστάσεων διακλαδικά και διαχρονικά σε εθνικό και διεθνές επίπεδο επιβάλλεται η ομοιομορφία της λογιστικής διαδικασίας και η ελαχιστοποίηση των διαφορών στη λογιστική μέτρηση και παρουσίαση παρόμοιων καταστάσεων και μεγεθών. Για το λόγο αυτό η λογιστική διαδικασία πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τις γενικά παραδεκτές λογιστικές αρχές οι οποίες είναι συνήθειες, κανόνες και διαδικασίες που ανέπτυξε και επιβάλλει η λογιστική πρακτική. Οι κυριότερες γενικές λογιστικές αρχές που αναλύονται σε αυτήν την ενότητα είναι: α) Η αρχή του ιστορικού κόστους (Historical cost principle) β) Η αρχή του συσχετισμού εσόδων εξόδων (The matching principle) γ)Η αρχή της αντικειμενικότητας (The objective principle) δ) Η αρχή της συνέπειας των λογιστικών μεθόδων (The consistency principle) ε) Η αρχή της συντηρητικότητας (Τhe conservatism principle) ή της συνέσεως (prundent) ε) Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων (Accrual Basis) (Αρχή των δεδουλευμένων ή της μη, αναγκαστικά ταμειακής αναγνώρισης εσόδων/εξόδων) στ) Η αρχή της συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας (Going concern) Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων και η αρχή της συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας θεωρούνται από την λογιστική θεωρία «παραδοχές» (assumptions) ∆ηλαδή περιορισμοί τους οποίους θέτει το εξελισσόμενο περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί η λογιστική και στους οποίους αυτή ανταποκρίνεται θεωρώντας τους a priori αποδεκτούς. Άλλες παραδοχές που αναφέρονται είναι η «της επιχειρηματικής οντότητας», «της νομισματικής μονάδας μετρήσεως», «της περιοδικότητας».

ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

  • Upload
    pdalex

  • View
    32

  • Download
    2

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

∆ Ι Ε Θ Ν Η Λ Ο Γ Ι Σ Τ Ι Κ Α Π Ρ Ο Τ Υ Π Α ΕΝΟΤΗΤΑ 1η ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΡΑ∆ΕΚΤΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ (Accounting Principles)

Οι Οικονοµικές Καταστάσεις αποτελούν την κύρια και πλέον συστηµατική πηγή

οικονοµικών πληροφοριών στους τωρινούς και µελλοντικούς επενδυτές και πιστωτές

καθώς και άλλους χρήστες, χρήσιµες στη λήψη ορθολογικών επενδυτικών ,

πιστωτικών και άλλων παρόµοιων αποφάσεων.

Για την συγκρισιµότητα των Οικονοµικών Καταστάσεων διακλαδικά και διαχρονικά

σε εθνικό και διεθνές επίπεδο επιβάλλεται η οµοιοµορφία της λογιστικής διαδικασίας

και η ελαχιστοποίηση των διαφορών στη λογιστική µέτρηση και παρουσίαση

παρόµοιων καταστάσεων και µεγεθών. Για το λόγο αυτό η λογιστική διαδικασία

πρέπει να διεξάγεται σύµφωνα µε τις γενικά παραδεκτές λογιστικές αρχές οι οποίες

είναι συνήθειες, κανόνες και διαδικασίες που ανέπτυξε και επιβάλλει η λογιστική

πρακτική.

Οι κυριότερες γενικές λογιστικές αρχές που αναλύονται σε αυτήν την ενότητα είναι:

α) Η αρχή του ιστορικού κόστους (Historical cost principle)

β) Η αρχή του συσχετισµού εσόδων – εξόδων (The matching principle)

γ)Η αρχή της αντικειµενικότητας (The objective principle)

δ) Η αρχή της συνέπειας των λογιστικών µεθόδων (The consistency principle)

ε) Η αρχή της συντηρητικότητας (Τhe conservatism principle) ή της συνέσεως

(prundent)

ε) Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων (Accrual Basis) (Αρχή των δεδουλευµένων

ή της µη, αναγκαστικά ταµειακής αναγνώρισης εσόδων/εξόδων)

στ) Η αρχή της συνέχισης της επιχειρηµατικής δραστηριότητας (Going concern)

Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων και η αρχή της συνέχισης της επιχειρηµατικής

δραστηριότητας θεωρούνται από την λογιστική θεωρία «παραδοχές» (assumptions)

∆ηλαδή περιορισµοί τους οποίους θέτει το εξελισσόµενο περιβάλλον στο οποίο

λειτουργεί η λογιστική και στους οποίους αυτή ανταποκρίνεται θεωρώντας τους a

priori αποδεκτούς. Άλλες παραδοχές που αναφέρονται είναι η «της επιχειρηµατικής

οντότητας», «της νοµισµατικής µονάδας µετρήσεως», «της περιοδικότητας».

Page 2: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ

Με την παγκοσµιοποίηση της οικονοµίας και το άνοιγµα των εθνικών αγορών , οι

επενδύσεις σε επιχειρήσεις ξένων χωρών διεθνώς, από θεσµικούς αλλά και ιδιώτες

επενδυτές, έχουν αυξηθεί. Οι επιχειρήσεις στρέφονται προς τις διεθνείς

κεφαλαιαγορές και χρηµαταγορές για άντληση κεφαλαίων.

Η βασικότερη και συστηµατικότερη πηγή χρηµατοοικονοµικών πληροφοριών για

χρήση από µελλοντικούς επενδυτές παραµένουν οι χρηµατοοικονοµικές (λογιστικές)

καταστάσεις των επιχειρήσεων.

Ο τρόπος κατά τον οποίο µετρούνται και παρουσιάζονται τα οικονοµικά µεγέθη και

οι δραστηριότητες των οικονοµικών οργανισµών επηρεάζει όλους τους πιθανούς

χρήστες των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων.

Όταν επιχειρήσεις διαφόρων κρατών συντάσσουν και δηµοσιεύουν λογιστικές

καταστάσεις βάσει διαφορετικών λογιστικών κανόνων και αρχών δηµιουργείται

πρόβληµα µελέτης, ανάλυσης και τελικά, σύγκρισης των στοιχείων τα οποία είναι

απαραίτητα για την αξιολόγηση των επενδυτικών ευκαιριών οι οποίες

παρουσιάζονται µέσα από τις καταστάσεις αυτές.

Κρίνεται αναγκαίο, οι επιχειρήσεις για την συγκρισιµότητα των λογιστικών

πληροφοριακών στοιχείων , να εφαρµόζουν τις ίδιες λογιστικές αρχές, µεθόδους και

διαδικασίες επεξεργασίας των αριθµητικών µεγεθών που εκφράζουν την οικονοµική

τους κατάσταση.

Απαιτείται λοιπόν η τυποποίηση της λογιστικής διαδικασίας, δηλαδή ενιαίος τρόπος

–δέσµη κανόνων, αρχών, µεθόδων αποτίµησης και παρουσίασης- που να καταγράφει

και να παρακολουθεί τη δράση της επιχείρησης , τόσο σε εθνικό όσο και σε

Κοινοτικό και ∆ιεθνές επίπεδο.

Με τη λογιστική τυποποίηση διεθνώς, εξαλείφονται οι λογιστικές διαφορές που

υπάρχουν µεταξύ διαφόρων χωρών ( που πηγάζουν από τη διαφορετική νοµοθεσία

και τους κανονισµούς που αφορούν στη λογιστική πρακτική) και επιτυγχάνεται η

οµοιοµορφία και συγκρισιµότητα των λογιστικών καταστάσεων ώστε να καταστούν

χρήσιµες στη λήψη επιχειρηµατικών αποφάσεων.

Page 3: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

ΕΝΟΤΗΤΑ 2η

ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ∆ΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ

Στην ενότητα αυτή γίνεται αναφορά στα Όργανα που παίρνουν αποφάσεις διεθνώς,

για τη δηµιουργία λογιστικών προτύπων. Κατά σειρά , γίνεται αναφορά στην

- Επιτροπή ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων - International Accounting

Standard Committee (IASC). Η αναφορά γίνεται στην πρώτη αυτή Επιτροπή

για τη λειτουργία της µέχρι το 2001. Πότε συστάθηκε, την οργανωτική της

µορφή (το Συµβούλιο, το Συµβουλευτικό Συµβούλιο και τη Μόνιµη Επιτροπή

∆ιερµηνειών, τους Επιτρόπους) και τους σκοπούς σύστασής της.

Ακολουθεί αναφορά

- στο Ίδρυµα της Επιτροπής ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων- ΙΕ∆ΛΠ (IASC

Foundation), στα όργανά του τους Trustees (Επιτρόπους-Θεµατοφύλακες) και

το Συµβούλιο ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων I.A.S.B (International

Accounting Standards Board), το Σώµα δηλαδή που ανέλαβε την ευθύνη της

κατάρτισης των ∆ΛΠ/∆ΠΧΠ και όλων των θεµάτων που αφορούν στην

εκπόνηση και έκδοσή τους από τον Απρίλιο του 2001 όπως πχ αναπτύσσει και

εκδίδει προσχέδια Προτύπων (exposure drafts) τα οποία η επιτροπή δηµοσιεύει

και θέτει στη διάθεση των ενδιαφεροµένων (επαγγελµατικών σωµάτων κ.λπ ) για

σχόλια.

- στη Συµβουλευτική Επιτροπή Προτύπων (Standards Advisory Council –

S.A.C) που είναι συµβουλευτικό όργανο κατάρτισης προτύπων και αναφέρεται

τόσο στο Ίδρυµα της Επιτροπής ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων όσο και στο

Συµβούλιο των ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων

- στην Επιτροπή ∆ιερµηνειών ∆ιεθνών Προτύπων Χρηµατοοικονοµικής

Πληροφόρησης (International Financial Reporting Interpretations Committee –

I.F.R.I.C) που σκοπό έχει την ερµηνεία των Προτύπων και την παροχή οδηγιών

προς τους χρήστες αυτών σχετικά µε θέµατα που διαπιστώνεται ότι δεν

αναλύονται επαρκώς στα εκδοθέντα Πρότυπα.

- στην Οµοσπονδιακή Επιτροπή ή Συµβούλιο Λογιστικών Προτύπων

Financial Accounting Standards Board (F.A.S.B) σαν θεσµικό όργανο

κατάρτισης Λογιστικών Προτύπων των ΗΠΑ που αναγνωρίζεται από την Επιτροπή

Page 4: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Μετοχών και Χρηµατιστηρίου (Securities and Exchange Commission) SEC το

οποίο σχηµατίστηκε από το Κογκρέσο το 1933 και είναι ο οργανισµός ελέγχου των

κεφαλαιαγορών των ΗΠΑ . Το FASB εκδίδει Εκθέσεις (τα περίφηµα Statements of

Financial Accounting Standards –SFAS) οι οποίες καθορίζουν τις επίσηµα Γενικά

Παραδεκτές Λογιστικές Αρχές (Generally Accepted Accounting Principles) US

GAAP.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 3η

Η ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεδίωξε την εναρµόνιση και τη σύγκλιση των κανόνων που

διέπουν τη σύνταξη των οικονοµικών καταστάσεων των κρατών µελών της , µε την

έκδοση κατευθυντηρίων οδηγιών (Directives) οι οποίες θα πρέπει να

ενσωµατώνονται στους αντίστοιχους νόµους των κρατών µελών.

Η 4η οδηγία 78/660/ΕΟΚ υιοθετήθηκε από το Συµβούλιο των Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων στις 25 Ιουλίου 1978 και αναφέρεται στις ετήσιες χρηµατοοικονοµικές

καταστάσεις που δηµοσιεύονται ( ΑΕ και ΕΠΕ).

Η 7η οδηγία 83/349/ΕΟΚυιοθετήθηκε από το Συµβούλιο των Ευρωπαϊκών

Κοινοτήτων στις 16 Μαϊου 1983 και αναφέρεται στις ενοποιηµένες οικονοµικές

καταστάσεις(ενοποιηµένους λογαριασµούς). Ορίζει τις προϋποθέσεις, τις αρχές , τον

τρόπο και το χρόνο κατάρτισης των ενοποιηµένων λογαριασµών.

European Financial Reporting Advisory Group (EFRAG)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκφράζει την προτίµησή της στην υιοθέτηση των ∆ιεθνών

Λογιστικών Προτύπων και το Φεβρουάριο του 2001 συγκροτεί το τεχνικό όργανο

European Financial Reporting Advisory Group (EFRAG) και το πολιτικό όργανο

Accounting Regulatory Committee (ARC).

Το EFRAG είναι το όργανο κατάρτισης ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων της EE το

οποίο συνεργάζεται µε το IASB για µελλοντικές αλλαγές στα υπάρχοντα

∆ΛΠ/∆ΠΧΠ και στην κατάρτιση νέων Προτύπων και προτείνει στην ARC την

αποδοχή τους. Αποτελείται από δύο κυρίως όργανα, το τεχνικό (Technical Expert

Group) και το εποπτικό (Supervisory Board) και τα µέλη του προέρχονται από

Page 5: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

επαγγελµατικά σωµατεία της ΕΕ (λογιστών, ελεγκτών) και επιτροπές

Κεφαλαιαγορών και χρηµαταγορών αυτής.

Το Σεπτέµβριο του 2002 δηµοσιεύθηκε ο Κανονισµός (ΕΚ) 1606/2002 του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της ΕΕ για την εφαρµογή των ∆.Λ.Π,

στην Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σύµφωνα µε τον κανονισµό

αυτό, από 1-1-2005 οι εταιρείες που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους-µέλους,

καταρτίζουν ενοποιηµένους λογαριασµούς και κατά την ηµεροµηνία κλεισίµατος του

ισολογισµού τους, οι τίτλοι τους είναι δεκτοί προς διαπραγµάτευση στο

Χρηµατιστήριο θα πρέπει να καταρτίζουν τις οικονοµικές τους καταστάσεις σύµφωνα

µε τα ∆ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα.

Τον Ιούλιο του 2003 η Ρυθµιστική Επιτροπή Λογιστικής (ARC) επικύρωσε όλα τα

∆ΛΠ που ίσχυαν την 14 Σεπτεµβρίου 2002, εκτός από το ∆ΛΠ 32 και ∆ΛΠ 39 και τις

σχετικές προς αυτά διερµηνείες. Από το 2003 έως και το Σεπτέµβριο του 2005 η

Επιτροπή υιοθέτησε µε Κανονισµούς και τα ∆ΠΧΠ 1, 2, 3, 4 και 5 και τροποποίησε

ήδη υπάρχοντα. Μέσα στο 2006 επίκειται και η υιοθέτηση των ∆ΠΧΠ 6 και7.

Η ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α

Οι Ελληνικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τοµέα συντάσσουν τις Οικονοµικές τους

Καταστάσεις σύµφωνα µε :

- το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο(Ε.Γ.Λ.Σ) (Π∆ 1123/80)

- τις ∆ιατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ) (Π.∆ 186/92 και τις

τροποποιήσεις του έως και το Π.∆3052/2002)

- τον Κωδικοποιηµένο Νόµο περί ΑΕ (Ν.2190/20 µε τα Π.∆ 409/1986 και Π.∆

498/1987 τα οποία εναρµόνισαν το δίκαιό µας µε τις Οδηγίες 4 και 7 της

ΕΟΚ).

- τα ∆ΛΠ/∆ΠΧΠ. Η εισαγωγή της εφαρµογής των ∆.Λ.Π στην Ελλάδα

καθορίζεται από τρεις επιµέρους νόµους. Το Ν.2992/2002 «Μέτρα για την

ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και την ανάπτυξη της επιχειρηµατικότητας και

άλλες διατάξεις» άρθρο 1 στο ΦΕΚ 54/Α/203.2002 όπως τροποποιήθηκε µε

το άρθρο 21 του Ν. 3156/2003 και την Υπουργική Απόφαση του Ιουλίου 2003

που εισάγει την υποχρέωση εφαρµογής των ∆.Λ.Π για τις εταιρείες των

οποίων οι µετοχές διαπραγµατεύονται στο Χρηµατιστήριο Αξιών Αθηνών

(Χ.Α.Α), για τις λοιπές εταιρείες προβλέπεται προαιρετική εφαρµογή. Το

Ν.3229/2004 που αποτελεί το νόµο πλαίσιο, καθορίζοντας τους κανόνες

Page 6: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

εφαρµογής των Προτύπων. Με το νόµο αυτόν προστίθεται στον Κ.Ν

2190/1920 το κεφάλαιο 15 µε τίτλο «∆ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα» και τα

άρθρα από το 134 έως και 143 και το Ν.3301/2004 που τροποποιεί ορισµένες

διατάξεις του 3229/2004 καθώς και του Π.∆ 360/1985 για τη σύνταξη των

ενδιάµεσων οικονοµικών καταστάσεων.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 4η

∆ΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ (∆.Λ.Π)

International Accounting Standards (I.A.S)/

∆ΙΕΘΝΗ ΠΡΟΤΥΠΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ (∆ΠΧΠ)

International Financial Reporting Standards (IFRS)

Τα ∆.Λ.Π και τα ∆ΠΧΠ είναι ενιαία δέσµη παγκόσµιων Λογιστικών Προτύπων, ένα

σύνολο λογιστικών αρχών, κανόνων, µεθόδων και διαδικασιών, γενικά αποδεκτών,

µε την εφαρµογή των οποίων από τις επιχειρήσεις, επιτυγχάνεται η ακριβής, αληθής

και οµοιόµορφη πληροφόρηση των χρηστών των Οικονοµικών Καταστάσεων και

αυξάνει ο βαθµός συγκρισιµότητας των στοιχείων τους.

Μέχρι σήµερα έχουν εκδοθεί 41 ∆ΛΠ και 7 ∆ΠΧΠ από τα οποία :

Το ∆ΛΠ 3 «Ενοποιηµένες οικονοµικές καταστάσεις» καταργήθηκε και

υπερκαλύφθηκε από τα ∆ΛΠ 22 (το οποίο αντικαταστάθηκε από το ∆ΠΧΠ 3), 27

και 28.

Το ∆ΛΠ 4 «Λογιστική αποσβέσεων» καταργήθηκε και υπερκαλύφθηκε από τα

∆ΛΠ 16, 22 και 38.

Το ∆ΛΠ 5 «Πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιούνται µε τις οικονοµικές

καταστάσεις» καταργήθηκε και υπερκαλύφθηκε από το αναθεωρηµένο ∆ΛΠ 1.

Το ∆ΛΠ 6 «Λογιστική αντιµετώπιση των µεταβολών των τιµών» καταργήθηκε

και υπερκαλύφθηκε από τα ∆ΛΠ 15 και 29.

Το ∆ΛΠ 9 «∆απάνες έρευνας και αναπτύξεως» καταργήθηκε µε την ψήφιση και

θέση σε ισχύ του 38.

Το ∆ΛΠ 13 «Εµφάνιση του κυκλοφορούντος ενεργητικού και των

βραχυπρόθεσµων υποχρεώσεων» καταργήθηκε στην ουσία µε το αναθεωρηµένο

∆ΛΠ 1.

Το ∆ΛΠ 15 «Πληροφορίες που φανερώνουν τις επιδράσεις από τις

Page 7: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

µεταβολές των τιµών» υιοθετήθηκε από την ΕΕ το 2003, αλλά καταργήθηκε

µε τον 2238/2004

Το ∆ΛΠ 25 «Λογιστική των επενδύσεων» καταργήθηκε και υπερκαλύφθηκε από

τα ∆ΛΠ 39 και 40.

Το ∆ΛΠ 35 «∆ιακοπτόµενες εκµεταλλεύσεις» υιοθετήθηκε από την ΕΕ το 2003,

αλλά αντικαταστάθηκε µε τον 2236/2004 από το ∆ΠΧΠ 5

Τα σε ισχύ ∆ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα και ∆ιεθνή Πρότυπα

Χρηµατοοικονοµικής Πληροφόρησης είναι:

∆.Λ.Π 1 Παρουσίαση των Οικονοµικών Καταστάσεων

(I.A.S 1: Presentation of Financial Statements)

∆.Λ.Π 2 Αποθέµατα

(I.A.S 2: Inventories)

∆.Λ.Π 7 Καταστάσεις Ταµιακών Ροών

(I.A.S 7: Cash Flow Statements)

∆.Λ.Π 8 Λογιστικές πολιτικές, αλλαγές στις λογιστικές εκτιµήσεις και

λάθη

(IAS 8: Accounting policies, changes in accounting estimates and errors)

∆.Λ.Π 10 Γεγονότα µετά ην ηµεροµηνία του Ισολογισµού

(I.A.S 10 Events After the Balance Sheet Date)

∆.Λ.Π 11 Συµβάσεις κατασκευής έργων

(I.A.S 11 Construction Contracts)

∆.Λ.Π 12 Φόροι Εισοδήµατος

(I.A.S 12: Income Taxes)

∆.Λ.Π 14 Οικονοµικές πληροφορίες κατά τοµέα

(I.A.S 14 Segment Reporting)

∆.Λ.Π 16: Ενσώµατες Ακινητοποιήσεις

(I.A.S 16 : Property, Plant and Equipment)

∆.Λ.Π 17 Μισθώσεις

(I.A.S 17: Leases)

∆.Λ.Π 18 Έσοδα

(I.A.S 18 Revenue)

∆.Λ.Π 19 Παροχές σε εργαζόµενους

(I.A.S 19 Employee Benefits)

Page 8: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

∆.Λ.Π 20: Λογιστική Κρατικών Επιχορηγήσεων και Γνωστοποίηση της

Κρατικής Υποστήριξης

(I.A.S 20: Accounting for Government Grants and Disclosure of Government

Assistance)

∆.Λ.Π 21 Οι επιδράσεις των µεταβολών στις τιµές συναλλάγµατος

(I.A.S 21 The Effects of Changes in Foreign Exchange Rates)

∆.Λ.Π 23 Κόστος ∆ανεισµού

(I.A.S 23:Borrowing Costs)

∆.Λ.Π 24 Γνωστοποιήσεις Συνδεοµένων µερών

(I.A.S 24 Related Party Disclosures)

∆.Λ.Π 26 Λογιστική Απεικόνιση και Παρουσίαση των Προγραµµάτων

Παροχών Αποχωρήσεως

(I.A.S 26 Accounting and Reporting by Retirement Benefit Plans)

∆.Λ.Π 27 Ενοποιηµένες Οικονοµικές Καταστάσεις και Λογιστική

Επενδύσεων σε θυγατρικές

(I.A.S 27: Consolidated and separate Financial Statements)

∆.Λ.Π 28 Λογιστική Επενδύσεων σε Συγγενείς επιχειρήσεις

(I.A.S 28 Investments in Associates)

∆.Λ.Π 29 Οι Οικονοµικές Καταστάσεις σε Υπερπληθωριστικές

Οικονοµίες

(I.A.S 29 Financial Reporting in Hyperinflationary Economics)

∆.Λ.Π 30 Γνωστοποιήσεις µε τις Οικονοµικές Καταστάσεις των

Τραπεζών Και των όµοιων χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων

(I.A.S 30 Disclosures in the Financial Statements of Banks and similar

Financial Institutions)

∆.Λ.Π 31 Επενδύσεις σε Κοινοπραξίες

(I.A.S 31 Interests in Joint Ventures)

∆.Λ.Π 32 Χρηµατοπιστωτικά Μέσα: Γνωστοποίηση και Παρουσίαση

(I.A.S 32 Financial Instruments: Disclosure and Presentation)

∆.Λ.Π 33 Κέρδη κατά µετοχή

(I.A.S 33 Earnings per Share)

∆.Λ.Π 34 Ενδιάµεση Οικονοµική πληροφόρηση

(I.A.S 34 Interim Financial Reporting)

∆.Λ.Π 36 Αποµείωση Αξίας Περιουσιακών Στοιχείων Ενεργητικού

Page 9: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

(I.A.S 36: Impairment of Assets)

∆.Λ.Π 37 Προβλέψεις Ενδεχόµενες Υποχρεώσεις και Ενδεχόµενες

Απαιτήσεις

(I.A.S 37 Provisions, Contingent Liabilities and Contingent Assets)

∆.Λ.Π 38 Άϋλα περιουσιακά στοιχεία

(I.A.S 38 Intangible Assets)

∆.Λ.Π 39 Χρηµατοπιστωτικά Μέσα: Καταχώρηση και Αποτίµηση

(I.A.S 39 Financial Instruments: Recognition and Measurement)

∆.Λ.Π 40 Επενδύσεις σε Ακίνητα

(I.A.S 40 Investment Property)

∆.Λ.Π 41 Γεωργία

(I.A.S 41 Agriculture)

- ∆ΠΧΠ 1 Πρώτη εφαρµογή των διεθνών προτύπων χρηµατοοικονοµικής

πληροφόρησης (IFRS 1 First adoption of financial reporting standards)

- ∆ΠΧΠ 2 Πληρωµές βασιζόµενες σε µετοχικούς τίτλους (IFRS 2 Share-

based payment)

- ∆ΠΧΠ 3 Συνενώσεις επιχειρήσεων (IFRS 3 Business combinations)

- ∆ΠΧΠ 4 Ασφαλιστικές συµβάσεις (IFRS 4 Insurance contracts)

- ∆ΠΧΠ 5 Μη κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται προς

πώληση και διακοπείσες δραστηριότητες. (IFRS 5 Non-current Assets held

for sale and Discontinued Operations)

- ∆ΠΧΠ 6 Έρευνα και αξιολόγηση µεταλλευτικών πόρων. (IFRS 6

Exploration for and evaluation of mineral resources)

- ∆ΠΧΠ 7 Χρηµατοοικονοµικά Μέσα: Γνωστοποιήσεις (IFRS 7 Financial

Instruments: Disclosures)

Στις επόµενες ενότητες 5 έως και 14 θα δοθούν τα περιγράµµατα ορισµένων

∆ΛΠ/∆ΠΧΠ

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 5η

∆.Λ.Π 1

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

Page 10: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

I.A.S 1

Presentation of Financial Statements

Το Πρότυπο αυτό περιγράφει τη βάση παρουσιάσεως των γενικού σκοπού

οικονοµικών καταστάσεων (ατοµικών και ενοποιηµένων) και δεν ασχολείται µε

ειδικές οικονοµικές καταστάσεις όπως πχ είναι οι ενδιάµεσες συνοπτικές

καταστάσεις.

Ορίζει την έννοια αυτών των οικονοµικών καταστάσεων και το σκοπό τους ο οποίος

συνίσταται στο να παρέχουν αυτές πληροφορίες σχετικά µε την οικονοµική θέση, την

απόδοση και τις ταµιακές ροές της επιχείρησης, καθώς επίσης να δείχνουν και τα

αποτελέσµατα της διαχείρισης των πόρων της επιχείρησης.

Σύµφωνα µε το πρότυπο αυτό, µία πλήρης σειρά οικονοµικών καταστάσεων πρέπει

να περιλαµβάνει:

-τον Ισολογισµό

-την Κατάσταση Αποτελεσµάτων

-την Κατάσταση Μεταβολών των Ιδίων Κεφαλαίων

-την Κατάσταση Ταµειακών Ροών και

-τις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις.

Το πρότυπο θέτει ως βασική την αρχή ότι οι οικονοµικές καταστάσεις πρέπει να

παρουσιάζουν ακριβοδίκαια την οικονοµική θέση, την οικονοµική απόδοση και τις

ταµιακές ροές της επιχείρησης, το οποίο επιτυγχάνεται µε την κατάλληλη εφαρµογή

των ∆.Λ.Π και καθορίζει ότι οι Λογιστικές πολιτικές (αρχές-παραδοχές-κανόνες και

πρακτικές) που διέπουν τη σύνταξη των οικονοµικών καταστάσεων είναι:

Της συνέχισης της επιχειρηµατικής δραστηριότητας (going concern)

Της αυτοτέλειας των χρήσεων (accrual basis of accounting)

Της οµοιοµορφίας στην παρουσίαση –συνέπειας (consistency of Presentation)

Της σπουδαιότητας – του ουσιώδους-η ουσία υπερέχει του τύπου (substance over

form)- (materiality and aggregation)

Του συµψηφισµού των περιουσιακών στοιχείων και εσόδων-εξόδων (offsetting)µόνο

µε προϋποθέσεις και

Της συγκριτικής πληροφόρησης σε σχέση µε την προηγούµενη χρήση (comparative

information).

∆ίνει κατευθυντήριες γραµµές για τη δοµή των οικονοµικών καταστάσεων και

Page 11: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Καθορίζει τα πληροφοριακά στοιχεία που πρέπει να γνωστοποιούνται µε όλες τις

οικονοµικές καταστάσεις καθώς επίσης ότι οι λογιστικές πολιτικές που

χρησιµοποιούνται πρέπει να γνωστοποιούνται µαζί µε τις άλλες αναγκαίες

επεξηγηµατικές πληροφορίες.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 6η

∆.Λ.Π 2

ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

I.A.S 2

Inventories

(Τροποποιηµένο µε τον 2238/2004)

Το πρότυπο αυτό ασχολείται µε τα αποθέµατα και τον τρόπο προσδιορισµού του

κόστους. ∆εν ασχολείται µε αποθέµατα που έχουν σχέση µε συµβάσεις κατασκευής

έργων, µε χρηµατοοικονοµικά µέσα και γενικά µε αποθέµατα που έχουν σχέση µε τη

γεωργία και την εξόρυξη µεταλλευµάτων.

Καθορίζει και διευκρινίζει την έννοια των αποθεµάτων τόσο των εµπορικών και

παραγωγικών επιχειρήσεων, όσο και των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών Ορίζει

ότι τα αποθέµατα πρέπει να αποτιµώνται στη χαµηλότερη αξία µεταξύ κόστους

κτήσης και καθαρής ρευστοποιήσιµης αξίας. Καθαρή ρευστοποιήσιµη αξία είναι η

εκτιµώµενη τιµή πώλησης των αποθεµάτων, κατά τη συνήθη πορεία της επιχείρησης.

Καθορίζει τα στοιχεία που συνθέτουν το κόστος των αποθεµάτων και από τι

συνίσταται το κόστος αγοράς, το κόστος µετατροπής και οι λοιπές δαπάνες που

επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής. Στο κόστος κτήσεως περιλαµβάνεται, σε

ορισµένες περιπτώσεις και το κόστος δανειακού κεφαλαίου(∆.Λ.Π 23) καθώς και οι

συναλλαγµατικές διαφορές δανείων και πιστώσεων υπό ορισµένες προϋποθέσεις

(∆.Λ.Π 21).

Περιλαµβάνει µια κατανοµή των σταθερών και µεταβλητών εξόδων παραγωγής και

αναλύει σε βάθος τις έννοιες των σταθερών και µεταβλητών αυτών εξόδων καθώς και

των δαπανών που δεν πρέπει να περιλαµβάνονται στο κόστος.

Υιοθετεί την θεωρία της ορθολογικής επιβάρυνσης.

Επιτρέπει για λόγους ευκολίας τη χρησιµοποίηση τεχνικών µετρήσεως του κόστους

των αποθεµάτων όπως τη µέθοδο του πρότυπου κόστους (standard cost) ή τη µέθοδο

Page 12: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

των τιµών λιανικής (retail method) εφόσον το αποτέλεσµά τους προσεγγίζει το

κόστος.

Ορίζει σαν βασική µέθοδο αποτίµησης του κόστους των αποθεµάτων µαζικής

παραγωγής, τη µέθοδο First In First Out (F.I.F.O) ή του µέσου σταθµικού

κόστους (weighted average cost) εκτός των ειδών που δεν αντικαθίστανται µε µία

κανονική ροή καθώς και των αγαθών ή υπηρεσιών που παράγονται και διαχωρίζονται

για ειδικούς σκοπούς οπότε πρέπει να χρησιµοποιείται η µέθοδος του

εξατοµικευµένου κόστους.

Η επιχείρηση πρέπει να χρησιµοποιεί την ίδια µέθοδο αποτίµησης του κόστους των

αποθεµάτων για όλα τα αποθέµατα που έχουν την ίδια φύση και χρήση στην

επιχείρηση.

Όταν οι συνθήκες που οδήγησαν σε µία υποτίµηση των αποθεµάτων κάτω του

κόστους (χρήση της καθαρής ρευστοποιήσιµης αξίας στην αποτίµηση του τελικού

αποθέµατος) δεν υπάρχουν πλέον, τότε το ποσό της υποτίµησης αναστρέφεται ώστε η

νέα λογιστική αξία να είναι η χαµηλότερη µεταξύ του κόστους και της

αναθεωρηµένης καθαρής ρευστοποιήσιµης αξίας.

Το πρότυπο απαιτεί σηµαντικές γνωστοποιήσεις που πρέπει να περιληφθούν στις

Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 7η

∆.Λ.Π 7

ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ

I.A.S 7

Cash Flow Statements

(Τροποποιηµένο µε τον 2238/2004)

Το πρότυπο αυτό απαιτεί να παρουσιάζουν οι επιχειρήσεις σαν αναπόσπαστο µέρος

των οικονοµικών καταστάσεών τους, την κατάσταση Ταµειακών Ροών ώστε οι

χρήστες των οικονοµικών καταστάσεων να έχουν µία βάση εκτιµήσεως της

δυνατότητας της επιχείρησης να δηµιουργεί ταµειακά διαθέσιµα και ταµειακά

ισοδύναµα, αλλά και της ανάγκης της να χρησιµοποιεί αυτές τις ταµειακές ροές

(εισροές και εκροές).

Page 13: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Ορίζει τις έννοιες των Ταµειακών διαθεσίµων, των Ταµειακών ισοδυνάµων και των

Ταµειακών Ροών .

Η κατάσταση Ταµειακών Ροών παρέχει πληροφορίες σχετικά µε τις ταµειακές εισροές

και εκροές της επιχείρησης (εισπράξεις και πληρωµές) κατά τη διάρκεια µιας

οικονοµικής χρήσης.

∆ιακρίνει τις δραστηριότητες της επιχείρησης σε επιχειρηµατικές (λειτουργικές),

επενδυτικές και χρηµατοοικονοµικές δραστηριότητες.

Προσδιορίζει και διακρίνει σαφώς το περιεχόµενο των δραστηριοτήτων αυτών.

Ταξινοµεί τις ταµειακές ροές της χρήσης ώστε να απεικονίζονται στην Κατάσταση

Ταµειακών Ροών κατά κατηγορία δραστηριοτήτων, σε:

-Ταµειακές Ροές από επιχειρηµατικές (λειτουργικές) δραστηριότητες (operating

activities) Περιλαµβάνουν τη διακίνηση µετρητών που προέρχονται από τις συνήθεις

δραστηριότητες της επιχείρησης συν τα ανόργανα έσοδα και έξοδα (εισπράξεις από

πωλήσεις, πληρωµές για αγορές, πληρωµές οργανικών εξόδων, φόρων και τόκων).

-Ταµειακές Ροές από επενδυτικές δραστηριότητες ( investing activities)

Περιλαµβάνουν τη διακίνηση µετρητών που προέρχονται από επενδυτικές

δραστηριότητες δηλ. από στοιχεία που αποκτήθηκαν ή πωλήθηκαν µε απώτερο στόχο

την εκµετάλλευση των οικονοµικών τους ωφεληµάτων όπως τόκων ή µερισµάτων

(αγορές ή πωλήσεις παγίων, εξαγορές, παροχές δανείων σε τρίτους, εισπράξεις από

δάνεια)

-Ταµειακές Ροές από χρηµατοοικονοµικές δραστηριότητες (financial activities)

Περιλαµβάνουν τη διακίνηση µετρητών που προέρχονται από: αύξηση του

Μετοχικού Κεφαλαίου, δηµιουργία καινούργιων δανείων, αποπληρωµές δανείων ή

Leasing, πληρωµές µερισµάτων, εξαγορά ιδίων µετοχών, εισπράξεις από έκδοση

οµολόγων,

ώστε οι χρήστες να µπορούν να εκτιµήσουν τις επιδράσεις που ασκούν οι συναλλαγές

αυτές στην χρηµατοοικονοµική θέση της επιχείρησης και στη διαµόρφωση των

διαθεσίµων της τόσο των ταµειακών όσο και των ισοδυνάµων προς αυτά.

Επιτρέπει τεχνικά, η εµφάνιση των ταµειακών ροών από επιχειρηµατικές

δραστηριότητες να γίνεται είτε µε την άµεση µέθοδο κατά την οποία

γνωστοποιούνται οι κύριες κατηγορίες ακαθάριστων εισπράξεων και ακαθάριστων

πληρωµών (δηλ.τα έσοδα και τα έξοδα κρίνονται από ταµειακής απόψεως, αν

προκάλεσαν ταµειακή εισροή ή εκροή), είτε µε την έµµεση µέθοδο κατά την οποία

το καθαρό κέρδος ή ζηµία προ φόρων αναµορφώνεται µε βάση τις επιδράσεις των

Page 14: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

συναλλαγών µη ταµειακής φύσεως, των αναβαλλόµενων ή των προβλεπόµενων

οργανικών εισπράξεων ή πληρωµών, όπως επίσης και των στοιχείων εσόδων ή

εξόδων που συνδέονται µε επενδυτικές ή χρηµατοοικονοµικές ταµειακές ροές πχ

διακανονίζονται ποσά που έχουν συµπεριληφθεί στο κέρδος ή τη ζηµία και δεν είναι

ταµειακές ροές όπως αποσβέσεις, προβλέψεις κ.ά

Προτρέπει τις επιχειρήσεις να χρησιµοποιούν την άµεση µέθοδο αν και οι

περισσότερες στο εξωτερικό χρησιµοποιούν την έµµεση.

Περιλαµβάνει οδηγίες για ειδικές περιπτώσεις που καλύπτουν θέµατα:

-ταµειακών ροών σε ξένο νόµισµα

-ταµειακών ροών από έκτακτα κονδύλια

-τόκων και µερισµάτων

-φόρου εισοδήµατος

-επενδύσεων σε θυγατρικές, συγγενείς και κοινοπραξίες

-απόκτησης και διάθεσης θυγατρικών και άλλων επιχειρηµατικών µονάδων και

-µη ταµειακών συναλλαγών.

Εξηγεί σε ποιες περιπτώσεις µπορεί να γίνει συµψηφισµός ταµειακών εισροών και

εκροών µε την εµφάνιση του καθαρού ποσού µόνο.

Περιλαµβάνει τις απαιτούµενες γνωστοποιήσεις που πρέπει να γίνονται στις

σηµειώσεις.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 8η

∆.Λ.Π 8

ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΙΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ & ΛΑΘΗ

I.A.S 8

(Accounting Policies, Changes in Accounting Estimates and Errors)

(Αναθεωρηµένο το ∆εκέµβριο του 2003 και αντικαταστάθηκε από την ΕΕ µε

τον κανονισµό 2238/2004)

Το πρότυπο αυτό αντικατέστησε το προηγούµενο µε τίτλο « Καθαρό Κέρδος ή Ζηµία

Χρήσεως, Βασικά λάθη και µεταβολές στις Λογιστικές Μεθόδους». ∆εν αναφέρεται

στις έννοιες των Κερδών ή Ζηµιών Χρήσης οι οποίες έχουν µεταφερθεί στο ∆ΛΠ 1.

Το Πρότυπο αυτό αναφέρεται στις έννοιες των

Page 15: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

α) Λογιστικών Πολιτικών

β) Λογιστικών εκτιµήσεων

γ) των λαθών που δηµιουργήθηκαν σε προηγούµενες περιόδους και το πόσο

σηµαντικά είναι αυτά.

Το Πρότυπο αναφέρεται στο λογιστικό χειρισµό των µεταβολών των λογιστικών

εκτιµήσεων και αν θα βαρύνουν το αποτέλεσµα της τρέχουσας χρήσης ή αν µέρος

αυτών θα αναγνωριστεί σε µελλοντικές χρήσεις που αφορούν.

Το Πρότυπο αναφέρεται στις αλλαγές στις λογιστικές πολιτικές που µπορεί να

επέλθουν µε την εφαρµογή νέου προτύπου ή που αποφασίζει µία επιχείρηση να

κάνει, πως και πότε θα γίνει ο λογιστικός χειρισµός τους.

Επίσης το Πρότυπο αναφέρεται στην αναδροµική διόρθωση των Οικονοµικών

Καταστάσεων που θα καταρτιστούν µετά την ανακάλυψη σηµαντικών λαθών

προηγούµενων χρήσεων µε επαναδιατύπωση και το λογιστικό χειρισµό αυτών µε

διόρθωση του υπολοίπου ενάρξεως του λογαριασµού «Κέρδη εις νέον» και την

αναµόρφωση της συγκριτικής πληροφόρησης λαµβάνοντας υπόψη τη διόρθωση

(proforma-άτυπη πληροφόρηση) εκτός εάν αυτό είναι πρακτικά αδύνατο.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 9η

∆.Λ.Π 12

ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟ∆ΗΜΑΤΟΣ

I.A.S 12

Income Taxes

(τελευταία τροποποίησή του µε τον 211/2005)

Το πρότυπο αυτό προδιαγράφει το λογιστικό χειρισµό των φόρων εισοδήµατος δηλ

των φόρων που βασίζονται στα φορολογητέα κέρδη, περιλαµβανοµένων των

τρεχουσών και των µελλοντικών υποχρεώσεων.

Υποδεικνύει τον τρόπο λογιστικής παρακολούθησης των τρεχουσών και µελλοντικών

φορολογικών συνεπειών.

Καθορίζει τις έννοιες :

-του λογιστικού αποτελέσµατος,

Page 16: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

-του φορολογητέου εισοδήµατος,

-του φόρου εισοδήµατος που χωρίζεται στον τρέχοντα φόρο, και τις αναβαλλόµενες

φορολογικές υποχρεώσεις και απαιτήσεις (αναβαλλόµενος φόρος-deferred tax) ,

-των προσωρινών διαφορών που µπορεί να είναι είτε φορολογητέες προσωρινές

διαφορές είτε εκπεστέες προσωρινές διαφορές και

-της φορολογικής βάσης (ενός στοιχείου Ενεργητικού – µιας υποχρέωσης)

Το Πρότυπο αναφέρεται στο χρόνο, τις τεχνικές και τους κανόνες αναγνώρισης της

αναβαλλόµενης φορολογίας καθώς και σε ειδικές περιπτώσεις αναγνώρισης αυτής

Απεικονίζει λογιστικά το φόρο εισοδήµατος της χρήσης (τρέχων φόρος) ο οποίος

αποτελεί έξοδο που βαρύνει το λογαριασµό «Αποτελέσµατα χρήσεως» και από εκεί

καταχωρείται σαν υποχρέωση κατά το ποσό που δεν έχει καταβληθεί.

Αντιµετωπίζει λογιστικά τις αναβαλλόµενες φορολογικές υποχρεώσεις

Αντιµετωπίζει λογιστικά τις αναβαλλόµενες φορολογικές απαιτήσεις

Απαιτεί γνωστοποιήσεις που πρέπει να γίνονται στις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις

σχετικά µε τα συστατικά στοιχεία των εξόδων ή εσόδων για φόρους, για τη σχέση

Φορολογικού και Λογιστικού αποτελέσµατος και για την αναβαλλόµενη φορολογική

απαίτηση ( το ποσό της απαίτησης και τη φύση της απόδειξης που στηρίζει η

επιχείρηση την αναγνώρισή της) .

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 10η

∆.Λ.Π 16

ΕΝΣΩΜΑΤΕΣ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΉΣΕΙΣ

I.A.S 16

Property, Plant and Equipment

(τελευταία τροποποίηση µε τον 211/2005)

Το πρότυπο αυτό προδιαγράφει το λογιστικό χειρισµό των ενσώµατων

ακινητοποιήσεων (πάγιων περιουσιακών στοιχείων) των επιχειρήσεων και χειρίζεται

θέµατα σηµαντικά για τα ενσώµατα πάγια όπως είναι η αναγνώρισή τους, ο

προσδιορισµός της λογιστικής τους αξίας, οι αποσβέσεις στις οποίες αυτά υπόκεινται

και η µείωση της αξίας τους.

Page 17: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Καθορίζει τις έννοιες των ενσώµατων ακινητοποιήσεων, της απόσβεσης, του

αποσβεστέου ποσού, της ωφέλιµης ζωής των παγίων, των δαπανών που συνιστούν το

κόστος του παγίου, της υπολειµµατικής αξίας, της πραγµατικής αξίας, της ζηµίας

αποµειώσεως και της λογιστικής αξίας.

Το Πρότυπο προσδιορίζει τη λογιστική αξία (αρχική και µεταγενέστερη) των

ενσώµατων παγίων.

Προσδιορίζει πότε αναγνωρίζεται το κόστος ενός στοιχείου ως ενσώµατο πάγιο –

στοιχείο ενεργητικού (κριτήρια αρχικής αναγνώρισης) και πως αποτιµάται αυτό στην

αρχική του καταχώρηση (συστατικά στοιχεία κόστους ).

Επιβάλλει τα έξοδα κτήσεως ακινητοποιήσεων να βαρύνουν το κόστος κτήσης των

ακινήτων.

Οι τόκοι δανείων για αγορά ή κατασκευή ακινήτων µπορεί να προσαυξήσουν το

κόστος κτήσης του παγίου όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ∆.Λ.Π 23

Παρέχει ειδικές οδηγίες για το πως καταχωρούνται οι αξίες των στοιχείων που

αποκτώνται από ανταλλαγή ή µερική ανταλλαγή µε ένα διαφορετικό πάγιο ή άλλο

πάγιο.

Αναφέρει µεταγενέστερες δαπάνες σε ήδη καταχωρηµένο πάγιο που προστίθενται

στη λογιστική του αξία µόνο αν αυξάνουν τα µελλοντικά οικονοµικά οφέλη του

στοιχείου αυτού.

Προσδιορίζει ότι, η µεταγενέστερη Αποτίµηση της αρχικής µπορεί να γίνει

- είτε µε το υπόδειγµα του κόστους κατά το οποίο το πάγιο στοιχείο πρέπει να

εµφανίζεται στο κόστος κτήσεώς του µειωµένο κατά τις σωρευµένες

αποσβέσεις και τις σωρευµένες αποµειώσεις

- είτε µε το υπόδειγµα της αναπροσαρµογής κατά το οποίο ένα πάγιο πρέπει

να εµφανίζεται στα βιβλία, µετά την αρχική του καταχώρηση, µε την

αναπροσαρµοσµένη αξία που αποτελείται από την πραγµατική του αξία

(εύλογη αξία) κατά την ηµέρα της αναπροσαρµογής µειωµένη µε τις

συσσωρευµένες αποσβέσεις.

Ακόµη, το Πρότυπο καθορίζει το λογιστικό χειρισµό της αναπροσαρµογής ενός

πάγιου στοιχείου το οποίο προηγουµένως είχε υποστεί µείωση ή αύξηση της

Λογιστικής του αξίας.

Οι αναπροσαρµογές πρέπει να γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήµατα (από τρία έως

πέντε έτη)

Page 18: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Επιβάλλει την αποµείωση της αξίας του πάγιου στοιχείου, δηλαδή τη µείωση της

λογιστικής του αξίας, όταν η πραγµατική του αξία είναι συγκριτικά κατώτερη της

λογιστικής του αξίας (κτήσεως ή αναπροσαρµοσµένη) (περί αποµειώσεως ∆.Λ.Π 36)

Αποσβέσεις ενσώµατων ακινητοποιήσεων.

Καθιερώνει κανόνες που διέπουν τη διενέργεια των αποσβέσεων.

Επιβάλλει τη συστηµατική κατανοµή του αποσβεστέου ποσού των πάγιων στοιχείων

µε βάση την ωφέλιµη ζωή κάθε στοιχείου Επανεκτίµηση της ωφέλιµης ζωής και της

υπολειµµατικής αξίας ενός παγίου µπορεί να γίνονται αφού αυτές πρέπει να

εξετάζονται στο τέλος κάθε χρήσης. Στην περίπτωση αυτή, οι αλλαγές που

επέρχονται (αν επέρχονται) µε την επανεκτίµηση θεωρούνται «αλλαγές σε λογιστικές

εκτιµήσεις» σύµφωνα µε το ∆ΛΠ 8.

Επιβάλλει ότι η µέθοδος απόσβεσης (σταθερή, φθίνουσα ή των παραγόµενων

µονάδων) που χρησιµοποιείται για τον προσδιορισµό του ποσού απόσβεσης κάθε

πάγιου στοιχείου, θα πρέπει να αντανακλά τον προσδοκώµενο ρυθµό ανάλωσης των

οικονοµικών ωφελειών που προσδοκά η επιχείρηση και απορρέουν από αυτό.

Η δαπάνη απόσβεσης πρέπει να βαρύνει τα αποτελέσµατα .

Σύµφωνα µε το Πρότυπο, ένα ενσώµατο πάγιο πρέπει να διαγράφεται από τα βιβλία

όταν διατίθεται και όταν δεν αναµένονται µελλοντικά οικονοµικά οφέλη από τη

χρήση ή τη διάθεσή του.

Το Πρότυπο ρυθµίζει θέµατα που έχουν σχέση µε ενσώµατα πάγια και αναβαλλόµενη

φορολογία (όταν οι φορολογικές αποσβέσεις είναι υψηλότερες ή χαµηλότερες των

λογιστικών) και

Απαιτεί σηµαντικές γνωστοποιήσεις στις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 11η

∆.Λ.Π 17

ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ

I.A.S. 17

Leases

Page 19: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

(τελευταία αναθεώρηση ∆εκέµβριος 2003 οπότε και αντικαταστάθηκε από

την ΕΕ µε τον 2238/2004)

Το πρότυπο αυτό σκοπό έχει να περιγράψει, για τους µισθωτές και τους εκµισθωτές,

τις κατάλληλες µεθόδους και τις επιπρόσθετες πληροφορίες που πρέπει να

παρατίθενται για τις µακροπρόθεσµες µισθώσεις.

Επιβάλλει εφαρµογή σε όλες τις µισθώσεις που αφορούν σε πάγια και τις κατατάσσει

σε χρηµατοδοτικές και λειτουργικές, εκτός από ορισµένους ειδικούς τύπους

µισθώσεων. Η κατάταξη αυτή πρέπει να γίνεται µε την έναρξη της µίσθωσης. Εάν,

κατά τη διάρκεια της µίσθωσης αποφασιστούν αλλαγές στους όρους της που

επιφέρουν αλλαγές στην αρχική κατάταξη, θα πρέπει η σύµβαση να θεωρηθεί νέα και

να απεικονιστεί λογιστικά ο επαναχαρακτηρισµός της.

Καθορίζει τις έννοιες της µίσθωσης, της χρηµατοδοτικής µίσθωσης, της λειτουργικής

µίσθωσης, του ελαχίστου συνόλου των µισθωµάτων (του συνόλου δηλαδή των

πληρωµών που οφείλει ο µισθωτής), της εύλογης (πραγµατικής) αξίας, της

οικονοµικής ζωής, της ωφέλιµης ζωής, της εγγυηµένης υπολειµµατικής αξίας, της µη

εγγυηµένης υπολειµµατικής αξίας, της ακαθάριστης επένδυσης στη µίσθωση, του µη

δεδουλευµένου χρηµατοοικονοµικού εσόδου, της καθαρής επένδυσης στη µίσθωση,

του τεκµαρτού επιτοκίου της µίσθωσης και του ενδεχόµενου µισθώµατος.

Αναφέρει παραδείγµατα που κανονικά θα είχαν τις προϋποθέσεις για την κατάταξη

µιας µίσθωσης ως χρηµατοδοτικής.

Τονίζει ότι εάν µια µίσθωση είναι χρηµατοδοτική εξαρτάται από την ουσία της

συναλλαγής παρά από τον τύπο της συµβάσεως.

Υποδεικνύει

τη Λογιστική αντιµετώπιση των µισθώσεων στα βιβλία του µισθωτή και τη

Λογιστική αντιµετώπιση των µισθώσεων στα βιβλία του εκµισθωτή.

Το Πρότυπο απαιτεί, τόσο από τους µισθωτές όσο και από τους εκµισθωτές, να

παρέχουν συγκεκριµένες πληροφορίες στις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις ξεχωριστά

για κάθε µορφή µίσθωσης (χρηµατοοικονοµική ή λειτουργική).

Page 20: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 12η

∆.Λ.Π 23

ΚΟΣΤΟΣ ∆ΑΝΕΙΣΜΟΥ

I.A.S 23 Borrowing Costs

(Αναθεωρηµένο 1993)

Το πρότυπο ασχολείται µε το λογιστικό χειρισµό των τόκων και των λοιπών δαπανών

που πραγµατοποιούνται από την επιχείρηση για τη λήψη δανείων.

Καθορίζει τις έννοιες και τα συστατικά στοιχεία του κόστους

δανεισµού(περιλαµβάνει ακόµη και συναλλαγµατικές διαφορές). Επίσης καθορίζει

τις έννοιες και των µη άµεσα εκµεταλλεύσιµων περιουσιακών στοιχείων όπως και του

κόστους που σχετίζεται µε την κατασκευή ή παραγωγή των στοιχείων αυτών.

Επιβάλλει για την καταχώρηση του κόστους δανεισµού στα βιβλία της επιχείρησης

την βασική µέθοδο κατά την οποία λογίζεται αυτό στα έξοδα της χρήσεως στην

οποία πραγµατοποιείται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιµοποιήσεως των δανείων.

Το κόστος δανεισµού που σχετίζεται άµεσα µε την κατασκευή ή παραγωγή ενός µη

άµεσα εκµεταλλεύσιµου περιουσιακού στοιχείου πρέπει να µεταφέρεται στα πάγια

στοιχεία ως τµήµα του κόστους των στοιχείων αυτών (κεφαλαιοποιείται)

(Εναλλακτική Μέθοδος)

.Απαιτεί να γνωστοποιούνται στις Οικονοµικές Καταστάσεις οι λογιστικές µέθοδοι

που υιοθετήθηκαν, το κόστος δανεισµού που µεταφέρθηκε στα πάγια και το επιτόκιο

κεφαλαιοποιήσεως που χρησιµοποιήθηκε για τον προσδιορισµό του ποσού του

κόστους δανεισµού που πληροί τις προϋποθέσεις µεταφοράς στα πάγια στοιχεία.

∆ιερµηνεία 2: ορίζει ότι η επιχείρηση που αποφασίζει µία από τις δύο µεθόδους, θα

πρέπει να την εφαρµόζει µε συνέπεια σε όλες τις δανειακές δαπάνες που αφορούν µη

άµεσα εκµεταλλεύσιµα περιουσιακά στοιχεία, προκειµένου να εξασφαλιστεί η

συγκρισιµότητα των οικονοµικών καταστάσεων.

Page 21: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 13η

∆.Λ.Π 36

ΑΠΟΜΕΙΩΣΗ ΑΞΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ

I.A.S 36

Impairment of Assets

(τελευταία τροποποίησή του από την ΕΕ µε τον κανονισµό 2238/2004)

Το πρότυπο προδιαγράφει τις διαδικασίες που µια επιχείρηση εφαρµόζει για να

εξασφαλίσει ότι, τα περιουσιακά στοιχεία της απεικονίζονται (λογιστικό υπόλοιπο)

σε όχι µεγαλύτερη από την ανακτήσιµη αξία τους, περιγράφει τη µέθοδο ανίχνευσης

ενδεχόµενης ζηµιάς λόγω µείωσης της αξίας των στοιχείων του Ενεργητικού, τον

τρόπο ποσοτικού προσδιορισµού του µεγέθους της ζηµιάς και τις προϋποθέσεις για

την αναστροφή αυτής της ζηµιάς.

Οφείλει η επιχείρηση να διαπιστώνει κατά την ηµεροµηνία του Ισολογισµού αν και

κατά πόσο υπάρχει ένδειξη ότι ένα περιουσιακό στοιχείο είναι υποτιµηµένο.

Εξαιρεί των περιουσιακών στοιχείων τα αποθέµατα, τις απαιτήσεις που προέρχονται

από συµβάσεις κατασκευής έργων (∆ΛΠ 11), τις αναβαλλόµενες απαιτήσεις φόρων

(∆ΛΠ 12), τις απαιτήσεις που προέρχονται από παροχές σε εργαζόµενους (∆ΛΠ 19)

τα χρηµατοοικονοµικά στοιχεία που συµπεριλαµβάνονται στο πεδίο εφαρµογής του

∆.Λ.Π 39, τα βιολογικά στοιχεία Ενεργητικού (∆ΛΠ 41) και τις επενδύσεις σε

ακίνητα (∆ΛΠ 40). Άρα κυρίως αναφέρεται στην αποµείωση της αξίας των παγίων.

Καθορίζει τις έννοιες του ανακτήσιµου ποσού, της αξίας χρήσεως, της καθαρής τιµής

πώλησης, των δαπανών διάθεσης, της ζηµίας αποµειώσεως (είναι το ποσό κατά το

οποίο η αξία µε την οποία εµφανίζεται στα βιβλία το περιουσιακό στοιχείο

υπερβαίνει την ανακτήσιµη αξία του) , της λογιστικής αξίας, της ωφέλιµης ζωής, της

µονάδας δηµιουργίας ταµειακών ροών και των εταιρικών περιουσιακών στοιχείων.

Αναγνωρίζει ένα περιουσιακό στοιχείο ότι έχει αποµειωθεί όταν η λογιστική αξία

του (κόστος κτήσης µείον τις συσσωρευµένες αποσβέσεις και τις συσσωρευµένες

ζηµιές λόγω µείωσης της αξίας) υπερβαίνει το ανακτήσιµο ποσό του (το

υψηλότερο ποσό µεταξύ καθαρής τιµής πώλησης και της αξίας λόγω χρήσης του).

Page 22: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

Περιγράφει τις ενδείξεις µείωσης της αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου που

λαµβάνει από α) εξωτερικές πηγές πληροφόρησης β) εσωτερικές πηγές

πληροφόρησης και την έκθεση εσωτερικού ελέγχου.

Καθορίζει τον τρόπο υπολογισµού της αξίας πώλησης και της αξίας χρήσης κάθε

στοιχείου.

Καθορίζει τη λογιστική αντιµετώπιση της ζηµίας αποµειώσεως και της αναστροφής

της ζηµίας αποµειώσεως όταν σε µεταγενέστερη επανεκτίµηση κατά την ηµεροµηνία

κλεισίµατος του Ισολογισµού η ζηµία έχει πάψει να υφίσταται ή έχει µειωθεί και

πρέπει να γίνει επαναφορά της λογιστικής αξίας του στοιχείου στην αξία που θα είχε

στην τρέχουσα χρήση, εάν δεν είχε αναγνωριστεί ζηµιά λόγω αποµείωσης της αξίας

του.

Απαιτεί για κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων να γνωστοποιούνται µεταξύ των

άλλων στις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις και:

-το ποσό της ζηµίας αποµείωσης που καταχωρήθηκε τόσο στην Κατάσταση

Αποτελεσµάτων όσο και στην Καθαρή Θέση και

-το ποσό των αναστροφών των ζηµιών αποµείωσης που καταχωρήθηκε τόσο στην

Κατάσταση Αποτελεσµάτων όσο και στην Καθαρή Θέση.

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α 14η

∆ΠΧΠ 3

ΣΥΝΕΝΩΣΕΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

IFRS 3

Business combinations

(Υιοθετήθηκε από την ΕΕ µε τον κανονισµό 2236/2004)

Το νέο αυτό Πρότυπο αντικατέστησε το ∆ΛΠ 22 το οποίο καταργήθηκε.

Σκοπός του είναι να καθορίσει την παρουσίαση οικονοµικών στοιχείων µιας

επιχειρηµατικής οντότητας όταν αναλαµβάνει µία συνένωση επιχειρήσεων.

Το Πρότυπο επιβάλλει , οι συνενώσεις επιχειρήσεων να απεικονίζονται λογιστικά µε

τη µέθοδο της αγοράς κατά την οποία ο αποκτών καταχωρεί τα αναγνωρίσιµα

στοιχεία Ενεργητικού, τις υποχρεώσεις, την υπεραξία και τις ενδεχόµενες

Page 23: ΔΛΠ (ΓΕΝΙΚΑ)

υποχρεώσεις του αποκτώµενου στις εύλογες αξίες τους κατά την ηµεροµηνία της

απόκτησης.

Προσδιορίζει την έννοια της συνένωσης των επιχειρήσεων και τη σχέση µητρικής –

θυγατρικής.

Προδιαγράφει τρόπους για τη δοµή της συνένωσης επιχειρήσεων για νοµικούς,

φορολογικούς ή άλλους λόγους.

Επιβάλλει για την εφαρµογή της µεθόδου αγοράς, τον προσδιορισµό του αποκτώντος

(αγοραστή), την επιµέτρηση του κόστους της συνένωσης και τον επιµερισµό, κατά

την ηµεροµηνία της απόκτησης, του κόστους της συνένωσης επιχειρήσεων στα

αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία και στις αναληφθείσες υποχρεώσεις και

ενδεχόµενες υποχρεώσεις.

Καθορίζει τα κριτήρια αναγνώρισης που θα πρέπει να πληρούν τα περιουσιακά

στοιχεία, οι υποχρεώσεις και οι ενδεχόµενες υποχρεώσεις του αποκτώµενου κατά την

ηµεροµηνία απόκτησης.

Επιβάλλει η Κατάσταση Αποτελεσµάτων του αποκτώντος να ενσωµατώνει τα κέρδη

και τις ζηµίες του αποκτώµενου µετά την ηµεροµηνία της απόκτησης µε την

συµπερίληψη των εσόδων και των δαπανών του αποκτώµενου βάσει του κόστους της

συνένωσης για τον αποκτώντα.

Τα δικαιώµατα µειοψηφίας (αν υπάρχουν) στον αποκτώµενο, πρέπει να

παρουσιάζονται από τον αποκτώντα µε το ποσοστό της µειοψηφίας επί της καθαρής

εύλογης αξίας των περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και ενδεχόµενων

υποχρεώσεων του αποκτώµενου που πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης.

Τα άϋλα περιουσιακά στοιχεία του αποκτώµενου αναγνωρίζονται από τον

αποκτώντα (εκτός της υπεραξίας που αναγνωρίζεται ξεχωριστά) µόνον εφόσον

πληρούν τον ορισµό του ∆ΛΠ 38 και η εύλογη αξία τους µπορεί να επιµετρηθεί

αξιόπιστα.