55
Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΙΝΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η οινοφόρος άμπελος (vitis vinifera) είναι ένα πολυετές φυτό με ετήσιο βιολογικό κύκλο που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των ανθρώπων εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η συγκεκριμένη έρευνα θέλει να καταδείξει τη σημασία της γνώσης για μια καλλιέργεια και τα παράγωγά της, που η παρουσία τους ξεκινά από τα βάθη της ελληνικής ιστορίας και φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Σκοπός του παρόντος πονήματος δεν είναι να καλύφθεί εξαντλητικά το θέμα, λόγω της μεγάλης του έκτασης και των περιορισμών που υπάρχουν σε χώρο και χρόνο. Βασικός στόχος της έρευνάς μας είναι να προσεγγίσουμε και να σταθούμε σε κάποια βασικά στοιχεία για την άμπελο και το κρασί στην ελληνική αρχαιότητα. Δεν είναι σαφές πού ακριβώς ανακαλύφθηκε το κρασί. Το πιο πιθανό είναι ότι πρόκειται για ένα συλλογικό πολιτιστικό δημιούργημα λαών κι ότι πρώτοι οι Αρχαίοι Έλληνες ανήγαγαν την παραγωγή του σε τέχνη. Η βαθιά παράδοση των Ελλήνων στην καλλιέργεια αμπελιού και στην παραγωγή κρασιού ακολουθεί μιαν ιστορική διαδρομή που χάνεται σε χιλιάδες χρόνια παρελθόντος. Ήταν αυτοί που ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό το εμπόριο κρασιού κι εμπορεύονταν τα γνωστά ελληνικά κρασιά σε διάφορες περιοχές του τότε γνωστού κόσμου. Οι Έλληνες ανέπτυξαν μια ιδιαίτερη σχέση με το κρασί, το οποίο και συνόδευε όλες τις εκφάνσεις και εκδηλώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Θεώρησαν, μάλιστα, το κρασί δώρο θεόσταλτο και δημιούργησαν και θεό του κρασιού, το Διόνυσο, εκτιμώντας το γεγονός ότι τους βοηθούσε ανάλογα με την περίσταση να τιμούν τους θεούς και τους νεκρούς τους, αλλά και να ξεχνούν τα βάσανα της ζωής, να έρχονται σε έκσταση, να δημιουργούν ευχάριστη ατμόσφαιρα, να φιλοσοφούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι το εκτιμούσαν τόσο ο απλός λαός, όσο και οι άρχοντες, καθώς και οι φιλόσοφοι όλων -σχεδόν- των ρευμάτων, από τους Προσωκρατικούς και τους Ιδεαλιστές (Πλάτων, Σωκράτης κ.ο.κ.) μέχρι τους Επικούριους, ενώ ούτε οι ποιητές δεν παρέλειψαν να το υμνήσουν. Χαρακτηριστικά ο ποιητής Αλκαίος (6 ος αι. π.Χ.) αναφέρει: 1

Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Embed Size (px)

DESCRIPTION

PERI DIONYSOU

Citation preview

Page 1: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΙΝΟΥ

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η οινοφόρος άμπελος (vitis vinifera) είναι ένα πολυετές φυτό με ετήσιο βιολογικό κύκλο

που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των ανθρώπων εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η

συγκεκριμένη έρευνα θέλει να καταδείξει τη σημασία της γνώσης για μια καλλιέργεια

και τα παράγωγά της, που η παρουσία τους ξεκινά από τα βάθη της ελληνικής ιστορίας

και φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Σκοπός του παρόντος πονήματος δεν είναι να καλύφθεί

εξαντλητικά το θέμα, λόγω της μεγάλης του έκτασης και των περιορισμών που υπάρχουν

σε χώρο και χρόνο. Βασικός στόχος της έρευνάς μας είναι να προσεγγίσουμε και να

σταθούμε σε κάποια βασικά στοιχεία για την άμπελο και το κρασί στην ελληνική

αρχαιότητα.

Δεν είναι σαφές πού ακριβώς ανακαλύφθηκε το κρασί. Το πιο πιθανό είναι ότι πρόκειται

για ένα συλλογικό πολιτιστικό δημιούργημα λαών κι ότι πρώτοι οι Αρχαίοι Έλληνες

ανήγαγαν την παραγωγή του σε τέχνη. Η βαθιά παράδοση των Ελλήνων στην

καλλιέργεια αμπελιού και στην παραγωγή κρασιού ακολουθεί μιαν ιστορική διαδρομή

που χάνεται σε χιλιάδες χρόνια παρελθόντος. Ήταν αυτοί που ανέπτυξαν σε μεγάλο

βαθμό το εμπόριο κρασιού κι εμπορεύονταν τα γνωστά ελληνικά κρασιά σε διάφορες

περιοχές του τότε γνωστού κόσμου. Οι Έλληνες ανέπτυξαν μια ιδιαίτερη σχέση με το

κρασί, το οποίο και συνόδευε όλες τις εκφάνσεις και εκδηλώσεις της ανθρώπινης

συμπεριφοράς. Θεώρησαν, μάλιστα, το κρασί δώρο θεόσταλτο και δημιούργησαν και

θεό του κρασιού, το Διόνυσο, εκτιμώντας το γεγονός ότι τους βοηθούσε ανάλογα με την

περίσταση να τιμούν τους θεούς και τους νεκρούς τους, αλλά και να ξεχνούν τα βάσανα

της ζωής, να έρχονται σε έκσταση, να δημιουργούν ευχάριστη ατμόσφαιρα, να

φιλοσοφούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι το εκτιμούσαν τόσο ο απλός λαός, όσο και οι

άρχοντες, καθώς και οι φιλόσοφοι όλων -σχεδόν- των ρευμάτων, από τους

Προσωκρατικούς και τους Ιδεαλιστές (Πλάτων, Σωκράτης κ.ο.κ.) μέχρι τους

Επικούριους, ενώ ούτε οι ποιητές δεν παρέλειψαν να το υμνήσουν. Χαρακτηριστικά ο

ποιητής Αλκαίος (6ος αι. π.Χ.) αναφέρει:

1

Page 2: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Πίνε, μέθα, Μελάνιππε, μαζί μου: τι νομίζεις;

Στο στρόβιλο του Αχέροντα μπαίνοντας, το μεγάλο

To πέρασμα διαβαίνοντας, πως τ’άσπρο φώς του ήλιου θα ξαναδείς;

.....

μα έλα, πάψε να σκέφτεσαι το χώμα, είμαστε νέοι, κι άλλοτε πάλι τα’παμε,

άσε να υποφέρει εκείνος που’ν’η ώρα του. Έξω βοριάς φυσάει, ας πιούμε εμείς

γλυκό κρασί που τους καημούς γιατρεύει.

(μετάφραση Σωτ. Κακίση)

Το κρασί και το αμπέλι έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη ζωή των Αρχαίων Ελλήνων και

ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με τα ήθη, τα έθιμα, τη θρησκεία, την τέχνη και τον

πολιτισμό, την καθημερινή ζωή, τα πάθη και τους καημούς τους. Κάτι τέτοιο μπορεί να

δικαιολογηθεί από το γεγονός ότι η άμπελος και το κρασί, πέρα από το ότι αποτέλεσαν

μέσα για την ικανοποίηση ανθρώπινων φυσικών αναγκών, παράλληλα και προσέφεραν

και απόλαυση των αισθήσεων, καθώς και τη χαρά της κοινωνικότητας. Μια τέτοια στενή

σχέση επηρρέασε βαθιά και άφησε έντονα τα σημάδια της στην τέχνη και τα γράμματα

από τη μακρινή αρχαιότητα μέχρι τα νεότερα και σύγχρονα χρόνια.

Για τη μελέτη του θέματος χρησιμοποιήθηκαν αρχαίες πηγές, μέσα από τις οποίες

ενδιαφέρουσες μαρτυρίες -πραγματικές και μη- δένουν γοητευτικά το μύθο με την

ιστορία και μας καλούν να ανιχνεύσουμε και να ερμηνεύσουμε το παρελθόν. Η έρευνα

χρησιμοποίησε στοιχεία που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη συνεπικουρούμενη

από την αρχαιοβοτανολογία και τη χημική ανάλυση οργανικών ουσιών σε αγγεία οίνου,

που βοηθούν να ανιχνεύσουμε κοινωνικές δομές, να αφουγκραστούμε τους ανθρώπους

που ασχολήθηκαν με την αμπελοκαλλιέργεια και έκαναν χρήση των παραγώγων της

2

Page 3: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

αμπέλου σε περιοχές του ελλαδικού χώρου και της «Ασπελίας » Κύπρου1 και να

αποκωδικοποιήσουμε αντιλήψεις για τη ζωή και τη σχέση των Ελλήνων με το

περιβάλλον και τον κόσμο.

2. ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΜΠΕΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΣΙ

Το βασικό παράγωγο της αμπέλου είναι το κρασί, που -μαζί με το σιτάρι και το λάδι-

θεωρείται βασικό είδος διατροφής και δώρο από το Θεό στους ανθρώπους (Ψαλμ.δ’8),

καθώς με αυτά τα αγαθά το ανθρώπινο γένος έμαθε να ζει σε μόνιμες εγκαταστάσεις

παράγοντας μόνο του την απαραίτητη τροφή. Η Ανατολική Μεσόγειος είναι περιοχή

που η αμπελουργία κι η παραγωγή κρασιού αναπτύχθηκε από τους αρχαίους ακόμη

χρόνους κι είναι συνυφασμένες με την ιστορία και τον πολιτισμό της. Το κρασί μαζί με

τα δημητριακά και το ελαιόλαδο, αποτέλεσε τον πλούτο των προϊστορικών ελληνικών

οικισμών, πολλούς αιώνες πριν καταχωρηθεί για πρώτη φορά στους καταλόγους των

πινακίδων της Γραμμικής Β’ και πριν την Ομήρου Οδύσσεια και Ιλιάδα. Από τις

παλαιότερες γραπτές μαρτυρίες που έχουμε για το κρασί προέρχονται από την Παλαιά

Διαθήκη και την Ιλιάδα και Οδύσσεια του Ομήρου. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη,

στο βιβλίο της Γένεσης (Γένεσις, Θ' 20) λέγεται ότι όταν αποτραβήχτηκαν τα νερά του

κατακλυσμού, "ήρξατο Νώε άνθρωπος γεωργός γης και εφύτευσεν αμπελώνα". Επίσης,

στη Γένεση (Γένεσις, ΙΧ 20/21) γράφεται ότι ο Νώε ήταν ο πρώτος αμπελουργός και

οινοποιός, αφού άφησε εκτεθειμένο το χυμό σταφυλιών κι έπειτα τον ήπιε και μέθυσε.

Στη δε Οδύσσεια ο Όμηρος περιγράφει το κελλάρι του Οδυσσέα:

Κει που’κρυβες χρυσάφι στοιβαγμένο

Και λάδι ευωδιαστό και χάλκωμα, και ρούχα στις κασέλες

κι ήταν πιθάρια για γλυκόπιοτο, παλιό κρασί, στημένα

γραμμή, γεμάτα ανεροκόπητο, θεϊκό ποτό, στον τοίχο

δίπλα αναγέρνοντας. 1 Ασπελία είναι μια ονομασία που χρησιμοποιεί ο Ξεναγόρας και ο Πλίνιος για την Κύπρο. Πιστεύεται ότι πρόκειται για παραλλαγή της προσωνυμίας Αμπελία, αφού η Κύπρος φημιζόταν για τα κρασιά και τα σταφύλια της. Η καλλιέργεια των αμπελιών στο νησί πιστεύεται πως ξεκίνησε τη β’ χιλιετία π.Χ., ενώ η παραγωγή κρασιού πιστεύεται ότι χρονολογείται περίπου από την ΥΕΧ (Web 1).

3

Page 4: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Οδύσσεια, β, στ. 338-42

Η άμπελος υπήρχε και υπάρχει σε άγρια (vitis silvestris) και εξημερωμένη (vitis vinifera)

μορφή κι εμφανίζεται σε μια ευρύτατη γεωγραφική ζώνη από τη Δυτική Μεσόγειο, μέχρι

τον Καύκασο. Κουκούτσια από άγρια σταφύλια έχουν βρεθεί σε αρχαιολογικές θέσεις

στη νότια Γαλλία, που χρονολογούνται γύρω στο 7.500 π.Χ., καθώς και στον Καύκασο

και την Ελλάδα, χρονολογούμενα γύρω στο 6.000 π.Χ. (Μαγκαφά, Κωτσάκης, Ανδρέου

1998). Η εξημέρωση του φυτού άρχισε ίσως στον Καύκασο ή στη νοτιοανατολική

Ανατολία, δεν αποκλείεται όμως να συνέβη και σε κάποια άλλα μέρη2. Καλλιεργητές σε

διαφορετικά μέρη μπορεί να ανέπτυξαν καλλιεργημένα είδη αμπέλου από τοπικά άγρια

σταφύλια. Σύμφωνα με μια αρχαιοβοτανική μελέτη, κατ’αυτόν τον τρόπο αναπτύχθηκαν

οι κριμαϊκοί αμπελώνες της ελληνικής αποικίας στην Ταυρική χερσόνησο, γύρω στα 400

π.Χ. (Janushevich και Nikolaenko 1979).

Μέχρι πριν λίγα χρόνια πιστεύονταν ότι η παλαιότερη ένδειξη οινοποίησης ήταν από την

4η χιλιετία π.Χ. και προέρχονταν, σύμφωνα με χημικές αναλύσεις ιζημάτων στο

εσωτερικό αποθηκευτικών αγγείων, από το Godin Tepe στο Ιράν (McGovern 2003).

Ωστόσο, σύμφωνα με τα τελευταία αποτελέσματα της αρχαιολογικής έρευνας, η Κύπρος

ήταν αυτή που προηγήθηκε στην τέχνη του κρασιού κι εκεί πρωτοχρησιμοποίηθηκαν

πήλινα ποτήρια και κιούπια για τη μεταφορά του. Η εξέταση θραυσμάτων από αγγεία,

στα οποία ανακαλύφθηκαν ίχνη ταρταρικού οξέως που αποτελεί βασικό συστατικό του

κρασιού, έδειξε ότι η παραγωγή κρασιού ήκμαζε στην Κύπρο πριν από 5.500 χρόνια3. Τα

θραύσματα των αγγείων που βρέθηκαν στην οινοπαραγωγό περιοχή της Ερήμης, περίπου

100 χλμ. ΝΔ της Λευκωσίας, προέρχονται από αγγεία φαρδιά που το σχέδιό τους μοιάζει

με τα κατσικίσια ασκιά κι έχουν στενό στόμιο. Οι Κύπριοι που ήταν ιδιαίτερα ικανοί

στην αγγειοπλαστική και κατασκεύαζαν και τα πρώτα ποτήρια ειδικά για το κρασί,

κύλικες που έμοιαζαν με κέρατα βοδιού (Εφημερίδα ‘Τα Νέα’ 2005).

2 Vanilov, 1950, σελ. 35. 3 Άλλωστε το κυπριακό κρασί με τη ‘μελένια γεύση’ εξυμνήθηκε και από τον ίδιο το βασιλιά Σολομώντα. Ο Άγιος Γρηγόριος αναφέρει ότι ο Σολομώντας φύτεψε στον κήπο του αμπέλια που είχε μεταφέρει από την Κύπρο (de Lusignan 1580, 222).

4

Page 5: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Στον ελλαδικό χώρο η άγρια άμπελος είναι ένα φυτό αυτοφυές (Λογοθέτης 1962).

Κατάλοιπα των καρπών της αμπέλου (γίγαρτα) του τέλους της Νεότερης Νεολιθικής

αποτελούν πολύ κοινό εύρημα των προϊστορικών θέσεων του ελλαδικού χώρου4. Μία

από τις παλαιότερες ενδείξεις οινοποίησης προέρχεται από τον οικισμό του Ντικιλί Τας,

που ανήκει στη νεότερη νεολιθική περίοδο (5η και 4η χιλιετία π.Χ.) και έγινε από

μορφολογικά άγρια σταφύλια (Λογοθέτης 1970).

Μια σειρά από κουκούτσια σταφυλιού, που στα παλαιότερα στρώματα έχουν τα

χαρακτηριστικά της άγριας αμπέλου, ενώ στα νεότερα ομοιάζει περισσότερο με τα

κουκούτσια της οινοφόρου αμπέλου προέρχεται από τους Σιταγρούς. Τα αρχαιότερα

γίγαρτα χρονολογούνται περίπου στο 4.500 π.Χ. και τα νεότερα στο 2.500 π.Χ. (Renfrew

1971 και 1973). Το αμπέλι δεν είναι αυτοφυές φυτό σε αυτά τα μέρη, αλλά τα ευρήματα

παραπέμπουν στο καλλιεργημένο αμπέλι και κατά συνέπεια η εξημέρωση της αμπέλου

είχε μάλλον ολοκληρωθεί γύρω στα 3.500 π.Χ., σε κάποιο άλλο μέρος ή σε κάποια άλλα

μέρη και πώς η νέα ήμερη ποικιλία είχαν διαδοθεί. Μελετώντας τα αποτελέσματα της

έρευνας μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η άμπελος ενδέχεται να εξημερώθηκε

σταδιακά στην Ελλάδα (Kroll 1991). Γίγαρτο από σταφύλι εξημερωμένης αμπέλου της

νεολιθικής περιόδου βρέθηκε και σε οικισμό των Γιαννιτσών (Βαλαμώτη 1992).

Κατά την πρώιμη εποχή του Χαλκού υπάρχουν ευρήματα αμπέλου από τη Λέρνα, τον

Αγ. Κοσμά Αττικής, το Μύρτο στην Κρήτη. Από τη μέση και ύστερη εποχή Χαλκού

χρονολογούνται ευρήματα από τη Φαιστό, τις Μυκήνες, την Τίρυνθα και την Άσσιρο

(Καραλή και Μαυρίδης 1998).

Αργότερα, κατά τους ιστορικούς χρόνους, το αμπέλι και το κρασί έπαιξαν σημαντικό

ρόλο στη ζωή των Αρχαίων Ελλήνων. Το ότι η χρήση του κρασιού ήταν βαθιά ριζωμένη

στο απώτερο παρελθόν τους αποδεικνύεται από το ρόλο που έπαιξε στις τελετουργίες

θρησκευτικού αλλά και κοσμικού χαρακτήρα. Ήταν το κρασί που συνόδευε τους θεούς,

αλλά και τον απλό λαό στις χαρούμενες αλλά και στις δυσάρεστες στιγμές τους.

4 Μαγκαφά, Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Μαλαμίδου, Βαλαμώτη, Τέχνη και τεχνική στα αμπέλια και τους Οινεώνες της Β΄ Ελλάδος, 1999, σελ. 21-33.

5

Page 6: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Επιστέγασμα αποτελεί η συχνότατη και σε ποικίλες περιστάσεις αναφορά του οίνου στον

Όμηρο.

Μια χαρακτηριστική είναι από την Οδύσσεια (9, 5) λέει:

Τί πιο χαριτωμένη εγώ ζωή δεν ξέρω κι' άλλη,

παρ' όταν όλος ο λαός τριγύρω αναγαλλιάζη,

και στα παλάτια οι σύδειπνοι αράδα καθισμένοι

ακούνε τον τραγουδιστή, με τα τραπέζια ομπρός τους,

γεμάτα κρέας και ψωμί, κι ο κεραστής σαν παίρνη

απ' το κροντήρι το κρασί και χύνη στα ποτήρια.

Στον κόσμο τ' ομορφότερο λογιάζω αυτό πως είναι.

Μετάφραση Αργ. Εφταλιώτη

3. ΑΜΠΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΙΟΝΥΣΟΣ

Τόσο πολύ αγαπήθηκε το αμπέλι και το κρασί από τους αρχαίους Έλληνες που το

συνέδεσαν με έναν από τους δώδεκα θεούς τους. Ο Διόνυσος είναι ο θεός του οίνου και

της εκστάσεως5 που επιφέρει η μέθη και ο παράφορος χορός και σε συνδιασμό

μεταβάλλουν τη διάθεση και σε ένα βαθμό μεταλλάσσουν την προσωπικότητα του

ατόμου, ενώ παράλληλα ερμηνεύονται ως εισβολή θεϊκού στοιχείου. Ο Γαληνός θεωρεί

ότι οι μέγιστες των τιμών οφείλονται στον Ασκληπιό και το Διόνυσο, γιατί ο πρώτος

δίδαξε την ιατρική και ο δεύτερος την τέχνη της αμπελουργίας (Γαληνός, Προτρεπτικός

επ’ ιατρικήν 9 25). Τα ζώα που συνήθως τον συνόδευαν ήταν ο ταύρος και ο τράγος και

τα αγαπημένα του φυτά η άμπελος και ο κισσός. Το χαρακτηριστικό της διονυσιακής

έκστασης δε βιώνεται από ένα μεμονωμένο άτομο, αλλά είναι ομαδικό φαινόμενο και γι’

αυτό στους μύθους ο Διόνυσος πάντοτε περιβάλλεται από ομάδες μαινόμενων γυναικών

και κάποιες φορές ανδρών. Ο οπαδός του θεού ‘βγαίνει’ από τον εαυτό του και γίνεται

μαινόμενος, γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο ο θεός ‘μπαίνει’ μέσα του και γίνεται ένθεος,

5 Αλλά και της γονιμότητας και της βλάστησης, εκτός των δημητριακών που προστατεύονται από τη θεά Δήμητρα.

6

Page 7: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

ενθουσιάζεται. Ορισμένες φορές όμως η διονυσιακή εμπειρία ξεπερνάει τη μέθη και

φτάνει στη μανία6.

Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του οι Βάκχες (5ος αι. π.Χ.) έλεγε ότι ο Διόνυσος ήταν

λυδικής προέλευσης. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης υποστήριξε ότι η καταγωγή του θεού

ήταν από την Ινδία (Martin, Metzger 1992). Υπάρχουν στοιχεία μέσα στην Ιλιάδα (Ζ

133) που μας κάνουν να πιστέψουμε ότι ο Διόνυσος κατάγονταν από τη Θράκη. Ο

Διόνυσος γεννήθηκε από τη Σεμέλη και ανατράφηκε από τις νύμφες στα δροσερά

φαράγγια του όρους Νύσα. Ή Νυσήιον της Θράκης: Νύσης εν γυάλοις’ (Υμν. Διον.5). Ο

Πίνδαρος μιλάει για τη θρακιώτικη γη, την ‘αμπελόεσσαν τε και ευκαρπον’ σε έναν

παιάνα προς τιμή των Αβδήρων (απ. 52 b, στ. 25-26). Το Νύσιον, ο τόπος που ο

Λυκούργος κυνήγησε το θεό και τη συνοδεία του βρισκόταν μάλλον στη Θράκη (Martin,

Metzger 1992). Επίσης, σε απόσπασμα του Ηροδότου (5ος αι. π.Χ.) υπήρχε μαντείο του

Διονύσου στις Σάτρες της Θράκης και σε στίχο της Εκάβης του Ευριπίδη (Εκάβη 1267)

δίνεται στο θεό η ιδιότητα του Θράκα μάντη. Ο Διόνυσος πρωτολατρεύτηκε στη ΒΔ

Μικρά Ασία και τη Θράκη και αυτές τις περιοχές πρώτα εξαπλώθηκε και αναπτύχθηκε η

αμπελουργία.

Κατά πάσα πιθανότητα ο Διόνυσος ήταν προϋπάρχον θεός στον ελλαδικό χώρο (Otto

1969), όπως προκύπτει από κάποιους στίχους της Ιλιάδας (Ξ, 325) «Σεμέλη που έδωσε

το φως στο Διόνυσο, χαρά των θνητών» και της Οδύσσειας (ω, 75), όπου υπάρχει

αναφορά στο Διόνυσο που προσφέρει στη Θέτιδα μια χρυσή στάμνα. Οι στίχοι αυτοί

υποδεικνύουν και αποδεικνύουν ότι η διονυσιακή λατρεία ήταν γνωστή στον ελλαδικό

χώρο τουλάχιστον από τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. Στο γεγονός αυτό συνηγορεί και η

ανακάλυψη ότι το όνομα του θεού μαρτυρείται σε πινακίδες της Γραμμικής Β΄ από την

Πύλο, ίσως μάλιστα σε σύνδεση με τον οίνο κι αποδεικνύει ότι ο Διόνυσος ήταν γνωστός

ήδη από το 13ο αιώνα π.Χ. (Otto 1969, σελ. 152). Το όνομα του (Di-wo-nu-so-jo)

μαρτυρείται και σε πινακίδες της Γραμμικής Β΄ από την Πύλο (13ος αι. π.Χ.) από τους

6 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία, σελ. 343.

7

Page 8: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Chadwick και Ventris, και σε μια άλλη από τα Χανιά (14ος αι. π.Χ.) ίσως μάλιστα και σε

σύνδεση με τον οίνο (Hallager, Vlasakis, Hallager 1992), (Palmer 1995).

Το όνομα του θεού αποτελεί αντικείμενο πολλών συζητήσεων, καθώς ενώ σίγουρα στο

πρώτο συνθετικό του ονόματος υπάρχει το όνομα «Ζευς», το δεύτερο συνθετικό

παραμένει αδιευκρίνιστο. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, το όνομα του θεού ετυμολογείται

από του Διός και της Νύσης του όρους, επεί εν τούτω εγεννήθη (Διος-Νύσα=Διόνυσος). Το

δεύτερο συνθετικό, όμως, ενδεχομένως να προέρχεται από το νύσος, που κατά μια

ερμηνεία σημαίνει γιος7.

3.1. Μύθοι σχετικοί με το Διόνυσο

Ο Διόνυσος ως θεός του οίνου είναι πολυγηθής, όπως λέγεται ήδη στην Ιλιάδα, δηλαδή

δωρητής πολλής χαράς. Ο θεός ονομαζόταν και Λύσιος, γιατί λύτρωνε τους ανθρώπους

από τα βάσανα της ζωής, έπαυε τις λύπες, φέρνει ύπνο, λησμονιά από τα καθημερινά

βάσανα. Ωστόσο, οι κάποιοι από τους διονυσιακούς μύθους ακούγονται μερικές φορές

σκοτεινοί8.

Γένεση του Διονύσου

Ο Δίας ερωτεύτηκε τη Σεμέλη, την κόρη του Κάδμου και κοιμήθηκε μαζί της. Η Ήρα

όμως θέλοντας να την εκδικηθεί και βάζει την κόρη να ζητήσει από το Δία να εμφανιστεί

μπροστά της πάνω στο άρμα του, μέσα σε βροντές και αστραπές. Ο θάνατος της Σεμέλης

είναι ακαριαίος, αλλά για να προστατευτεί από τη φωτιά το μωρό που κυοφορούσε,

δηλαδή ο Διόνυσος, η Γη αφήνει να φυτρώσει κισσός στους κίονες του δωματίου. Η

κυοφορία του αγέννητου ακόμη παιδιού ολοκληρώνεται στο μηρό του Διός, που παίζει

το ρόλο μιας «αρσενικής μήτρας» και έτσι ο Διόνυσος, ο πυριγενής, ο μηρροραφής και ο

δισσότοκος (αυτός που γεννήθηκε δεύτερη φορά) ξαναγεννιέται από τον μηρό του

πατέρα του. Ο Ερμής μεταφέρει το θείον βρέφος στις Νύμφες ή στις Μαινάδες στο όρος

Νύσα, όπου ο Διόνυσος αναπτύσσεται, για να επιστρέψει αργότερα με θεϊκή δύναμη9.

7 Κακριδής, Οι Θεοί, σελ. 204. 8 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία, σελ. 346 9 Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, σελ. 200-212.

8

Page 9: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Όρος με το όνομα Νύσα είχαν διάφορες περιοχές, όπως η Θράκη, η Μακεδονία, η

Θεσσαλία, η Νάξος, αλλά και η Λιβύη, η Αίγυπτος κ.α.

Εξάπλωση της λατρείας

Ερχομός του Διονύσου

Στον έβδομο από τους ομηρικούς ύμνους (Ομηρικοί ύμνοι 7, Εις Διόνυσον) ο Διόνυσος

εμφανίζεται στην παραλία με τη μορφή ενός νεαρού και Τυρρηνοί πειρατές τον

απαγάγουν με το πλοίο τους. Προσπαθούν να τον δέσουν, τα δεσμά όμως λύνονται,

κλήματα βλαστάνουν και τυλίγουν κατάρτια και πανιά. Κισσός τυλίγεται γύρω στο

κατάρτι, ενώ το καράβι πλημμυρίζει με κρασί. Οι ληστές πέφτουν στη θάλασσα και

μεταμορφώνονται σε δελφίνια. Μόνο ο πηδαλιούχος, που δε συμφωνούσε μαζί τους από

την αρχή που απήγαγαν το Διόνυσο, παραμένει στο πλοίο και ο θεός τον παίρνει στην

υπηρεσία του. Η κύλικα του Εξηκία απεικονίζει το μύθο και δείχνει ένα πλοίο με το

Διόνυσο να αρμενίζει σκιασμένο από τα κλαδιά του κλήματος, τριγυρισμένο από

δελφίνια (Εικ. 1).

Εικόνα 1

9

Page 10: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Διόνυσος και Ικάριος

Μια αφήγηση που ανήκει στα Ανθεστήρια μιλάει για τον Ικάριο, που πρώτος διδάχθηκε

από τον ίδιο το Διόνυσο την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή του οίνου. Ο

Απολλόδωρος διηγείται (3.14.7) ότι ο Ικάριος, βασιλιάς του δήμου Ικαρίας Αττικής

(σημερινός Διόνυσος) φιλοξένησε στο παλάτι του το Διόνυσο, ο οποίος σε αντάλλαγμα

της φιλοξενίας που του προσέφερε ο βασιλιάς του παρέδωσε τη γνώση για την

παρασκευή του κρασιού10. Ο Υγίνος (Αστρον. 2.2) μας πληροφορεί επίσης ότι ο

Διόνυσος εμπιστεύθηκε στον Ικάριο τόσο την καλλιέργεια της αμπέλου, όσο και την

παρασκευή του κρασιού. Η ιστορία, όμως, είχε δυσάρεστη εξέλιξη, αφού ο Ικάριος

παρασκεύασε το πρώτο του κρασί και το πρόσφερε στους συνανθρώπους του, δούλους

του ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή βοσκούς, οι οποίοι, επειδή ζαλίστηκαν πίστεψαν ότι τους

δηλητηρίασε και τον σκότωσαν. Το θάνατο του βασιλιά ακολούθησε η αυτοκτονία της

κόρης του, της Ηριγόνης, που βρήκε το σώμα του πατέρα της σ’ ένα πηγάδι και

απαγχονίστηκε. Ίσως οι θάνατοι αυτοί να παρέπεμπαν στον θάνατο του ίδιου του θεού, ο

οποίος μπορεί να αναφέρονταν κατά τη διάρκεια μυστηρίων. Η συσχέτιση οίνου και

αίματος, η αναφορά του οίνου ως «αίματος της αμπέλου» είναι παλιά και διαδεδομένη

(Hyginus Fabulae 130)11. Αξίζει να αναφερθεί ότι μετά τον απαγχονισμό της Ηριγόνης,

νέα κορίτσια της Αθήνας ακολουθούν το παράδειγμά της και αυτοκτονούν. Η αλυσίδα

αυτών των δυσάρεστων γεγονότων φαίνεται να σταματά όταν η μοίρα εξευμενίζεται με

την καθιέρωση της γιορτής της αιώρας (Martin, Metzger 1992) (Εικ.)

Διόνυσος και Αριάδνη

Στον κύκλο των Ανθεστηρίων ανήκει επίσης και ο μύθος του Διονύσου και της

Αριάδνης. Μια από τις επικρατέστερες εκδοχές του μύθου λέει ότι η Αριάδνη ήταν η

κόρη του Μίνωος, που βοήθησε το Θησέα να μη χαθεί στο Λαβύρινθο. Έπειτα έφυγε

μαζί του από την Κρήτη, αλλά δεν έμεινε για πολύ γυναίκα του. Ο Θησέας είτε με δική

του απόφαση, είτε κατ’ εντολή θεού, εγκατέλειψε τη γυναίκα του στη Νάξο, και τότε

10 Ο ίδιος πάλι μυθογράφος (1.8.1) αναφέρει ότι ο βασιλιάς της Καλυδώνος Οινεύς έλαβε πρώτος από τον ΔΙΟΝΥΣΟ ένα φυτό αμπέλου. 11 W. Burkert, 1993, σελ. 343-346.

10

Page 11: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

εμφανίστηκε ο Διόνυσος και την έκανε γυναίκα του. Από το γάμο αυτό γεννήθηκαν δυο

γιοί, ο Στάφυλος και ο Οινοπίωνας και μια κόρη η Ευάνθη (Απολλόδ. Επιτομ. 1.9,

Πλούταρ. Θησεύς 20). Ο γάμος του Διονύσου με την Αριάδνη απεικονίζεται στον

κρατήρα του Δερβενίου (4ος αι. π.Χ.) (εικ. 2) (Γιούρη 1978).

Εικόνα 2

Προσπάθειες περιορισμού της λατρείας

Διόνυσος και Λυκούργος

Εξαιτίας αυτών των σκοτεινών πλευρών της διονυσιακής λατρείας έγιναν διάφορες

προσπάθειες να περιοριστεί η λατρεία του Διονύσου. Μια από τις παλιότερες ιστορίες

εξιστορείται στην Ιλιάδα. Ο Λυκούργος, ο «απομακρύνων τους λύκους», ο βασιλιάς των

Ηδώνων της Θράκης, καταδίωξε το Διόνυσο και τη συνοδεία του (Ιλ., Ζ’, 136,

Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, ΙΙΙ, 5, 1). και τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Θράκη και το

Νυσήιον:

‘εκείνος κάποτε του μαινόμενου Διονύσου τις τροφούς

έδιωξε από το Νυσήιον΄ (Ιλιάδα, ζ, στιχ. 132-133)

Ο θεός για να τον εκδικηθεί τον τρέλανε κι ενώ ο Λυκούργος πίστευε ότι κατέστρεφε ένα

από τα σύμβολα της Διονυσιακής λατρείας, την άμπελο, στην πραγματικότητα τεμάχισε

τον ίδιο του το γιο. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Λυκούργος θέλησε να σκοτώσει την

11

Page 12: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

τροφό του Διονύσου, η οποία όμως μεταμορφώθηκε σε κλήμα και με τις κληματίδες του

τον έπνιξε. Σε μια άλλη ιστορία, ο θεός προκάλεσε ακαρπία στη χώρα των Ηδώνων, οι

οποίοι για να τον εξευμενίσουν, καταδίωξαν το Λυκούργο, τον περιόρισαν σε ένα

σπήλαιο, όπου και πέθανε από ασιτία. Σημαντικές ομοιότητες με το συγκεκριμένο μύθο

παρουσιάζει ο μύθος του θάνατου του Ορφέα, που κατασπαράχθηκε από τις Μαινάδες

επειδή τόλμησε να περιφρονήσει τη λατρεία του Διονύσου.

Διόνυσος και Πενθέας

Από τη Θράκη ο Διόνυσος πήγε στη Βοιωτία. Το ίδιο μυθικό-τελετουργικό σχήμα

ακολούθησε ακόμη μια ιστορία αντιστάσης στο Διόνυσο και τη λατρεία του, που

αναφέρεται στο θάνατο του βασιλιά Πενθέα, όπως παρουσιάζεται στις Βάκχες του

Ευριπίδη. Ο Πενθεύς ήθελε να σταματήσει με τη βία τη λατρεία του Διονύσου, αλλά δε

μπόρεσε να εμποδίσει τις γυναίκες των Θηβών να τρέξουν όλες μαζί στα βουνά, μεταξύ

των οποίων και η μητέρα του Αγαύη και οι δύο αδελφές της. Ο Πενθεύς συλλαμβάνει το

Διόνυσο, αλλά ο θεός απελευθερώνεται με ευκολία από τα δεσμά του. Μάλιστα,

επιβάλλεται στον Πενθέα, αφού τον παρασύρει να πάει κρυφά στις ερημιές, για να δει

κρυφά τι έκαναν οι μαινάδες. Αυτές, όμως, τον καταλαβαίνουν, τον πιάνουν και τον

κατασπαράζουν με τα χέρια τους, ενώ η ίδια η μητέρα του, του ξεριζώνει το χέρι μαζί με

τον ώμο12.

Διόνυσος και θυγατέρες του Μινύα

Η επόμενη στάση του Διονύσου μετά τη Βοιωτία ήταν ο Ορχομενός. Εκεί σύμφωνα με

τους μύθους των Αγριωνίων ξετυλίχθηκε μια ιστορία με τις θυγατέρες του Μινύα, η

Λευκίππη, η Αρσίππη και η Αλκαθόη, που επίσης δε θέλησαν να ακολουθήσουν το θεό,

πράγμα που τον εξόργισε. Ενώ έκλωθαν στον αργαλειό, τυλίχτηκαν γύρω από τους

αργαλειούς τους κλωνάρια κισσού και αμπελιού, ενώ φίδια εμφανίστηκαν μέσα στα

καλάθια με το μαλλί κι από τη σκεπή έσταζαν σταγόνες από μέλι και γάλα. Οι τρεις

πρωταγωνίστριες της ιστορίας καταλήφθηκαν από ιερή μανία. Έριξαν κλήρους σ’ ένα

αγγείο, και τράβηξαν κλήρο, ο οποίος έτυχε στη Λευκίππη, που προσέφερε ως θυσία στο

θεό τον ίδιο της το γιο, τον Ίππασο, τον οποίο κομμάτιασε με τη βοήθεια των αδελφών 12 W. Burkert, σελ. 346-347, Κακριδής σελ. 200-211.

12

Page 13: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

της. Κατόπιν κυριευμένες από την ιερή μανία έτρεξαν κι ενώθηκαν με τις μαινάδες και

ξεχύθηκαν στα βουνά. Την ηρεμία τους οι τρεις θυγατέρες τη βρήκαν μόνο όταν οι θεοί

τις μεταμόρφωσαν σε πουλιά.

Οι απόγονοι του θεού

Οι δισέγγονες του Διονύσου ή αλλιώς Οινοτρόπες, Οινώ, Σπερμώ και Ελαΐς μετέτρεπαν

ό,τι άγγιζαν σε κρασί, σιτάρι και λάδι.

3.2. Μορφές του θεού

Ο ίδιος ο θεός έχει πολλές μορφές. Στην απλούστερη μπορεί να αναπαριστάνεται με μια

μάσκα, η οποία είναι κρεμασμένη σε κίονα και στολισμένη μ’ ένα κομμάτι ύφασμα

σχεδόν σαν σκίαχτρο. Είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι και άνθρωποι επίσης μπορούσαν να

φορούν τη μάσκα, να χορεύουν όπως ο θεός και να «μαίνονται». Οι εξιδανικευμένες

απεικονίσεις του 7ου και 6ου αι. π.Χ. δείχνουν το Διόνυσο ως ώριμο, γενειοφόρο, ντυμένο

με μακρύ χιτώνα με το αγαπημένο του κύπελλο, τον κάνθαρο, στο χέρι. Κατά τα μέσα

του 5ου αι. π.Χ. η μορφή του Διονύσου, όπως και του Ερμή, γίνεται νεανική συνήθως

είναι γυμνός. Συνήθως κρατά το θύρσο, μια εύκαμπτη ράβδο (νάρθηκα) με στεφάνι από

φύλλα κισσού ή κουκουνάρι και ταινίες στο επάνω της μέρος. Ορισμένες φορές τα

χαρακτηριστικά του θεού είναι θηλυπρεπή. Μ’ αυτήν την αλλαγή δημιουργείται γύρω

από το Διόνυσο, περισσότερο από πριν, μια αληθινά ερωτική ατμόσφαιρα, αντανάκλαση

μιας κοινωνίας που την χαρακτηρίζει όλο και περισσότερο ο ατομικισμός13.

3.3. Η συνοδεία του Διονύσου

Η συνοδεία αποτελούνταν από γυναίκες που βρίσκονταν σε θρησκευτική φρενίτιδα και

αποκαλούνταν μαινάδες ή Βάκχες που είτε ήταν θιασώτισσες του Διονύσου, είτε

βρίσκονταν σε κατάσταση μανίας επειή ο Διόνυσος τις είχε τιμωρήσει με τρέλα και τους

σατύρους. Οι μαινάδες πάντοτε ντυμένες, συχνά με δέρμα ελαφιού (νεβρίδα) επάνω

στους ώμους, χορεύουν σε κατάσταση εκστάσεως, με τα κεφάλια σκυμμένα ή ριγμένα

πίσω. Η έκσταση, στην οποία περιέρχονταν και με τη βοήθεια της μουσικής και του

χορού, γίνονταν μανία υπό την επήρεια της οποίας μπορούσαν να διαμέλισουν και να

φάνε ωμή σάρκα από οποιοδήποτε ζωντανό τύχαινε να βρεθεί στο διάβα τους. Οι

13 Burkert, Αρχαία ελληνική θρησκεία, σελ. 350-351.

13

Page 14: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

σάτυροι και οι σιληνοί, που τις περισσότερες φορές είναι δύσκολο να τους διαχωρίσει

κανείς, ήταν ανθρώπινα πλάσματα με ζωώδη χαρακτηριστικά. Πολλές φορές

παρουσιάζονται με αυτιά και ουρές αλόγων, ορθωμένους φαλλούς κι έντονα

χαρακτηριστικά προσώπου, όπως η πλακουτσή μύτη.

Ο θεός του οίνου και η συνοδεία του ήταν πολύ δημοφιλείς για τη διακόσμηση των

αγγείων που χρησιμοποιούνταν για το κρασί στην αττική κεραμική του 6ου αι. π.Χ. Οι

αττικοί αγγειογράφοι χρησιμοποιούν το θέμα του «διονυσιακού θιάσου» για να

διακοσμήσουν πλήθος μελανόμορφων και ερυθρόμορφων αγγείων. Σε αυτές τις

παραστάσεις απεικονίζεται ο Διόνυσος, όρθιος ή καθισμένος, να κρατά στο ένα χέρι

κληματαριά με σταφύλια, στο άλλο αγγείο κρασιού, συνήθως κάνθαρο ή ρυτό, και

τριγύρω του σάτυροι, σειληνοί και μαινάδες με ασκούς κρασιού ή άλλα αγγεία οίνου,

όπως βλέπουμε στο μελανόμορφο αμφορέα του Ζωγράφου του Μονάχου 1529 γύρω στα

500 π.Χ.14, όπου ο Διόνυσος καθισμένος μπροστά σε ένα τεράστιο πίθο, κρατώντας έναν

κάνθαρο, αγγείο σύμβολο του θεού, που απεικονίζεται ανάμεσα σε ένα τσαμπί σταφύλι

που κρέμεται από πάνω του και επάνω ακριβώς από τον παραχωμένο πίθο, παραπέμπει,

με τη συμβολική γλώσσα της αγγειογραφίας στο έργο του θεού που είναι το πέρασμα

από το σταφύλι στο κρασί15 (Εικ. 2).

Εικόνα 3

14 Ξαγοράρη, Ιστορία του ελληνικού κρασιού, σελ. 97 15 Κουράκου-Δραγώνα, 1998, σελ. 121.

14

Page 15: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

3.4. Γιορτές αφιερωμένες στο Διόνυσο

Φαίνεται ότι παρά τις αντίθετες προσπάθειες η λατρεία του Διονύσου βρήκε πρόσφορο

έδαφος και εξαπλώθηκε τόσο πολύ, ώστε να γίνονται μια σειρά από γιορτές στο όνομα

του θεού του κρασιού. Μεταξύ των ελληνικών διονυσιακών εορτών είναι δυνατόν να

διακρίνουμε τέσσερις τουλάχιστον τύπους:

1. Τα Λήναια εορτάζονταν στις 12 του μήνα Γαμηλιώνος, ο οποίος τοποθετούνταν

στα τέλη Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου. Το όνομα της γιορτής συνδέονταν

είτε με τη λέξη ληνός που σήμαινε πατητήρι, είτε με τη λέξη Λήναι που ήταν οι

μαινάδες.

2. Τα Ανθεστήρια, που γιορτάζονταν από τις 11 ως τις 13 του μήνα

Ανθεστηριώνος, ο οποίος τοποθετούνταν στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές

Μαρτίου, κυρίως στις ιωνικές-αττικές περιοχές και είχαν άμεση σχέση με το

άνοιγμα των πιθαριών που περιείχαν κρασί και την οινοποσία. Την πρώτη ημέρα

της γιορτής την αποκαλούσαν Πιθοιγία και αφορούσε το άνοιγμα των πίθων, τα

οποία είχαν σφραγιστεί από την εποχή του τρύγου και το κρασί είχε υποστεί την

ζύμωση.

Η δεύτερη μέρα ήταν αυτή των των Χόων και είχε ονομαστεί έτσι από το σχήμα

που είχαν τα αγγεία που τα χρησιμοποιούσαν ως μέτρο χωρητικότητας στους

αγώνες οινοποσίας που γίνονταν το απόγευμα της μέρας αυτής (Martin, Metzger

1992). Την ημέρα των Χοών η πόση του νέου κρασιού κλιμακώνεται σε

διαγωνισμό οινοποσίας: Καθένας έχει την αναλογούσα ποσότητα αναμεμειγμένου

κρασιού, σε ένα ειδικό αγγείο (χουν) που περιείχε πάνω από δυο λίτρα. Όποιος

αδειάσει πρώτον τον χουν είναι ο νικητής. Αυτή η ημέρα της οικιακής χαράς εν

τούτοις είναι μιαρή ημέρα. Η πόλη κατοικείται από ανησυχητικούς ξένους ή κακά

πνεύματα, οι οποίοι κατόπιν ερμηνεύθηκαν ως «ψυχές των νεκρών». Στην

πραγματικότητα πρόκειται για χρήση προσωπείων. Ο Διόνυσος ο θεός του οίνου

είναι συγχρόνως ο θεός του προσωπείου.

15

Page 16: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Χύτροι «χύτρες» ονόμαζαν την τρίτη ημέρα και είχε πάρει το όνομά της από τα

δοχεία μέσα στα οποία μαγείρευαν ένα είδος ζωμού από διάφορα είδη σπόρων με

μέλι, που προσφέρονταν στο χθόνιο Ερμή16. Αυτό αποτελεί το πρωτόγονο

φαγητό με δημητριακά των πρώτων γεωργών, παλαιότερο από την άλεση του

αλευριού και το ψήσιμο του ψωμιού.

3. Τα Διονύσια ήταν στην πραγµατικότητα δύο γιορτές: τα "εν άστει" και τα "κατ’

αγρούς" Διονύσια. Τα "εν άστει" εορτάζονταν το μήνα Ελαφηβολιώνα, στο τέλος

Μαρτίου με αρχές Απριλίου στον ναό του Διονύσου, στους πρόποδες της

Ακροπόλεως. Η γιορτή διαρκούσε πολλές ημέρες και στην κορύφωσή της μια

πομπή μετέφερε το ξόανο του θεού μέσω του Κεραµεικού, στο ιερό του

Διονύσου. Η γιορτή περιλάµβανε θυσία ταύρου και μετά την ολοκλήρωση της

ποµπής, οι πολίτες τριγυρνούσαν στην πόλη γιορτάζοντας με χορούς και

τραγούδια. Παρόµοια διαδικασία ακολουθούνταν και στα "κατ’ αγρούς"

Διονύσια, τα οποία όμως γιορτάζονταν το μήνα Ποσειδεών, στα τέλη Δεκεµβρίου

με αρχές Ιανουαρίου.

4. Τα Αγριώνια γιορτάζονταν ανά τρία έτη, από την 23η ως την 26η του μηνός

Αγριωνίου, αρχή του έτους των Βοιωτών κυρίως στη Θήβα, την Κρήτη, τη

Λέσβο και τη Χίο. Στη γιορτή έπαιρναν μέρος αποκλειστικά γυναίκες, που

αναζητούσαν τον Διόνυσο, τρέχοντας μαινόμενες στους αγρούς και τα όρη.

Εκτός από αυτές τις αρκετά γνωστές γιορτές που ήταν αφιερωμένες στο Διόνυσο,

υπήρχαν και άλλες για τις οποίες οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες, αφού τα στοιχεία

που σώζονται είναι αποσπασματικά (Marindin κ.α. 1890). Αυτές ήταν τα Αγράνια, τα

Προτρύγαια, τα Θεοίνια (κατά δήμον Διονύσια), τα Ωσχοφόρια (ώσχος: κλαδί με

σταφύλια), τα Καταγώγια, τα Θεοδαίσια κ.α. Οι αφιερωμένες στο Διόνυσο γιορτές είχαν

σαν κοινό παρονομαστή την αντιστροφή της υπάρχουσας τάξεως με επανάσταση των

γυναικών, «μανία» και ανθρωποφαγία τα πρώτα χρόνια εξάπλωσης της λατρείας και με

δρώμενα που παρέπεμπαν σε αυτήν αργότερα, με θυσίες ζώων και φαλλικές πομπές.

Κοινή φαίνεται να είναι σε όλες η ενθουσιαστική ασυδοσία για ένα διάστημα, ενώ

16 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία, σελ. 488-494.

16

Page 17: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

παράλληλα υπήρχαν πάντοτε τα όργια, τα οποία τελούνταν από μικρότερες ομάδες,

συλλόγους, λατρευτικές ενώσεις.

4. ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΑ-ΟΙΝΟΠΟΙΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ

Η καλλιέργεια και η παραγωγή κρασιού ως παραγωγική διαδικασία χάνεται στο χρόνο.

Οι γνώσεις μας προέρχονται κυρίως από την αρχαία γραμματεία και από την ανασκαφική

σκαπάνη. Το πιο παλιό και πλήρες έργο για την αμπελουργία της αρχαίας Ελλάδας

βρίσκεται σε μια συλλογή κειμένων που είναι γνωστή με τον τίτλο Περί φυτών αιτίων.

Είναι έργο του Θεόφραστου, μαθητή και διαδόχου του Αριστοτέλη στο Λύκειο, ο οποίος

θεωρείται και πατέρας της βοτανικής. Πληροφορίες για την αμπελοκαλλιέργεια δίνονται

επίσης και από ρωμαίους συγγραφείς (Cato, De Agri Cultura, 11,4) (White 1967, σελ.

72). Οι μέθοδοι καλλιέργειας της αμπέλου ήταν πολλές και ποικίλαν ανάλογα με την

περιοχή, το κλίμα και την τοποθεσία που είχε το αμπέλι. Υπήρχαν τρεις τρόποι φύτευσης

με εκσκαφή του αγρού, σε τάφρους και σε οπές17 (Πίκουλας 2004). Τις περισσότερες

φορές τα αμπέλια φυτεύονταν σε σειρές, μια μέθοδος που περιγράφεται και στην ασπίδα

του Αχιλλέα (Ιλιάδα Σ 500-572). Υπήρχαν τρεις τρόποι φύτευσης αμπελιού: σε τάφρους,

σε χαντάκια και σε λάκκους (Plin. Naturalis Historia XVII 35, 166/7, Ξεν., Οικονομικός

XIX 2-3, Columella, De arboribus I 6 και IV 2).

Οι αμπελώνες λάβαιναν υπόψη τους τη φορά των ανέμων18 (Πουλάκη 2004). Ο

προσανατολισμός τους έπρεπε να είναι σύμφωνα με τη φορά των τοπικών ανέμων, για να

μη σπάσουν ή να μην έχουν προβλήματα με την ανάπτυξή τους.

Τα αμπέλια ορισμένες φορές σέρνονταν στο έδαφος, ενώ σε άλλες περιπτώσεις

φρόντιζαν να υποβαστάζονται από υποστηρίγματα. Φαίνεται ότι προτιμούσαν τα αμπέλια

τους να μη μεγαλώνουν στο έδαφος, και φρόντιζαν, ειδικά όταν βάραιναν από τα ώριμα

σταφύλια, να στηρίζονται σε βλαστούς κισσού (Σαββίδης 2003) ή να υποβαστάζονται

από διχαλωτούς πασάλους, οι οποίοι ονομάζονταν χάρακες ή κάμακες (Sparkes 1976,

17 Plin. NH XVII 35, 166/7 πρβλ. Στράβ. XV 3, 11 (732) 18 Θεόφρ., Περί φυτν ατιν III 12, 3 και Columella, De Re Rustica III 12, 5-6

17

Page 18: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

σημ. 30, 58, εικ. 5 και Τιβέριος 2002, σελ.32), ή σε κορμούς δέντρων (Overbeck και

Overbeck 2005).

Για το κλάδεμα των αμπελιών υπήρχε ο σχετικός μύθος, σύμφωνα με το οποίο, οι

κάτοικοι του Ναυπλίου πρόσεξαν ότι ένα κλήμα που είχε φάει ένας γάιδαρος την

προηγούμενη χρονιά, παρήγαγε πολύ περισσότερα σταφύλια (Παυσανίας, Ελλάδος

Περιήγησις 2, 38, 3). Έτσι σκέφτηκαν ότι η διαδικασία αυτή ωφελούσε τα αμπέλια κι

άρχισαν να τα κλαδεύουν. Το βάθος του κλαδέματος εξαρτώνταν από το γένος της

αμπέλου, τον τόπο και το κλίμα (Θεόφρ., Περί φυτών αιτίων III 13 και III 14).

Υπήρχαν διάφορες τεχνικές και φάρμακα με τα οποία στην αρχαιότητα προσπαθούσαν

να προστατέψουν τα αμπέλια από κάθε λογής ζιζάνια και ζώα. Όμως, οι περισσότερες

από τις ασθένειες της αμπέλου δεν ήταν γνωστές στην αρχαιότητα και για αυτό οι

περισσότερες αναφορές στην αρχαιότητα για τους εχθρούς της αμπέλου αφορούν φυσικά

αίτια, όπως η γήρανση του φυτού ή εξωτερικούς παράγοντες, όπως οι κακές καιρικές

συνθήκες και τα θηρία, όπως οι αλεπούδες, τα πουλιά, οι ακρίδες κ.α. που την απειλούν

(Κουράκου-Δραγώνα 2004). Ο Φαινίας ο Ερέσιος ανέφερε ότι οι Μενδαίοι ράντιζαν τα

σταφύλια επάνω στα κλήματα με ελατήριον19 για να γίνεται ο Μενδαίος οίνος μαλακός

(Αθ. I 29 f).

Μια ερυθροστιλβωτή στάμνα που βρέθηκε σε τάφο της Πρώϊμης Εποχής του Χαλκού

του χωριού Πύργος Λεμεσού απεικονίζει διάφορες σκηνές από την καθημερινή ζωή που

αποδίδονται ολόγλυφα και καταλαμβάνουν τον ώμο του αγγείου. Η πιο πολύπλοκη

ομάδα παρουσιάζει διάφορες μορφές που πιθανότατα ασχολούνται με την οινοπαραγωγή.

Μια ανθρώπινη μορφή έχει τα χέρια της απλωμένα και τα στηρίζει στις δύο λαβές του

αγγείου, μάλλον για να κρατήσει την ισορροπία της, αφού στέκεται μέσα σε μακρόστενη

λεκάνη με προεξέχουσα προχοή που ταυτίζεται με ληνό. Το κρασί (;) καταλήγει σε μια

κυκλική λεκάνη που είναι τοποθετημένη σε χαμηλότερο επίπεδο κάτω από την προχοή

της ληνού και λειτουργεί ως υπολήνιο. Ακόμη, ένα άλλο άτομο βρίσκεται πίσω από το

υπολήνιο και κρατά μια προχοή με κομμένο λαιμό μέσα στο υπολήνιο. Η σκηνή

19 Ελατήριον ο αγριοσίκυς, κοινώς πικραγγουριά.

18

Page 19: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

παραπέμπει σε πατητήρι και σε διαδικασία οινοπαραγωγής20 (εικ. 4) (Χατζησάββας

2003).

Εικόνα 4

Οι χώροι στους οποίους γινόταν η ζύμωση του γλεύκους έπρεπε να είναι χωρίς οσμές και

ιδιαίτερα καθαροί (Αριστ. Περί νυπνίων 460a 29, Θεόφρ., Περί σμν IV 10,1, VI

19).

Εάν η μακρόχρονη αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων κρασιού αποτελούσε γενικώς

εκείνη την εποχή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Οδυσσέα, δείγμα πλούτου και

δύναμης, τότε η εκτίμηση για το παλιό κρασί θα πρέπει να αναπτύχθηκε μάλλον

φυσιολογικά, όπως ήδη είχε συμβεί στην Αίγυπτο, όπου τα νεοσφραγισμένα αγγεία με

κρασί σφραγίζονταν με το έτος βασιλείας κι όπου ένα αγγείο με κρασί τριάντα τριών

χρόνων τοποθετήθηκε (μαζί με κρασιά νεότερης εσοδείας) στον τάφο του Φαραώ

Τουταγχαμών γύρω στα 1325 π.Χ. (Lesko 1977). 20 Η εικονογραφία του αγγείου από τον Πύργο είναι πανομοιότυπη με σκηνή τρυγητού και πατήματος σταφυλιών που βρέθηκε στον τάφο του Nakht στην Κοιλάδα των Ευγενών στις Θήβες της Αιγύπτου και χρονολογείται στον 14ο π.Χ. αιώνα.

19

Page 20: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Οι Έλληνες είχαν την επίγνωση της βελτίωσης που επιφέρει ο χρόνος στο καλό κρασί.

Είναι γεγονός ότι το παλιό κρασί δεν είναι μόνο ευχάριστο στην γεύση, είναι καλύτερο

και για την υγεία. (Αθήν. 1.26a). Ήδη από την εποχή του Ομήρου είχαν αρχίσει να

εκτιμούν το παλιό κρασί και στην Ελλάδα, αφού σε ένα άλλο απόσπασμα της Οδύσσειας

διαβάζουμε ότι το κρασί ‘αποσφραγίζεται και ανοίγεται στα έντεκα χρόνια’ (Ὀδύσσεια, γ,

στ. 391-92). Αργότερα ο Πίνδαρος διασκέδαζε με την αντίθεση που κυριαρχούσε στα

γεύματα ανάμεσα στον παλαιόν οἶνον και τα ἄνθεα ὓμνων, τα νεαρά τραγούδια (9ος

Ολυμπιόνικος, στ. 48), ενώ στην Αθήνα του 4ου αιώνα το επίθετο γέρων, που κανονικά

ισχύει μόνο για ανθρώπους, χρησιμοποιήθηκε και για το κρασί21. Ο γαστρονόμος

Αρχέστρατος (59 [Ἐπιτομή, 29b]) έκρινε πώς το κρασί της Θάσου φτάνει στην καλύτερή

του φάση μετά από ‘πολλών χρόνων παλαίωση’.

Μια πρώτη μαρτυρία ότι το κρασί πίνονταν αραιωμένο στην αρχαιότητα έρχεται από τη

μυθολογία, όπου ένας βοσκός του Οινέα ψάχνοντας έναν τράγο που είχε χαθεί τον βρήκε

να τρώει σταφύλια. Ο βοσκός πάτησε τα σταφύλια, παρασκεύασε το πρώτο κρασί και το

αραίωσε με νερό από τον Αχελώο. Ο Ομηρος επαινεί εκείνο το κρασί το οποίο

επιδέχεται αρκετή πρόσμειξη ύδατος. Οσο το κρασί παλιώνει επιτρέπει περισσότερη

πρόσμειξη επειδή γίνεται θερμότερο. (Αθήν. 1.26). Το νερό και το κρασί ήταν άφθονα

στην αρχαία Ελλάδα, οι ποιότητες, όμως, του δεύτερου διέφεραν από μέρος σε μέρος και

μόνο οι πλούσιοι είχαν τη δυνατότητα να διαλέξουν το κρασί που έπιναν. Η ονομασία

του κρασιού μπορεί να σημειώνει είτε την ανάμειξη κάποιων ειδικών συστατικών, όπως

το αλατόνερο που προστίθενταν στο κρασί.

Η οινοπαραγωγική διαδικασία αποτέλεσε ασυνήθιστο θέμα της αττικής αγγειογραφίας,

καθώς προτιμούσαν να κοσμούνται με ευχάριστα θέματα τα αγγεία των συμποσίων τους,

και όχι με θέματα που θυμίζουν επίπονες αμπελουργικές-οινοπαραγωγικές εργασίες22.

Όταν οι αγγειογράφοι απεικονίζουν εργασίες αμπελουργίας-οινοπαραγωγής,

παρουσιάζουν σατύρους και σειληνούς να καταπιάνονται με αυτή την ασχολία και όχι

21 Εύβουλος, απ. 121 [Επιτομή, 28f], Επίνικος, απ. 1 [Αθήναιος, 432b-c], Μένανδρος, Δύσκολος, στ. 946. 22 Ξαγοράρη, Ιστορία του Ελληνικού κρασιού, 1990, σελ. 97.

20

Page 21: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

πραγματικά όντα. Τη μοναδική σωζόμενη παράσταση φυτέματος ή «μπολιάσματος»

αμπέλου βλέπουμε στις εξωτερικές όψεις μιας οφθαλμωτής κύλικας στο Μουσείο Καλών

Τεχνών στη Βοστώνη από το Ζωγράφο της Ομάδας URE 1b του 525-500 π.Χ. Σε

ολόκληρη τη μελανόμορφη και ερυθρόμορφη αγγειογραφία δε συναντάμε ποτέ χαμηλά

αμπέλια, μόνο ψηλές κληματαριές 23 (Εικ. 8).

Εικόνα 5

Το θέμα του τρύγου είναι πιο συνηθισμένο. Οι κληματαριές καταλαμβάνουν τη

μεγαλύτερη διακοσμητική επιφάνεια του αγγείου και μικρόσωμοι σάτυροι και σειληνοί

σκαρφαλωμένοι σε αυτές κόβουν τα χοντρόρωγα σταφύλια. Το μικροσκοπικό μέγεθος

των σατύρων τονίζει τον πλούτο της κληματαριάς και το μέγεθος των σταφυλιών. Το

σταφύλι αποτελεί το κεντρικό θέμα της παράστασης που διακοσμεί ένα αγγείο κι όχι ο

αμπελουργός.

Συχνά, τον τρύγο παρακολουθεί ο ίδιος ο Διόνυσος, όπως στο μελανόμορφο αμφορέα

της Βοστώνης κατασκευασμένος από τον κεραμέα Εξηκία και διακοσμημένος από

κάποιον αγγειογράφο κοντά στην τεχνοτροπία του Εξηκία γύρω στα 540 π.Χ.

Διακρίνεται επιγραφή με το όνομα του θεού (ΔΙΟΝΥΣΟΣ). Τα σταφύλια που μόλις

έχουν κοπεί, τοποθετούνται σε πλεχτά καλάθια (Εικ. 9).

23 Ξαγοράρη, ο.π. σελ. 98.

21

Page 22: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 6

Εκτός από πλεχτά καλάθια, τα σταφύλια μεταφέρονταν και με ξύλινες καρδόπες

(σκάφες), όπως βλέπουμε σε σχετικές παραστάσεις. Στη μελανόμορφη παράσταση του

αμφορέα του Würzburg του Ζωγράφου του Άμαση βλέπουμε ένα σχετικά κομψό σειληνό

να τρυγά, ενώ ο επόμενος ληνοβατεί. Η ληνός είναι πρόχειρη ξύλινη κατασκευή, ένας

κορμός που έχει γίνει κοίλος και στηρίζεται σε τέσσερα ξύλινα στηρίγματα. Σε αυτόν

στηρίζεται ένα πλεχτό καλάθι με φαρδείς πόρους για να χύνεται από αυτούς το γλεύκος,

από την εκροή της ληνού μέσα σε ένα μεγάλο πίθο χωμένο στη γη, που χρησιμεύει ως

υπολήνιο. Κάτω από τη ληνό μια υδρία θα χρησίμευε για να αδειάζουν το μούστο από το

υπολήνιο, να γεμίζουν την υδρία που κρατά ο τελευταίος σειληνός και με αυτή να το

μεταφέρουν στο μεγάλο αποθηκευτικό πίθο στην άκρη της παράστασης. Ένας άλλος

σειληνός παίζει διπλό αυλό για να ευχαριστήσει τους συντρόφους του και να τους

εμψυχώσει για την εκτέλεση του έργου τους. Η παρουσία του αυλητή είναι απαραίτητη

στη διαδικασία της ληνοβασίας, όπου τραγουδούσαν τα «επιλήνια μέλη», και η

απεικόνισή του στις σχετικές παραστάσεις είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Στη μικρή

ζωφόρο πάνω από την κύρια παράσταση ολόκληρος ο Διονυσιακός θίασος ορχείται

ενθουσιασμένος από τη μουσική, το τραγούδι και το ποτό (Εικ. 10). Αυτή η παράσταση

22

Page 23: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

είναι η πιο διαφωτιστική στο θέμα της οινοπαραγωγής και χρονολογείται γύρω στα 530

π.Χ.24.

Εικόνα 7

Σκηνή έκθλιψης σταφυλιών στο ληνό απεικονίζεται και σε ερυθρόμορφο κρατήρα του

5ου αι. π.Χ., στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αλέρια (Κορσική), του 5ου αι. π.Χ. Στην

παράσταση φαίνεται το γλεύκος που χύνεται στο υπολήνιο και το αίμα του Βότρυ που

κρατάει στα χέρια του ο Σειληνός. Ο ίδιος ο Διόνυσος, παρευρίσκεται σε μια διαδικασία,

η οποία αποτελεί αναπαράσταση του μαρτυρίου του θεού. Τεμαχίζεται ως βότρυς για να

αναγεννηθεί ως οίνος, όπως υποδηλώνει ο αμφορέας που βρίσκεται δίπλα στο υπολήνιο 25 (Εικ. 11).

24 Ξαγοράρη, Ιστορία του ελληνικού κρασιού, 1990, σελ. 98-99 25 Κουράκου-Δραγώνα, ο.π. σελ. 114.

23

Page 24: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 8

Το επόμενο στάδιο είναι η τοποθέτηση του μούστου σε δερμάτινα ασκιά για να γίνει

κρασί. Αξίζει να σημειωθεί ότι για την αποθήκευση του κρασιού χρησιμοποιούνταν

πιθάρια, ενώ για τη μεταφορά του ασκοί και αμφορείς.

Αν και είναι εξαιρετικά σπάνια η απεικόνιση ανθρώπων στις εργασίες αυτές στο

μελανόμορφο ρυθμό, στον ερυθρόμορφο ρυθμό είναι πιο συνηθισμένη. Απόδειξη

αποτελεί ο ερυθρόμορφος κιονωτός κρατήρας του Ζ. του Frutteto, που χρονολογείται

περίπου στα 460 π.Χ. και βρίσκετα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Φερράρας. Από

την παράσταση όμως λείπει ο αυλητής. Σε άλλες ανάλογες παραστάσεις εικονίζεται και ο

Διόνυσος 26 (Εικ. 12).

26 Ξαγοράρη, ο.π. σελ. 98-99.

24

Page 25: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 9

Προτού χρησιμοποιηθεί το κρασί έπρεπε απαραίτητα να καθαγιαστεί στην εορτή των

Ληναίων, προς τιμής του Διονύσου Ληναίου στις αρχές του χειμώνα. Στην τελετή

συμμετείχαν μόνο γυναίκες. Στις παραστάσεις όμως της αττικής αγγειογραφίας

εικονίζονται μαινάδες, οι οποίες στην ιωνική διάλεκτο ονομάζονται Ληναί. Ο

«καθαγιασμός του οίνου» απαντάται μόνο στην ερυθρόμορφη αττική αγγειογραφία. Την

εικονογραφική εξέλιξη του θέματος περιγράφει η E. Simon, η οποία αναφέρει ότι οι

αγγειογράφοι της πρώιμης κλασικής εποχής προτιμούσαν να απεικονίζουν την

προετοιμασία για τη γιορτή, ενώ αργότερα οι αγγειογράφοι αρέσκονταν στο να

αποδίδουν το εκστατικό άγριο μέρος της. Στον ερυθρόμορφο στάμνο του Ζωγράφου του

Δίνου, στο Εθνικό Μουσείο Νεάπολης, αυτές οι δυο καταστάσεις φαίνεται να

συνδιάζονται. Πρόκειται για μια από τις τελευταίες απεικονίσεις της ιεροτελεστείας του

«ανθισμένου» οίνου, γύρω στα 420 π.Χ. Γυναίκες που εικονίζονται ως μαινάδες, έχουν

στήσει ένα τραπέζι μπροστά από το ξόανο του Διονύσου, τοποθετημένο στο κέντρο της

παράστασης, το οποίο έχουν ντύσει και στολίσει με κισσόφυλλα, κλαδιά και καρπούς.

Πάνω στο τραπέζι βρίσκονται δυο στάμνοι στις άκρες του, ένας κάνθαρος στη μέση και

σκορπισμένα κομμάτια λευκού «άνθους». Έχει απεικονίσει μάλιστα ακόμα και τη

25

Page 26: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

ρευστότητα του «άνθους» που έχει «τρέξει» και λερώσει το τραπέζι. Αριστερά η Διόνη

αδειάζει κρασί με ένα κύαθο από τον έναν στάμνο και γεμίζει το σκύφο της, με τον οποίο

θα μεταφέρει τον οίνο καθαρό πια στη διπλανή στάμνο. Απέναντί της μια άλλη μαινάδα

χτυπά το τύμπανο και χορεύει μαζί με τις συντρόφισσες της Χορεία και Θάλεια27 (Εικ.

13).

Εικόνα 10

Συχνά το κρασί αποθηκεύεται σε μεγάλους οξυπύθμενους αμφορείς που κάνουν δύσκολη

τη μεταφορά τους. Μια πρακτική λύση για τη μεταφορά τους απεικονίζεται στη

μελανόμορφη παράσταση αμφορέα, διακοσμημένου από την κατηγορία του

Υποβιβάζοντος. Σύμφωνα με αυτήν, ο γεμάτος κρασί αμφορέας κρεμάται από τις λαβές

του με σχοινιά από ένα μακρύ ξύλο, που το κουβαλούν δύο άντρες. Το αγγείο

χρονολογείται γύρω στα 510 π.Χ. (Εικ. 14).

27Ξαγοράρη, ο.π., σελ. 99-100. Κουράκου-Δραγώνα, ο.π., σελ. 112-113.

26

Page 27: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 11

Η μεταφορά και η αποθήκευση του κρασιού γίνεται συχνότερα από ανθρώπους και

σπανιότερα από σατύρους ή σειληνούς, αντίθετα με την προηγούμενη φάση της

αμπελουργίας-οινοποιίας που γινόταν από εξανθρώπινα όντα, και αντίθετα πάλι από την

επόμενη φάση, του εμπορίου και της χρήσης του οίνου, που γίνεται αποκλειστικά από

ανθρώπους.

Για να πραγματοποιηθεί η μεταφορά των αμφορέων με το κρασί απαιτείται μεγάλη μυική

δύναμη, όπως φαίνεται από την προσπάθεια που καταβάλλει ο νεαρός στο εσωτερικό

μετάλλιο κύλικος στο Βρετανικό Μουσείο, των ετών 510-500 π.Χ. Γύρω από το

μετάλλιο βλέπουμε τα εμπορικά πλοία που μεταφέρουν τους οξυπύθμενους αμφορείς με

το κρασί σε ξένα μέρη. Όταν οι κύλικες γέμιζαν με κρασί, δημιουργούνταν η αίσθηση ότι

τα πλοία έπλεαν (Εικ. 15).

27

Page 28: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 12

Το κρασί τοποθετείται σε άλλα αγγεία, κρατήρες ή δίνους, αφού αναμειχθεί με νερό.

Στον ερυθρόμορφο στάμνο με την υπογραφή του Σμίκρου γύρω στα 515 π.Χ. δυο

υπηρέτες αδειάζουν κρασί από οξυπύθμενους αμφορείς μέσα σε λέβη πάνω σε πήλινο

υποστατό, προκειμένου να αναμειχθεί με το νερό που περιέχεται, προφανώς, μέσα στο

αγγείο. Στο έδαφος υπάρχουν δύο οινοχόες με τις οποίες χύνουν το κρασί σε αγγεία

πόσεων κι όλα φαίνεται να είναι έτοιμα για το συμπόσιο (Εικ. 16)28.

Εικόνα 13

28 Ξαγοράρη, ο.π., σελ. 100.

28

Page 29: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Σχετικές παραστάσεις μας γνωρίζουν ακόμη και το πώς έψυχαν ορισμένες φορές οι

αρχαίοι το κρασί, με τη βοήθεια ειδικών σκευών των ψυκτήρων. Τα μανιταρόσχημα

αυτά αγγεία, γεμάτα κρασί, τα τοποθετούσαν μέσα σε κρατήρες, συνήθως καλυκωτούς,

που ήταν γεμάτοι με κρύο νερό ή χιόνι. Και όταν το κρασί κρύωνε ο οινοχόος το

αντλούσε μέσα από το στενόλαιμο ψυκτήρα με τη βοήθεια μιας αρύταινας (κουτάλας).

Εκτός από τους ψυκτήρες υπήρχαν και άλλα σχήματα αγγείων που τα χρησιμοποιούσαν

για να ψύχουν το κρασί, όπως οι αμφορείς-ψυκτήρες. Φυσικά ο οίνος μπορούσε να

ψυχθεί και κατά τη διάρκεια της νέρωσής του, αν χρησιμοποιούσαν νερό «παγωμένο».29

Η αττική αγγειογραφία έδειξε ιδιαίτερη προτίμηση στο θέμα του συμποσίου και έχουμε

μια σειρά από ενδιαφέρουσες παραλλαγές του θέματος. Άντρες και εταίρες, ή μόνο

άντρες, ή μόνο εταίρες, ανακεκλιμένοι στα ανάκλιντρά τους πίνουν κρασί, τραγουδούν,

ακούν τη μουσική του διπλού αυλού, ή της λύρας, ή της κιθάρας, χαριεντίζονται και

παίζουν τον κότταβο30. Σε έναν αττικό ερυθρόμορφο ψυκτήρα του Ευφρόνιου, που

χρονολογείται γύρω στο 510 π.Χ., γνωστός ως «ο ψυκτήρας με τις συμποσιαζόμενες

εταίρες», εικονίζονται τέσσερις εταίρες σε σκηνές συμποσίου, ανακεκλιμένες στα

ανάκλιντρά τους31 (Εικ. 17).

29 Τιβέριος, ο.π., σελ. 43. 30 Ξαγοράρη, Ιστορία του ελληνικού κρασιού, 1990, σελ. 100-101. 31 Κουράκου-Δραγώνα,

29

Page 30: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 14

Κατά τη διάρκεια των συμποσίων παιζόταν ο κότταβος, ένα ερωτικό παιχνίδι, που

απεικονίζεται συχνά στην αγγειογραφία. Σε αυτό το παιχνίδι το κρασί παίζει σημαντικό

ρόλο, καθώς με τις τελευταίες σταγόνες των κρασοπότηρών τους, που τα στριφογυρίζουν

από τις λαβές τους, οι συμποσιαστές προσπαθούν να πετύχουν διάφορους στόχους (Εικ.

18), έχοντας βάλει προηγουμένως στο νου τους διάφορες επιθυμίες και ευχές. Αυτές θα

εκπληρώνονταν αν τελικά κατάφερναν με λατάγας (σταγόνες κρασιού) να πετύχουν το

στόχο.

Εικόνα 15

Το παιχνίδι το έπαιζαν τόσο άνδρες όσο και γυναίκες. Οι τελευταίες δεν απεικονίζονται

συχνά σε σκηνές συμποσίου και γενικότερα σε σκηνές με κρασί. Και όταν αυτό

συμβαίνει τις περισσότερες φορές πρέπει να έχουμε να κάνουμε με εταίρες (Εικ. 19).32

Εικόνα 16

32 Τιβέριος, ο.π., σελ. 43-45.

30

Page 31: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Μετά το τέλος του συμποσίου μεθυσμένοι κωμαστές, στεφανωμένοι και καμιά φορά

μεταμφιεσμένοι ή και φορώντας προσωπίδες, τριγυρνούσαν στην πόλη τραγουδώντας,

πίνοντας και χορεύοντας, συνοδευόμενοι από μουσικούς και λαμπαδηφόρους προτού

επιστρέψουν στα σπίτια τους (Εικ. 20).

Εικόνα 17

Πολλές φορές πήγαιναν από συμπόσιο σε συμπόσιο σκορπίζοντας την ευθυμία όπως η

παρέα του Αλκιβιάδη στο συμπόσιο του Αγάθωνα. Η αρχική αιτία του κωμού ανάγεται

στη λατρεία του Διονύσου- Βάκχου, προς τιμήν του οποίου τελούνταν γιορτές με πομπή,

μουσική, τραγούδια και χορό, όπως άρμοζε σε θεότητα που η διάδοση της λατρείας της

βασιζόταν σε ομαδικές εκδηλώσεις. Το θέμα του κωμού ήταν αγαπητό στη μελανόμορφη

αγγειογραφία, όπου υπήρχε και ολόκληρη ομάδα «κυλικογράφων των κωμαστών» γύρω

στα 585-570 π.Χ. Οι κωμαστές εκείνοι όμως ήταν αρκετά πρωτόγονοι, αντίθετα με τους

κωμαστές του ερυθρόμορφου ρυθμού33.

Ο οίνος δεν προκαλούσε βέβαια την τέρψη μόνο των κοινών θνητών, αλλά και των θεών,

των ημιθέων και των ηρώων. Έχουμε πολλές παραστάσεις στις οποίες ο Διόνυσος, μέλη

της ακολουθίας του, ο Ηρακλής κ.α.- ορισμένες φορές και ανακεκλιμένοι (Εικ. 21)-

εικονίζονται να πίνουν κρασί.

33 Ξαγοράρη, ο.π., σελ. 100-101, Κουράκου-Δραγώνα, ο.π., σελ. 60-61, 97,107,103.

31

Page 32: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 18

Πολύ πιθανόν το κρασί εδώ να νοείται ανέρωτο, πράγμα που δικαιολογεί καλύτερα και

το ότι σε ορισμένες παραστάσεις αυτοί βρίσκοντια εμφανώς σε κατάσταση μέθης (Εικ.

22).

Εικόνα 19

32

Page 33: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Ανάμεσα στα υγρά που νοούνται στις σκηνές θεϊκών σπονδών ο οίνος κατέχει ασφαλώς

καίρια θέση (Εικ. 23).

Εικόνα 20

Παράλληλα, το κρασί έχει παίξει ιδιαίτερο ρόλο και σε συγκεκριμένα επεισόδια με

πρωταγωνιστές θεούς και ήρωες. Η επιστροφή του Ήφαιστου στον Όλυμπο έγινε χάρη

στην ακαταμάχητη δύναμη του θεϊκού ποτού, καθώς πριν από το Διόνυσο, μια

προσπάθεια του Άρη να επαναφέρει τον Ήφαιστο στον Όλυμπο με βίαια μέσα είχε

αποτύχει οικτρά. Επίσης, στην πελοποννησιακή Κενταυρομαχία, το Φόλο τον πρόδωσε

το μεθυστικό άρωμα του νέου κρασιού με το οποίο, κρυφά από τους συντρόφους του,

κέρασε τον φιλοξενούμενο Ηρακλή. Ο μυθικός βασιλιάς Μίδας μπόρεσε να πιάσει το

σοφό Σειληνό μόνο όταν ο τελευταίος «κεραυνοβολήθηκε» από το ιερό ποτό (Εικ. 24)34.

34 Τιβέριος, ο.π., σελ. 35-37.

33

Page 34: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 21

5. ΟΝΟΜΑΣΤΑ ΚΡΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ

Η καλλιέργεια και η παραγωγή κρασιού ως παραγωγική διαδικασία χάνεται στο χρόνο.

Οι γνώσεις μας προέρχονται κυρίως από την αρχαία γραμματεία και από την ανασκαφική

σκαπάνη. Το πιο παλιό και πλήρες έργο για την αμπελουργία της αρχαίας Ελλάδας

βρίσκεται σε μια συλλογή κειμένων που είναι γνωστή με τον τίτλο «Περί φυτών αιτίων».

Είναι έργο του Θεόφραστου, μαθητή και διαδόχου του Αριστοτέλη στο Λύκειο, ο οποίος

θεωρείται και πατέρας της βοτανικής. Ο ίδιος λέει ότι οι ποικιλίες της αμπέλου ήταν

πολυάριθμες35.

Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στα πιο γνωστά κρασιά και σχολιάζουν εκτεταμένα

μόνο τα ποιοτικά, δηλαδή αυτά της Μαρώνειας, της Ισμάρου, της Θάσου, της Ακάνθου

και της Μένδης36. Φημισμένοι οίνοι της αρχαιότητας ήταν αυτός της Θάσου, Χίου,

Αριούσιου, Μενδαίο, Μενδήσιο, Ισμαρικό, Λέσβιο, Πεπαρήθιο, Χαλυβώνιο, Πράμνειο

και Μαρωνίτη (Πολυδεύκης, Ονομαστικόν, ΣΤ’, σ. 15-16).

Τα κρασιά της Θράκης ήταν θαυμαστά και περιζήτητα. (Αθήν. 1.31b) Όταν ο Οδυσσέας

βρέθηκε στη χώρα των Φαιάκων και συζητούσε με το βασιλιά της χώρας τις περιπέτειές

του είχε πει ότι «δεν μας έλειψε το κόκκινο κρασί, γιατί καθένας μας γέμισε πολλούς

αμφορείς, όταν πατήσαμε την ιερή πόλη των Κικόνων». Σύμφωνα με την αρχαιολογική

έρευνα οι Κίκονες ήταν ένας λαός που κατοικούσε ανάμεσα στον Έβρο και τη Βιστονίδα

35 36 Μαραγκού, Τέχνη και τεχνική στα αμπέλια, 1999, σελ. 78.

34

Page 35: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

λίμνη. Πιστεύεται ότι ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά μνημεία που άφησαν είναι και

προϊστορικά πατητήρια που είναι λαξευμένα στους βράχους της περιοχής (Εικ. 28).

Εικόνα 22: Λίθινο πατητήρι Αγ. Αθανασίου Ισμάρου (Σαββίδης 2003)

Όταν λοιπόν ο Οδυσσέας κυρίευσε τη Μαρώνεια, που βρισκόταν στην περιοχή των

Κικόνων, ο Μάρων, ο ιερέας του Απόλλωνα του έδωσε, χρυσό επτά ταλάντων, έναν

ασημένιο κρατήρα και δώδεκα μεγάλους αμφορείς καλό κόκκινο κρασί για να τον

εξευμενίσει.

Η γεύση του κρασιού αυτού σχολιάζεται λεπτομερώς τόσο στην Ιλιάδα, όσο και στην

Οδύσσεια και φαίνεται ότι πρόκειται για ένα ποτό υπερφυσικά δυνατό:

Λαγήνες δώδεκα μου γέμισε κρασί γλυκό και άκρατο,

Που να το πίνουν μόνο αθάνατοι στο σπίτι του κανένας

Δούλος για βάγια του δεν κάτεχε κρασί πως έχει τέτοιο,

Έξω απ’ τον ίδιο, τη γυναίκα του και μια κελάρισσά τους.

Και κάθε που ήταν από το κόκκινο κρασί να πιούνε,

Μια κούπα μόνο αρκούσε σε είκοσι μέτρα νερό να ρίξει,

35

Page 36: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Κι απ’ το κροντήρι ευτύς ξεχύνουνταν γλυκιά ευωδιά ένα γύρο,

Θεϊκιά, και τότε πια δεν άντεχες να μην το δοκιμάσεις. (Οδύσσεια, ι, στ. 204-11)

Εικόνα 23.

Ο Ισμαρικός οίνος έμεινε γνωστός στους αιώνες με το όνομα καταγωγής του από την

ομώνυμη περιοχή της παραλιακής Θράκης, ο πρώτος ευρωπαϊκός οίνος με γεωγραφική

επωνυμία καταγωγής. Ήταν ένα ποτό θείο, γλυκό και άκρατο που μπορούσε να

αναμειχθεί με είκοσι μέρη νερό και να εξακολουθήσει να είναι γλυκό σα μέλι. Τότε το

χρώμα του από μαύρο γινόταν ερυθρό και μια θεσπέσια οσμή ανέβαινε από τον κρατήρα.

Το κοκκινόμαυρο κρασί αυτό προερχόταν από το μεγαλόκαρπο σταφύλι που παραγόταν

σε αφθονία στον τόπο αυτό37.

Ο Ομηρος επαινεί εκείνο επομένως το κρασί το οποίο επιδέχεται αρκετή πρόσμειξη

ύδατος. Οσο το κρασί παλιώνει επιτρέπει περισσότερη πρόσμειξη επειδή γίνεται

θερμότερο. (Αθήν. 1.26)

Στην Ρόδο επίσης, έβαζαν θαλασσινό νερό μέσα στο γλεύκο επειδή νόμιζαν ότι αυτό το

μίγμα του κρασιού θα χωνεύεται ευκολότερα και δεν θα προκαλεί την μέθη. Σε πενήντα 37 «Ονος ριστάφυλος», Οδύσσεια, ι, στ. 208, 211, που σημαίνει ο οίνος που παράγεται από μεγάλα και ωραία σταφύλια. «ο μεγαστάφυλος καρπός, όπως τον βρέχει ο Δίας», Οδύσσεια, ι, 358. ο μαρώνιος οίνος λέγονταν και «ακηράσιος», δηλαδή γνήσιος χωρίς παρεμβάσεις και δέχονταν κράση με νερό (Αθήν., Α 26α).

36

Page 37: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

κανάτια γεμάτα γλεύκος αν προσθέσουμε ένα κανάτι θαλασσινό νερό το κρασί γίνεται

ανθοσμίας. Αλλά από νέα αμπέλια και όχι από παλαιά ο ανθοσμίας οίνος γίνεται

ισχυρότερος. (Αθήν. 1.32a-e)

Γλυκό μέλανα οίνο της Ισμάρου είχε μαζί του ο Οδυσσέας κι όταν ξεκίνησε με τους

συντρόφους του για τη σπηλιά του Κύκλωπα.

Κι είχα ασκόν με μαύρον οίνο

Γλυκό που έδωσε ο Μάρων, του Ευάνθου ο γιός,

Ιερέας του Απόλλωνα, που την Ίσμαρο προστάτευε. (Οδ, ι, στ. 196-198)

Ο οίνος της Μαρώνειας αναφέρεται και από τον Πλίνιο (Mat.Hist. XIV, 4, 6).

Αυτόν τον οίνο προσέφερε ο Οδυσσέας στον Κύκλωπα ως δείγμα, για να του επιτρέψει

να πάει στο πλοίο να φέρει περισσότερο:

Γαβάθα στα χέρια έχοντας με μαύρο οίνο.

Κύκλωπα, να πιες κρασί, μιας κι έφαγες ανθρώπινο κρέας. (Οδύσσεια, ι, στ. 346-7)

37

Page 38: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 24:

Σε μια εποχή όχι πολύ μακρινή από την εποχή της σύνθεσης της Οδύσσειας, ο Αρχίλοχος

αναφέρει τον ισμαρικό οίνο σε ένα σύντομο σπάραγμα, πρόκειται όμως για υπαινιγμό

στην ιστορία του Οδυσσέα: ‘το κρασί από το βόρειο Αιγαίο που κερδήθηκε με το δόρυ38’

είναι μια λογοτεχνική παραπομπή στο ισμαρικό κρασί και δε μπορούμε να τη

θεωρήσουμε ως απόδειξη ότι ο Αρχίλοχος ήταν εξοικειωμένος με το κρασί που ήπιε ο

Οδυσσέας. Εάν ίσχυε κάτι τέτοιο θα μπορούσαμε να αποδώσουμε και στον ποιητή της

Οδύσσειας το πάθος για τα κρασιά ονομασίας προελεύσεως που διακατείχε τον Αρχίλοχο

και τον Αλκμάνα39.

Ο Αρχίλοχος λοιπόν (7ος αιώνας π.Χ.) λέει σε ένα απόσπασμά του:

‘Το δόρυ το ψωμί μου προμηθεύει,

Το δόρυ το κρασί το ισμαρικό,

Στο δόρυ μου στηρίζομαι και πίνω’ 40

και δίνει πληροφορίες για τις προσπάθειες και τους αγώνες που κατέβαλαν οι Πάριοι για

να κρατηθούν στη θρακική «Περαία».

Σε μεταγενέστερες πηγές ο οίνος αναφέρεται ως Μαρώνειος, καθώς η Ίσμαρος

μετονομάστηκε σε Μαρώνεια. Περί το 77 μ.Χ. ο Πλίνιος έγραφε:

«Ο οίνος, ο πιο παλιά ονομαστός, είναι -όπως μαρτυρείται από τον Όμηρο-

αυτός της Μαρώνειας, στις ακτές της Θράκης. Ο Όμηρος λέει ότι ο Μαρώνειος

αναμειγνυόταν με εικοσαπλάσια ποσότητα νερού.

38 Ο Αρχίλοχος μιλά για ‘ψωμί και κρασί ισμαρικό κερδισμένο με το δόρυ’ και όχι για ‘κρασί από το βόρειο Αιγαίο’ (εν δορί μέν <μοι> μαζα μεμαγμένη, εν δορί δ’οινος/ισμαρικός, πίνω δ’ εν δορί κεκλιμένος). 39 Το απ. 2 του Αρχιλόχου παρατίθετι στην Επιτομή (30f). Ο Isaac, 1986, σελ. 114, στην αρχαιολογική επισκόπηση των οικισμών του ελληνικού βόρειου Αιγαίου εκφράζει τη βεβαιότητα πως η μαρτυρία του Αρχιλόχου είναι ορθή: ‘Το απόσπασμα […] δείχνει πως οι Θάσιοι έπιναν μάλλον το κρασί της Ισμάρου, παρά το δικό τους’. 40 Αθήν., Α, 30 f.

38

Page 39: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Στις ημέρες μας ακόμη, ο οίνος που παράγεται σ' αυτή την ίδια γη, κρατάει τη

μεγάλη δύναμη του, γιατί ο Mucianus, τρεις φορές ύπατος, ένας από τους πιο

σύγχρονους συγγραφείς, διαπίστωσε επί τόπου, ότι ένα μέρος του οίνου

αναμιγνυόταν με οκτώ μέρη νερού και ήταν μαύρος, αρωματικός και πάχαινε

παλαιώνοντας».

Η τακτική των παραγωγών να συνδέουν το προϊόν τους με κάποια φημισμένη παλιότερη

ονομασία, για να ενισχύσουν τις πωλήσεις τους φαίνεται να ίσχυε από την αρχαιότητα,

αφού ένας ρωμαίος στρατηγός ήταν πεπεισμένος πως το κρασί που ήπιε στην Ίσμαρο

ήταν τόσο δυνατό όσο και το κρασί που είχε δώσει ο Μάρων στον Οδυσσέα, σύμφωνα

με τη διήγηση της Οδύσσειας και ο ίδιος ο Πλίνιος, που αφηγείται το περιστατικό δεν

εκφράζει καμία αμφιβολία για αυτό (Πλίνιος Naturalis Historiae, XIV, 54).

Το βόρειο Αιγαίο στα κλασικά χρόνια φημίζεται για την υψηλή ποιότητα των κρασιών

του (Salviat 1986). Οι αμφορείς που μετέφεραν τον Χίον τον ‘άριστον των άλλων

οίνων’, τον Θάσιον τον ‘ευώδη’, τον Λέσβιον τον ‘εύπνουν’, τον Μενδήσιον τον ‘λευκόν

και αυστηρόν’ και άλλα κρασιά βρέθηκαν σε πολλές αρχαίες πόλεις στον ελλαδικό χώρο,

γύρω από το Δούναβη και γύρω από τα παράλια του Πόντου. Το ότι υπήρχε εμπορική

δραστηριότητα στις περιοχές αυτές επιβεβαιώνεται και από το Δημοσθένη, όπου σε ένα

χωρίο του έργου του ‘Προς την Λακρίτου Παραγραφήν’ αναφέρεται η εξαγωγή των

κρασιών στον Πόντο. Επίσης ναυάγια που ανακαλύφθηκαν στη Μεσόγειο είτε στη

θάλασσα των Βαλεαρίδων νήσων με αμφορείς από τη Χίο, τη Θάσο, τη Σάμο μαρτυρούν

άμεσα την εξαγωγή αυτών των κρασιών προς τη Δύση.

Οι διάφορες ποικιλίες αμπελιών μεταφυτεύονται από τις ανατολικές περιοχές σε δυτικές

και το αντίθετο. Για παράδειγμα οι χιώτικες μεταφυτεύτηκαν στην Ιταλία, έτσι που το

χιώτικο κρασί να είναι πλέον maris expers, ‘άπειρον θαλάσσης’ (Οράτιος, Saturae, II, 8,

15).

Σε απόσπασμα της κωμωδίας του Έρμιππου, ενός κωμωδιογράφου σύγχρονου του

Αριστοφάνη λέγεται:

Με το μενδαίο το κρασί και οι θεοί ακόμα στο στρώμα

39

Page 40: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Το μαλακό τους

κατουρούνε. Μα το γλυκόπιοτο το Μάγνηττα

και το Θασιώτικο, που έχει μήλου μοσκοβολιά,

εγώ τους έχω για καλύτερους από όλα τα κρασιά,

μαζί τον χιώτικο, τον αψεγάδιαστο που παύει τις λύπες

κι είναι κάποιος, σαπρία τον καλούνε,

που όταν ανοίγουν τα σταμνιά,

άρωμα ευωδιάζει μενεξέ και ρόδου και γυακίνθου.

οσμή θεσπέσια γεμίζει όλο το σπίτι,

νέκταρ μαζί και αμβροσία. Αυτό είναι το νέκταρ,

αυτό πρέπει κανείς να πίνει στο χαρούμενο τραπέζι

με φίλους μαζί, και στους εχθρούς να δίνει το κρασί της Πεπαρήθου.

Έρμιππος, απ. 77 [Επιτομή, 29e]

Το επίθετο σαπρός σήμαινε σάπιος. Το κρασί ονομαζόταν σαπρίας και που προφανώς

στο κείμενο του Έρμιππου σχετίζεται με το χιώτικο, που βρίσκεται σε ένα κατάλογο από

ένα χαμένο έργο του Φιλύλλιου της ίδιας εποχής: ‘θα προσφέρω λέσβιο, σαπρό χιώτικο,

βίβλινο, μενδαίο, έτσι που κανείς να μην έχει αύριο πονοκέφαλο’ λέει ένα πρόσωπο σε

αυτό το έργο (απ.23 [Επιτομή, 31a]). Πάντως όταν το επίθετο αυτό χρησιμοποιείται για

το κρασί είναι μάλλον κολακευτικό41, πράγμα που συμπεραίνουμε από ένα διάλογο της

κωμωδίας Ορχηστρίς του Αλέξιδος, των μέσων του 4ου αιώνα π.Χ. (απ. 172 [Αθήναιος,

441d]). Στο απόσπασμα αυτό γίνεται μια έμμεση υπενθύμιση της γνωστής

41 Πρβ. Εύπολις, απ. 478`Σούδα και Φώτιος, λ. σαπρόν.

40

Page 41: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

αριστοφανικής σάτιρας περί καταναλώσεως κρασιού από τις γυναίκες στις θρησκευτικές

τελετές τους:

-εμείς οι γυναίκες έχουμε όλα όσα θέλουμε όταν έχουμε κρασί άφθονο να πιούμε.

-ασφαλώς, μα τις δυο θεές, θα υπάρχει όσο επιθυμούμε και μάλιστα γλυκύτατο,

ξεδοντιάρικο, εντελώς σάπιο (σαπρό), θεϊκά γερασμένο.

Ο ιστορικός Θεόπομπος (115F276 [Επιτομή, 26b]) υπαινίσσεται ότι ήδη από τον 5ο-4ο

αιώνα π.Χ., το χιώτικο κρασί είχε ήδη πίσω του μια μακρά ιστορία:

‘ο Θεόπομπος λέει ότι το μαύρο κρασί παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από

τους Χιώτες, τους πρώτους που έμαθαν να καλλιεργούν και να φροντίζουν το

αμπέλι από τον Οινοπίωνα, το γιο του Διονύσου, που στην Χίο είχε μαζί τους

συνοικίσει’.

Πράγματι ήδη από τον 8ο αιώνα π.Χ., το χιώτικο κρασί εξάγονταν στη Σμύρνη42 και

παρέμεινε σε μεγάλη εκτίμηση και στους ρωμαϊκούς χρόνους.

Την πιό ευχάριστη γεύση είχε το κρασί της Χίου ο λεγόμενος Αριούσιος οίνος . (Αθήν.

1.32f, Πλουτ. ηθ. 1099Β). Ο αριούσιος οίνος χωριζόταν σε τρεις τύπους: αυστηρός,

ημίγλυκος και ο «μεστός τούτων τη γεύσει αυτόκρατος καλείται»43. Ο Αλέξανδρος ο

Τραλλιανός (6ος αιώνας μ.Χ.), του οποίου το έργο στηρίζεται σε παλαιότερα έργα του

Αετίου, Γαληνού, Διοσκουρίδου κ.α. αναφέρει μεταξύ άλλων ότι ο αριούσιος οίνος

χρησιμοποιούνταν και για ιατρικούς λόγους. Κατά το 12ο αιώνα μ.Χ., ο αριούσιος οίνος

αναφέρεται αρκετές φορές και από τον Πτωχοπρόδρομο.

Ο οίνος της Χίου λοιπόν, κατά αρχαϊκή και κλασική εποχή, ήταν του ίδιου ακριβώς

τύπου με τον ισμαρικό οίνο: μαύρος, πολύ γλυκός, παχύς και αρωματικός. Εξελίχθηκε,

μαζί με τον Θάσιο και τον Λεσβίο, στους πιο ακριβοπληρωμένους οίνους του 5ου αι.

42 C.Roebuck στον Boardman & Vaphopoulou-Richardson, 1986, σελ. 82` πρβ. J.P.Barron οπ.π., σελ. 94-98` T.C. Sarikakis οπ. π., σελ. 122-124. 43 Αθήν., Α 32f, Ορειβάσιος, Ι, σελ. 348. Plin., XIV, 9 (7).

41

Page 42: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

π.Χ. Πιστεύεται ότι στο νησί ακολουθήθηκε η ίδια οινοποιητική τεχνική των Κικόνων,

που την είχαν διδαχθεί από τους Φοίνικες.

Ο Πλίνιος αναφέρεται στη φήμη των κρασιών της Θάσου, της Χίου και της Λέσβου

(XIV, 73-76). Μεταξύ των κρασιών της Χίου, το αριούσιο ήταν το πιο φημισμένο. Το

κρασί της Λέσβου είχε μια φυσική γεύση θάλασσας. Ο ίδιος ο Πλίνιος προτιμούσε το

λέσβιο, το μυκονιάτικο και το σικυώνιο.

Το χιακό και το σκοπελίτικο (πεπαρήθιο) κρασί, εμφανίζονται στο τέλος της κωμωδίας

του Αριστοφάνη Εκκλησιάζουσες (στ 1119-39). Η δύναμη των κρασιών υπονοείται

επίσης από ένα απόσπασμα της χαμένης κωμωδίας του Αριστοφάνη (απ. 334 [Επιτομή,

29a]):

‘Δε θα επιτρέψω να πιούμε πράμνειο, ούτε χιώτικο, ούτε θασιώτικο, ούτε

πεπαρήθιο ούτε κανένα άλλο από αυτά τα κρασιά που έχουν τη δύναμη να

ξυπνούν το έμβολο και να σου το σηκώνουν’.

Το χιώτικο κρασί είχε κερδίσει μια σημαντική θέση στη ρωμαϊκή αγορά. Το ακολούθησε

το κρασί της Κω. Ήταν μια εποχή που σημαντικό έδαφος φαίνεται να έχουν κερδίσει τα

κρασιά της Ιταλίας. Το κρασί της Κω που ήταν ένα από τα κρασία στο οποίο

προστίθενταν άλμη στον μούστο, έτυχε ευρύτατης μίμησης: το 2ο αιώνα μ.Χ. ο Κάτων

(De agri cultura, 112-113) δίνει μια σχετική συνταγή. Διαδεδομένη ήταν στο Αιγαίο η

παραγωγή «τεθαλαττωμένων οίνων». Σύμφωνα με τον Πλίνιο αυτή επινοήθηκε στην

Κω44.

Στην πρώιμη ελληνιστική περίοδο, το ροδίτικο κρασί έγινε ευρύτατα γνωστό. Σύμφωνα

με έναν μεταγενέστερο θρύλο, το ροδίτικο ήταν ένα από τα δυο γνωστά κρασιά στα

οποία αναφέρθηκε ο Αριστοτέλης την ώρα του θανάτου του45.

44 Πλίνιος, XIV, 78, XIV 120. 45 Λυγκεύς [θήναιος, 285f], ρχέστρατος, απ.9 και 21 [θήναιος, 285b και 286a], ρμιππος, απ. 63 [πιτομή 27e], Λυγκεύς [θήναιος 75e], Γέλλιος, Noctes Atticae, XIII, 5 και Μνησίθεος, απ.46 [πιτομή, 32e].

42

Page 43: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

H Νάξος υπήρξε οινοπαραγωγικό κέντρο και ήταν φημισμένη για την παραγωγή ναξίου

οίνου και την ποικιλία οινάμπελου που ονομαζόταν ναξία46. Στην περιοχή που ρέει ο

Βίμβλινος ποταμός παράγονταν το βίμβλινο κρασί. Το μικρό χωριό Βίβλος σώζεται

μέχρι και σήμερα 10 χλμ. από την πρωτεύουσα του νησιού. Ακόμη στην περιοχή της

Απειράνθου παραγόταν και παράγεται ο «απειρανθίτης οίνος» κυρίως από σταφύλια της

ποικιλίας αηδάνι.

Ο Ομηρος αναφέρεται στο Πράμνιο κρασί όταν περιγράφει πώς παρασκεύασε τον

κυκεώνα η Εκαμήδη. Στο ποτήρι του Νέστορα ανακάτωσε νερό με Πράμνιο κρασί, έξυσε

με χάλκινη ξύστρα κατσικίσιο τυρί και πασπάλισε άσπρο κριθαρένιο αλεύρι. (Ιλ. 11.635)

Ο Αριστοφάνης, κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., ονομάζει το Θεό του οίνου Δαίμονα τον

Πράμνιον47. Η πραμνία άμπελος, που ονομαζόταν επίσης και πράμνειος, πετραία, οινόη,

διονυσιάς και ιερά, ήταν μια πολύ παλιά ποικιλία που παρήγαγε σταφύλια κυανομελανού

χρώματος. Όφειλε επομένως την ονομασία του στα σταφύλια από τα οποία παραγόταν.

Ορισμένοι αποκαλούν πράμνιο ειδικότερα το μέλανα οίνο 48.

Το νερό και το κρασί ήταν άφθονα στην αρχαία Ελλάδα, οι ποιότητες, όμως του

δεύτερου διέφεραν από μέρος σε μέρος και μόνο οι πλούσιοι είχαν τη δυνατότητα να

διαλέξουν το κρασί που έπιναν. Η ονομασία του κρασιού μπορεί να σημειώνει είτε την

ανάμειξη κάποιων ειδικών συστατικών, όπως το αλατόνερο που προστίθενταν στο κρασί.

Εάν η μακρόχρονη αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων κρασιού αποτελούσε γενικώς

εκείνη την εποχή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Οδυσσέα, δείγμα πλούτου και

δύναμης, τότε η εκτίμηση για το παλιό κρασί θα πρέπει να αναπτύχθηκε μάλλον

φυσιολογικά, όπως ήδη είχε συμβεί στην Αίγυπτο, όπου τα νεοσφραγισμένα αγγεία με

κρασί σφραγίζονταν με το έτος βασιλείας και όπου ένα αγγείο με κρασί τριάντα τριών

χρόνων τοποθετήθηκε (μαζί με κρασιά νεότερης εσοδείας) στον τάφο του Φαραώ

Τουταγχαμών γύρω στα 1325 π.Χ. (Lesko 1977).

46 Αθήν., Α 30f «Ην δέ τις άμπελος ναξία καλουμένη», Λογοθέτη Β., Συμβολή εις τον πολιτισμόν, σελ. 135, 157. 47 Αριστοφάνης, Ιππης, 107. 48 Κουράκου-Δραγώνα, Τέχνη και τεχνική στα αμπέλια, 1999, σελ. 40-42.

43

Page 44: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Οι Έλληνες είχαν την επίγνωση της βελτίωσης που επιφέρει ο χρόνος στο καλό κρασί.

Το κρασί μπορεί να αποθηκευτεί με ευκολία και να μεταφερθεί εξίσου εύκολα, μέσα σε

μεγάλους αμφορείς που χρησιμοποιούσαν για να το εμφυαλώσουν. Στην Ιλιάδα (η, στ.

467-75) συναντούμε μια περιγραφή εμπορίας κρασιού που φτάνει στην Τροία με πλοία

από τη Λήμνο, από όπου οι πολιορκημένοι ανανέωναν τα αποθέματά τους. Την εποχή

του Ομήρου είχαν αρχίσει να εκτιμούν το παλιό κρασί και στην Ελλάδα, αφού σε ένα

άλλο απόσπασμα της Οδύσσειας διαβάζουμε ότι το κρασί ‘αποσφραγίζεται και ανοίγεται

στα έντεκα χρόνια’ (δύσσεια, γ, στ. 391-92). Αργότερα ο Πίνδαρος διασκέδαζε με την

αντίθεση που κυριαρχούσε στα γεύματα ανάμεσα στον παλαιόν ονον και τα νθεα

μνων, τα νεαρά τραγούδια (9ος Ολυμπιόνικος, στ. 48), ενώ στην Αθήνα του 4ου αιώνα το

επίθετο γέρων, που κανονικά ισχύει μόνο για ανθρώπους, χρησιμοποιήθηκε και για το

κρασί49. Ο γαστρονόμος Αρχέστρατος (59 [πιτομή, 29b]) έκρινε πώς το κρασί της

Θάσου φτάνει στην καλύτερή του φάση μετά από ‘πολλών χρόνων παλαίωση’.

6. ΑΓΓΕΙΑ ΚΡΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΣΠΟΝΔΕΣ/ΧΟΕΣ

Υπήρχαν διάφορες κατηγορίες αγγείων ανάλογα με τις χρονικές βαθμίδες της

διαχείρισης του κρασιού, που οδηγούσαν από την παρασκευή στην κατανάλωση του και

είναι οι εξής:

• Αγγεία παρασκευής: ληνοί

• Αγγεία αποθήκευσης: πίθοι, αμφορείς, στάμνοι και πιθίσκοι. Στο μελανόμορφο

αμφορέα του Ζωγράφου του Μονάχου 1529 (γύρω στα 500 π.Χ.) ο Διόνυσος κάθεται

μπροστά σε έναν πίθο, κρατώντας έναν κάνθαρο (Εικ. 32).

49 Εβουλος, απ. 121 [πιτομή, 28f], πίνικος, απ. 1 [θήναιος, 432b-c], Μένανδρος, Δύσκολος, στ. 946, λεξις, απ. 172 [θήναιος, 441d].

44

Page 45: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Εικόνα 25

• Αγγεία μεταφοράς: αμφορείς. Για τη μεταφορά, αλλά ορισμένες φορές και για την

αποθήκευση του κρασιού χρησιμοποιούνταν οι αμφορείς. Οι λαβές τους

εξυπηρετούσαν αυτούς που τους μετέφεραν. Τις περισσότερες φορές ήταν

οξυπύθμενοι για να διευκολύνεται η μεταφορά τους από τα πλοία. Η πρώτη σειρά

αμφορέων βυθίζονταν σε άμμο στα αμπάρια του πλοίου. Ο οξυπύθμενος αμφορέας

έμπαινε στον κενό χώρο που άφηναν οι τέσσερεις αμφορείς που βρίσκονταν στην

κάτω σειρά, έτσι ώστε σε περίπτωση θαλασσοταραχής να αποφεύγονται πιθανές

μετατοπίσεις του φορτίου.

• Αγγεία για την ανάμειξη του κρασιού: κρατήρες, που ήταν μεγάλα ανοικτά αγγεία και

χρησιμοποιούνταν για την ανάμειξη του κρασιού με νερό. Ως αγγεία ανάμειξης του

κρασιού με νερό χρησιμοποιούνταν, ήδη από τον 7ο αι. π.Χ., ο κρατήρας. Το όνομά

του προέρχεται από το ρήμα κεράννυμι που σημαίνει αναμειγνύω. Οι αρχαίοι

Έλληνες προσπαθούσαν να αποφεύγουν τις υπερβολές σε σχέση με την οινοποσία κι

επαινούσαν την εγκράτεια ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. (Βοκοτοπούλου 1993).

Μάλιστα ο Θεόφραστος μας πληροφορεί ότι σε εποχή παλαιότερη από αυτή που

ζούσε, δεν έχυναν νερό στο κρασί, αλλά κρασί στο νερό (Αθληναιος, Δειπνοσοφισταί,

XI, 18). Τον 7ο αι. π.Χ. ο Ησίοδος μας δίνει μια αναλογία από τρία μέρη ύδατος κι

ενός μέρους οίνου (ο.π.).

45

Page 46: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

• Αγγεία για την ψύξη: ψυκτήρες, που ήταν μανιταρόσχημα κλειστά αγγεία μέσα στα

οποία έβαζαν το κρασί κι έπειτα τα τοποθετούσαν σε καλυκωτό κρατήρα που

περιείχε χιόνι ή κρύο νερό.

• Αγγεία για τη μεταφορά από τον κρατήρα στα αγγγεία πόσεως: Οινοχόες, που ήταν

κλειστά αγγεία με κάθετη λαβή, όλπες, κύαθοι, αρύταινες (σημερινές κουτάλες).

• Αγγεία πόσεως: σκύφοι, αγγεία με δυο οριζόντιες λαβές, κύλικες, κύαθοι, κάνθαροι

που ήταν το πιο συνηθισμένο αγγείο του Διονύσου και αποτελούνταν από δυο

κάθετες λαβές, το κυρίως σώμα και μια βάση.

• Αγγεία για σπονδές: ρυτά, που ήταν πλαστικά αγγεία συνήθως με μορφή κεράτου

ζώου χρησιμοποιούνταν και ως αγγεία πόσεως κυρίως σε συμπόσια και φιάλες, που

ήταν μικρά ρηχά αγγεία, που ορισμένες φορές είχαν χρήση αγγείων πόσεως50.

Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν δυο όρους αφ’ ενός το σπένδειν, σπονδή και αφ’ ετέρου το

χέειν, χοή. Το σπένδειν συνδέεται κυρίως με το κρασί, το προϊόν της Μεσογείου, βεβαίως

υπάρχουν επίσης χοαί με κρασί και σπονδαί με μέλι, λάδι και νερό. Η διάκριση βασίζεται

κατ’ αρχήν στον τύπο του δοχείου και στον τρόπο με τον οποίο έχυναν το υγρό: η

σπονδή γινόταν από την οινοχόη που την κρατούσαν στο χέρι ή το κύπελλο και η ροή

ήταν ελεγχόμενη, ενώ η χοή γινόταν με πλήρη ανατροπή και κένωση ενός μεγαλύτερου

αγγείου που το κρατούσαν ή στεκόταν στο έδαφος. Η χοή γινόταν για τους νεκρούς και

τους «χθόνιους» θεούς ωστόσο είναι δυνατόν να γίνει λόγος και για σπονδή προς του

χθόνιους.

Κάθε οινοποσία συνοδευόταν από σπονδή, πράγμα το οποίο ήταν καθορισμένο ήδη από

την εποχή του Ομήρου. Αργότερα κατά την τέλεση συμποσίων υπήρχαν συγκεκριμένοι

κανόνες, κατά τους οποίους έπρεπε να κάνουν σπονδή από τον πρώτο κρατήρα στο Δία,

στους Ολύμπιους θεούς και στον «Αγαθό δαίμονα», από το δεύτερο στους ήρωες, από

τον τρίτο και τελευταίο στο Δία τον Τέλειο ή στον Ερμή. Κάθε συμποσιαστής ήταν

ελεύθερος με άλλες σπονδές να επικαλεσθεί όποιο θεό επιθυμούσε.

50 Oίνος παλαιός ηδύποτος, 2002, σελ. 10-20.

46

Page 47: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Μαζί με την σπονδή γίνεται επίκληση και προσευχή σε κάποιον θεό: γεμίζουν το

κύπελλο, για να γίνει η προσευχή στους θεούς και το προσφέρουν γεμάτο στον

καλεσμένο με την προτροπή να προσευχηθεί με τη σειρά του. Όταν ξεκινούν για

θαλασσινό ταξίδι, αναμειγνύουν κρασί σε κρατήρες και κατόπιν το αδειάζουν από την

πρύμνη στη θάλασσα με προσευχές και τάματα51. Ένας βωμός, μια οινοχόη για να

γεμίζουν κρασί τη φιάλη και μια φιάλη για να ρίχνουν το κρασί στο βωμό είναι τα

απαραίτητα εικονογραφικά στοιχεία μιας σπονδής. Κρασί προσφέρουν και στον

πολεμιστή που αναχωρεί, θέμα αγαπητό της αττικής αγγειογραφίας. Στη μια πλευρά

ερυθρόμορφου στάμνου του Ζ. του Κλεοφώντος γύρω στα 430 π.Χ. βλέπουμε τον

αποχωρισμό του Έκτορα από την Ανδρομάχη και τους γονείς του. Ο ήρωας ετοιμάζεται

να πιει από τη φιάλη το κρασί που μόλις του πρόσφερε από την τριφυλλόσχημη οινοχόη

η αγαπημένη του 52 (Εικ. 24).

Εικόνα 26

Επίσης και κατά την τελετή της θυσίας ζώου οι σπονδές οίνου έχουν μια ιδιαίτερη θέση.

Στο τέλος της θυσίας χύνουν κρασί πάνω στις φλόγες του βωμού, οι οποίες

καταβροχθίζουν τα υπολείμματα. Η σπονδή επομένως έχει αντιθετική σχέση με την

51 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία, σελ. 164-168. 52 Ξαγοράρη, ο.π., σελ.101.

47

Page 48: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

αιματηρή θυσία, η οποία προηγείται. Όπως με τα σφάγια αρχίζει ο αγώνας, έτσι οι

σπονδές παύουν τις εχθροπραξίες. Δεν υπάρχει για την ανακωχή και τη συνθήκη ειρήνης

καμιά άλλη εύχρηστη λέξη εκτός από τη λέξη «σπονδαί».

Χοές που πίνει η γη προορίζονται για τους νεκρούς και τους χθόνιους θεούς, αυτούς που

κατοικούν στη γη. Ήδη ο Οδυσσεύς κάνει μια τέτοια τελετή κατά την ικεσία του προς

τους νεκρούς: γύρω από τον λάκκο προσφορών προσφέρει χοή για όλους του νεκρούς,

πρώτα με μέλι, κατόπιν με κρασί και ύστερα με νερό, από πάνω πασπαλίζει άσπρο

αλεύρι και ικετεύει τους νεκρούς υποσχόμενος μελλοντικές καιόμενες προσφορές. Κατά

τον ίδιο τρόπο στους Πέρσες του Αισχύλου η βασίλισσα φέρνει στον τάφο του νεκρού

βασιλιά γάλα, μέλι, νερό, κρασί, λάδι κι άνθη.

Στην πραγματικότητα για τη σπονδή του οίνου πριν από την οινοποσία αυτό που έχει

σημασία δεν είναι ότι η σπονδή φθάνει στον προορισμό της, αλλά ότι αυτός που την

προσφέρει με την πράξη της ήρεμης σπατάλης υποχωρεί σε μια ανώτερη. Επομένως και

οι νεκρικές σπονδές σημαίνουν αναγνώριση της δυνάμεως των νεκρών. Το ιδιαίτερο

στοιχείο των σπονδών, που τις διακρίνει από τις συνήθεις προσφορές τροφών, είναι ότι

δεν ανακαλούνται: ό,τι χύνεται δεν μπορεί ποτέ να γυρίσει πίσω. Επομένως οι σπονδές

είναι η καθαρότερη και χαρακτηριστικότερη μορφή προσφοράς53.

Πέρα από τις σπονδές, ένας στοιχειώδης τύπος προσφοράς δώρων στους θεούς, οι οποίοι

τα απαιτούν ως δείγμα ευσέβειας, είναι η «πρώτη προσφορά», «απαρχαί», η εκχώρηση

της πρώτης τροφής που κερδήθηκε με το κυνήγι, την αλιεία, τη συγκομιδή ή τη γεωργία,

ως αναγνώριση ότι οι θεοί προηγούνται. Οι προσφορές απαρχών θεωρούνται

χαρακτηριστικό ενός παλαιού, αγροτικού κόσμου. Με αυτές ο ευσεβής προσφέρει στο

Ιερό μια μικρή ποσότητα από όσα παράγει κατά εποχές του έτους, καλαμπόκι ή ψωμί,

σύκα και ελιές, γάλα, σταφύλια και κρασί. Η προσφορά των απαρχών συνοδευόταν από

προσφορά και θυσία ζώου, εκτός από κάποιες ειδικές περιπτώσεις54.

7. Επίλογος 53 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία,, 164-168. 54 Burkert, Αρχαία Ελληνική θρησκεία, 156-159

48

Page 49: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, στόχος αυτής της μελέτης δεν είναι η λεπτομερής ανάλυση

της ιστορίας του κρασιού, αλλά μια συνοπτική παρουσίαση της σημασίας και της χρήσης

του διαχρονικά, από τα πρώτα δείγματα εμφάνισής του, μέχρι τα σύγχρονα χρόνια και

των συμβολισμών που του αποδόθηκαν.

Αρχικά ανιχνεύεται η χρήση του κρασιού από την πρώτη του εμφάνιση, όπως αυτή

μαρτυρείται από φιλολογικές πηγές και αρχαιολογικές μαρτυρίες και η σχέση του με την

οικονομία των προϊστορικών και ιστορικών ελληνικών οικισμών.

Στη συνέχεια παρατίθενται οι μυθολογικοί συσχετισμοί μέσω των οποίων γίνεται

ξεκάθαρη η σημασία που έχει η άμπελος και ο οίνος στη ζωή των ανθρώπων και το δέος

που τους προκαλούσαν σε πολλές περιπτώσεις οι επιπτώσεις από τη χρήση του.

Αυτές οι πρακτικές, που είναι έντονες σε περιοχές με αμπελοκαλλιέργειες της σύγχρονης

Ελλάδας, παραπέμπουν άμεσα σε αντιλήψεις της αρχαιότητας, σε θεότητες που

συνδέονται με τον οίνο, σε τελετές και νοήματα που ανάγονται στο προϊστορικά χρόνια

και στην αρχαία Ελλάδα και δηλώνει παραστατικά τη συνέχεια της πολλαπλής σημασίας

του οίνου στον Ελλαδικό χώρο.

Από τη μελέτη προκύπτει ότι υπάρχει διαχρονικά μια πολιτιστική ομοιομορφία, η οποία

σχετίζεται με κοινούς μύθους, έθιμα, κοινούς τρόπους παραγωγής, κοινά χρηστικά

αγγεία που δηλώνουν τη στενή συγγένεια και αποδεικνύεται η κοινή τους ιστορική

διαδρομή. Η μεταξύ τους συνεργασία και σχέσεις αποδεικνύεται και από τις έντονες

εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές, τις οποίες μαρτυρούν τα αρχαιολογικά

ευρήματα.

ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Αθήναιος Δειπνοσοφισταί, εκδόσεις LOEB.

49

Page 50: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Βαλαμώτη Σ., Γεωργικά προϊόντα από το νεολιθικό οικισμό Γιαννιτσά Β, μια

προκαταρκτική προσέγγιση μέσω των αρχαιοβοτανικών δεδομένων ΑΕΜΘ 6, 1992, σελ.

177-184.

Βαρβίτσα Α., Ανασκαφή Μεσήμβριας Θράκης, Π.Α.Ε. 1973, σελ. 70-82.

Βοκοτοπούλου Ι., Μακεδονικά συμπόσια, Αμπελοοινική Ιστορία στο χώρο της

Μακεδονίας και της Θράκης, Ε’ τριήμερο εργασίας, Νάουσα, 17-19 Σεπτεμβρίου 1993,

Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, σελ. 21-30.

Γιούρη Ε., Ο κρατήρας του Δερβενίου, 1978.

Δαπόντες Κ., Κανών περιεκτικός πολλών εξαιρέτων πραγμάτων, Ευθύμιος Σουλογιάννης

(επιμ.), Αθήνα 1967.

Εφημερίδα τα Νέα, Σάββατο 21 Μαΐου 2005

Κακριδής, Ι.Θ., Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών.

Καραλή Λ. και Μαυρίδης Φ., Η πρώτη εμφάνιση της αμπέλου. Προβληματισμοί και

προτάσεις για την ένταξη της αμπέλου και των προϊόντων της στη Νεολιθική και την

Πρωτο-Χαλκή περίοδο της Βόρειας Ελλάδας, Αμπελοοινική ιστορία στο χώρο της

Μακεδονίας και της Θράκης, Ε’ τρίημερο εργασίας, Νάουσα, 17-19 Σεπτεμβρίου 1993,

σελ. 150-157.

Κουκουλές Φ., Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τ.Ε’, Αθήνα, 1952, σελ.124-129.

Κουράκου-Δραγώνα Σ., Κρατήρ μεστός ευφροσύνης, Αθήνα 1998.

Κουράκου-Δραγώνα Σ., Φυτοπροστασία στους αμπελώνες της αρχαίας Μένδης, Οίνον

ιστορώ ΙΙΙ. Τ’ Αμπελανθίσματα, Αθήνα 2004, σελ. 57-74.

50

Page 51: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Λογοθέτης Β., 1962, ‘Αι αυτοφυείς άμπελοι (Vitis vinifera L ssp. silvestris Gmel.) ως

πρωτογενές αμπελουργικόν υλικόν εν Ελλάδι», Επιστημονική Επετηρίς της Γεωπονικής

και Δασολογικής Σχολής ΑΠΘ, τ. ΙΖ’.

Λογοθέτης Β., 1970, «Εξέλιξις της αμπέλου και της αμπελουργίας εις την Ελλάδα κατά

τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής», Επιστημονική Επετηρίς της Γεωπονικής και

Δασολογικής Σχολής, Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσ/νίκης, τ. ΙΓ’.

Λογοθέτης Β., 1975, ‘Συμβολή της αμπέλου και του οίνου εις τον πολιτισμόν της

Ελλάδος και της Ανατολικής Μεσογείου’, Επιστημονική Επετηρίς της Γεωπονικής και

Δασολογικής Σχολής, Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσ/νίκης, τ. ΙΖ’.

Λογοθέτης Β., 1980, ‘Γνώσεις επί της αμπελο-οινικής εξελίξεως στη Β.Ελλάδα και τα

νησιά του Αιγαίου’, Επιστημονική Επετηρίδα της Γεωπονικής και Δασολογικής Σχολής,

Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσ/νίκης, τ. 22, αριθμ. 7.

Μαγκαφά Μ., Κωτσάκης Κ., Ανδρέου, Αμπελοκαλλιέργεια στην προϊστορική

Μακεδονία. Τα δεδομένα της προϊστορικής Τούμπας Θεσσαλονίκης, Αμπελοοινική

ιστορία στο χώρο της Μακεδονίας και της Θράκης, Ε’ τρίημερο εργασίας, Νάουσα, 17-

19 Σεπτεμβρίου 1993, σελ. 158-169.

Ντούμα Χρ., Πιθάρια με ένδειξη για το υγρό περιεχόμενό τους από τη ΥΜ Ια Θήρα, στη

Στήλη, τόμος στη μνήμη Ν. Κοντολέοντος, Αθήνα 1978.

Οικονόμου Μ., Αρχαία Νομίσματα, Εκδοτική Αθηνών.

Πίκουλας Γ.Α., Αμπελοφυτεύειν, Οίνον ιστορώ ΙΙΙ. Τ’ Αμπελανθίσματα, Αθήνα 2004,

σελ. 19-25.

51

Page 52: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Πουλάκη Έ., Κομπολόι. Πιθεών και αγρέπαυλις στη χώρα των Λειβήθρων, Οίνον ιστορώ

ΙΙΙ. Τ’ Αμπελανθίσματα, Αθήνα 2004, σελ.45-56.

Σαββίδης Θ., 2003, Ομήρου Άμπελος, Αμπελουργία, Οινοποιία, Οινοποσία στην

Ομηρική Εποχή, Εκδ. Οίκος Αδερφών Κυριακίδη Α.Ε.

Τιβέριος Μ., 2002, Αμπέλου παις εΰφρων οίνος, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.

Φιλιππίδης Δ., Κωνσταντάς Γ., Γεωγραφία νεωτερική Ερανισθείσα από διαφόρους

συγγραφείς παρά Δανιήλ ιερομονάχου και ιεροδιακόνου των Δημητριέων. Τόμος πρώτος

περιέχων την Ευρωπέικη Τουρκία, Ιταλία, Σπάνια, Πορτουγαλλία και Φράντζα, Εν

Βιέννη 1791] Φιλιππίδης Δ., Κωνσταντάς Γ., 1988, Γεωγραφία νεωτερική, Αικ.

Κουμαριανού (επιμ.), Ερμής, Αθήνα, 1988.

Χατζησάββας Σ., 2003, Το κυπριακό κρασί στην Αρχαιότητα, Το βιβλίο του Κυπριακού

κρασιού.

Αναφορές σε πρακτικά συνέδρίων

Πρακτικά του Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου: Oίνος Παλαιός Ηδύποτος : το

κρητικό κρασί από τα προϊστορικά ως τα νεότερα χρόνια, Δήμος "Ν. Καζαντζάκης",

Ηράκλειο Κρήτης, 24-26 Απριλίου 1998 / Υπουργείο Πολιτισμού; Αρχαιολογικό

Ινστιτούτο Κρήτης ; γενική επιμέλεια έκδοσης Αικ. Κ. Μυλοποταμιτάκη.

Ιστορία του ελληνικού κρασιού, β΄ τριήμερο εργασίας, Σαντορίνη, Πολιτιστικό

Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.

Αναφορές ξένων συγγραφέων

About E., 1886, La Grèce contemporaine, Paris.

52

Page 53: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Amouretti M.C., 1985, ‘La transformation des céréales dans les villes, un indicateur

méconnu de la personnalité urbaine. L’exemple d’Athènes’, L’origine des richesses

dépensées dans la ville antique, εκδ. P.Leveau, Aix-en-Province.

Bernhart M., ‘Dionysos und seine Familie auf griechischen Műnzen’, Jahrbuch fűr

Numismatik und Geldgeschichte, 1 (1949).

Burkert, W., Αρχαία Ελληνική θρησκεία. Εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1993.

De Lusignan E., Description de toute de l’île de Chypre, Paris, 1580.

Dion R., Histoire de la Vigne et du Vin en France des origines au XIXe siècle, 1959,

Flammarion.

Empereur J.-Y., ‘Voies commerciales et amphores’, Le grand atlas de l’archéologie,

Encyclopedia Universalis, 1985, σελ. 76

Empereur J.-Y. et Garlan Y., ‘Recherches sur les amphores grecques’, Bulletin de

Correspondance Hellènique (BCH), Supplément 13, 1986.

Farnell L.R., The Cults of the Greek States (Oxford, 1896) vol. V, Gow A.S.F., 1952,

Theocritus, Cambridge.

Hallager E., Vlasakis M., Hallager B., ‘New Linear B tablets from Khania’, Kadmos 31

(1992), 76 κ.ε.

Janushevich Z.V. and Nikolaenko G.M., 1979, Fossil remains of cultivated plants in the

ancient Tauric Chersonesos’, Festschrift Maria Hopf, εκδ. U.Körber-Grohne, σελ. 115-

134.

53

Page 54: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Kislinger E., 1984, ‘Phoûska and glékhon’, Jahrbuch der österreichischen Byzantinistik,

34, σελ. 49-53.

Kroll Η., ‘Südosteuropa’, Progress in old world palaeothnobotany, εκδ. W. van Zeist et

al., Rotterdam, σελ. 179-187.

Lesko L.H., 1977, King Tut’s wine cellar, Berkeley.

Logothetis B., La Viticoltura e i vitigni dell’ Egeo Sud-Orientale ; Atti dell’ Accademia

Italiana della vite e del vino, V, 1953, 1-21.

McGovern P.E. (ed.), The origins and ancient history of wine, Princeton University Press,

2003 (2003).

Marindin G. E., Smith W., Wayte W. (eds.), A Dictionary of Greek and Roman

Antiquities (1890)

Matz F., Die dionysischen Sarkophage, τ. 1-4, 1968-1975.

McNeal, R.Α. (εκδ.), 1991, Nicholas Biddle in Greece: the journals and letters,

University Park, Pa.

Murray O, 1983, ‘The symposion as social organisation’, The Greek renaissance of the

eighth century B.C. Tradition and innovation, εκδ. R.Hägg (Skrifter utgivna av Svenska

Institutet in Athens, τ.30), σελ. 195-9.

Otto W., Dionysus. Myth and Cult, 1969 (μεταφρ. R.B.Palmer).

Palmer R., "Wine and Viticulture in the Linear A and B Texts of the Bronze Age

Aegean" στο P. E. McGovern, S. J. Fleming, and S. H. Katz (eds.), The Origins and

Ancient History of Wine (Philadelphia 1995) σελ. 269-285.

54

Page 55: Arxaiologia Dionusos Krasi Ampeli

Renfrew J.H., 1971, “Recent Finds of Vitis from Neolithic Contexts in Southeast

Europe”, Acta Museorum Agriculturae Pragae 4 (1971), σελ. 73-74.

Renfrew J.H., 1973, Palaeoethnobotany, The Prehistoric Food Plants of the Near East

and Europe, New York Comlumbia Univ. Press.

Rouillard G., La vie rurale dans l’empire byzantin, 1953.

Salviat Fr., 1986, ‘Le vin de Thasos, amphores, vin et sources écrites’, BCH, Supplément

13 (1986), σελ. 145-196

Salviat Fr., 1986α, ‘Vignes et vins anciens de Maronnée et Mendé’, Πόλις και χώρα στην

αρχαία Μακεδονία και Θράκη: Πρακτικά Αρχαιολογικού Συνεδρίου, Καβάλα 9-11 Μαΐου

1986, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 457-477.

Sparkes B., “Treading the grapes”, Bulletin Antieke Beschaving 51 (1976).

Vanilov N., 1950, Τhe origin, variation, immunity and breeding of cultivated plants

(Chronica botanica, 13), Maine.

Ventris M. and Chadwick J. (εκδ.), 1973, Documents in Mycenaean Greek, 2η έκδοση,

Cambridge.

West M.L., 1978, Hesiod, Works and days, Oxford.

White K.D., Agricultural Implements of the Roman World, Cambridge 1967)

Αναφορές από το Διαδίκτυο

Web 1: Τύπος της Κύπρου, (http://www.typos.com.cy/nqcontent.cfm?a_id=6175).

55