29
Εργασία «Η πορεία του Κουρδικού Ζητήματος στο εσωτερικό της Τουρκίας από την εποχή της εξέγερσης των Σεΐχηδων μέχρι και σήμερα» AYΓΟΥΣΤΟΣ 2014

Η πορεία του Κουρδικού Ζητήματος στο εσωτερικό της Τουρκίας

Embed Size (px)

Citation preview

Εργασία

«Η πορεία του Κουρδικού Ζητήματος στο εσωτερικό της Τουρκίας

από την εποχή της εξέγερσης των Σεΐχηδων μέχρι και σήμερα»

AYΓΟΥΣΤΟΣ 2014

1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Ιστορική Αναδρομή……………………………………………………………………….…..3

Πέρασμα στον 20 αιώνα………………………………………………………..…..….……...3

Κλιμάκωση των εξεγέρσεων………………………………………………………………....6

Η εποχή του ΡΚΚ……………………………………………………………………………..9

Τα πρώτα σημάδια αλλαγής σκηνικού……………………………………………………..12

Το Κουρδικό υπό τις κυβερνήσεις του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης……...…14

Σε νέα τροχιά……………………………………………………………………………...…18

Εν κατακλείδι ……………………………………………………….……………………....24

Τελευταίες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή…...………………………………..….……..25

Βιβλιογραφία…...……………………………………………………………………………28

2

Ιστορική Αναδρομή

Κατά τον 12ο και 13ο αιώνα κατέφθασαν στο Κουρδιστάν νομάδες οι οποίοι σταδιακά

κυριάρχησαν στις σημαντικές περιοχές της Μέσης Ανατολής. Αργότερα, τα περισσότερα

κρατίδια των Κούρδων υποτάχθηκαν στους Τούρκους, δημιουργήθηκαν όμως και άλλα που

επιβίωσαν και συνέχισαν την αυτόνομη ύπαρξή τους ακόμη και μέχρι τον 14ο αιώνα. Η

άνοδος της οθωμανικής αυτοκρατορίας και της περσικής δυναστείας των Σαφαβιδών (1502-

1736) είχε ως αποτέλεσμα τη διάσπαση τον Κουρδιστάν σε δύο ελεγχόμενες περιοχές ενώ και

η εισαγωγή του πυροβολικού και της τακτικής της καμένης γης, προκάλεσαν τρομακτικές

καταστροφές στην περιοχή. Από τον 16ο ως τον 18ο αιώνα μεγάλα τμήματα της χώρας

λεηλατήθηκαν συστηματικά και αναρίθμητοι Κούρδοι ξεριζώθηκαν για να σταλούν στις

μακρινές γωνιές είτε της οθωμανικής είτε της περσικής αυτοκρατορίας. To μέγεθος τον

θανατικού που απλώθηκε και η ανεξέλεγκτη καταστροφή οδήγησαν σε μια πρώτη ένωση των

Κούρδων και στην απόφασή τους να απαλλάξουν τη γη τους από τους ξένους βάνδαλους. Η

συνεχιζόμενη οδύνη αφύπνισε ένα αίσθημα κοινού προορισμού και εθνικής συνείδησης, την

αναζήτηση ενός ενωμένου κουρδικού κράτους με κοινή γλώσσα και πολιτισμό. Μπορούμε να

πούμε πως τότε καλλιεργούνται τα πρώτα σπέρματα εθνικής συνείδησης στους Κούρδους.

Ωστόσο, περίπου έναν αιώνα μετά, κατά το 1867, και τα τελευταία αυτόνομα κουρδικά

κρατίδια κατατροπώθηκαν από την οθωμανική και την περσική αυτοκρατορία. Οι περιοχές

τον Κουρδιστάν διοικούνταν πλέον άμεσα μέσω διορισμένων κυβερνητών1.

Πέρασμα στον 20 αιώνα

Στα τέλη του 19ου

αιώνα αξίζει να σταθούμε σε μια σημαντική εξέγερση των Κούρδων.

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλης κλίμακας εθνική εξέγερση, στην καρδιά της οποίας

βρίσκονται πολλοί κούρδοι πολέμαρχοι, με πρωταγωνιστή τον Σεΐχη Ουμπεϊντουλάχ. Στη

συνάθροιση τον Αυγούστου του 1880 συγκέντρωσε αρχηγούς κουρδικών φυλών από όλο το

Κουρδιστάν, σεΐχηδες, χαλίφηδες, μπέηδες και πρίγκιπες. Τότε η Πύλη επεδίωξε (όπως

συνήθιζε) να υποκινήσει εσωτερικές συγκρούσεις. Ο Ουμπεϊντουλάχ όμως, ως έμπειρος

διπλωμάτης δεν έπεσε στην παγίδα της οθωμανικής τακτικής.

1 Ανακτήθηκε από http://el.wikipedia.org/wiki/Κούρδοι

3

Αντίθετα, ενώθηκε με τους Νεστοριανούς και τους Αρμένιους σε ένα κοινό αγώνα,

ξεσηκώνοντας παράλληλα και τους Κούρδους του Ιράν. Η εξέγερση έσπειρε τον πανικό προς

όλες τις κατευθύνσεις εξαιτίας της ανεξαρτησίας της και σημείωσε καταρχήν αρκετές

επιτυχίες με την κατάληψη ορισμένων πόλεων. Όμως, η φεουδαρχική και κατεξοχήν

φυλετική δομή των Κούρδων, και συνεπώς η ατομικιστική αντίληψη για όσα συνέβαιναν,

όπως και οι διαφορές Σουνιτών – Αλεβιτών, δεν ήταν δυνατόν να βοηθήσουν στη

συγκρότηση και τη συντήρηση μιας τόσο πλατιάς εξέγερσης. Κάποιες φυλές υποχώρησαν και

άλλες στράφηκαν ενάντια στην εξέγερση. Συνέπεια του γεγονότος ήταν η ήττα και οι

πρωτοφανούς αγριότητας μαζικές σφαγές από μέρους των Οθωμανών και ιδιαίτερα των

Ιρανών. Ο Σεΐχης Ουμπεϊντουλάχ εξορίστηκε από τον Σουλτάνο στη Μέκκα το 1883, όπου

και πέθανε. Η αποτυχία του κινήματος έδειξε πόσο ευάλωτοι ήταν οι Κούρδοι, καθώς δεν

είχαν αποκτήσει ακόμη εθνική συνείδηση και συνοχή. Φυλές συγκρούστηκαν μεταξύ τους ή

προσχωρούσαν στις οθωμανικές δυνάμεις. Αλλού, χρησιμοποιήθηκαν Κούρδοι δοσίλογοι

από το σουλτάνο, σε σφαγές κατά των «εχθρών» της οθωμανικής αυτοκρατορίες, ενώ

κάποιες φυλές εγκατέλειψαν τον αγώνα ικανοποιημένες από τη λεηλασία, για να επιστρέψουν

στα χωριά τους.

To πέρασμα από τον 19ο στον 20ο αιώνα σημαδεύτηκε από σημαντικές αλλαγές στην

ευρύτερη περιοχή της Μ. Ασίας και της Μ. Ανατολής. Η ανακάλυψη πλούσιων πετρελαϊκών

και χρυσοφόρων κοιτασμάτων έστρεψε στην περιοχή το μάτι διεθνών οικονομικών

συμφερόντων. Την ίδια ακριβώς εποχή η οθωμανική αυτοκρατορία διαλύεται μετά την ήττα

της από την Αντάντ με πρώτο βήμα την Ανακωχή του Μούδρου, τον Οκτώβριο του 1918. Η

κατάρρευση της αυτοκρατορίας και οι διακηρύξεις για επικείμενη αυτοδιάθεση των λαών

γέννησαν κάποιες ελπίδες για τη δημιουργία ανεξάρτητων κρατών για τους Αρμένιους στα

νότια της Καυκασίας και τους Κούρδους. Η κυβέρνηση του Σουλτάνου Μεχμέτ που είχε

υπογράψει την ανακωχή, έχανε σταδιακά κάθε λαϊκό έρεισμα, ενώ ενισχυόταν το εθνικό

απελευθερωτικό κίνημα, του οποίου ηγείτο ο Μουσταφά Κεμάλ (ο επονομαζόμενος

Ατατούρκ, δηλαδή πατέρας των Τούρκων). Στην πορεία υποσκελίστηκε πλήρως ο Σουλτάνος,

ενώ διαπραγματευτής με τις Μεγάλες Δυνάμεις αναδείχτηκε ο Κεμάλ. Ο Μουσταφά Κεμάλ,

εκμεταλλευόμενος τις πρόσφορες συνθήκες, την αγανάκτηση εξαιτίας της ταπεινωτικής

ανακωχής και τη δυσφορία τον τουρκικού λαού από την παρουσία των ξένων δυνάμεων,

αρνήθηκε την εφαρμογή των όρων και έστρεψε την προσοχή του στη διαμόρφωση μιας

4

νεοτουρκικής εθνικής συνείδησης. Σε δύο συνέδρια των εθνικιστών, στο Ερζερούμ και τη

Σεβάστεια, διατύπωσε τις αρχές τον κινήματός του, αρχές στις οποίες στηρίζεται ακόμη και

σήμερα το κεμαλικό καθεστώς της Τουρκίας. Η πρώτη αρχή είναι η διαφύλαξη της εθνικής

ενότητας, η οποία στην ιστορική συνέχεια επιβλήθηκε και εκεί που δεν υπήρχε, για

παράδειγμα οι Κούρδοι βαφτίστηκαν ορεινοί Τούρκοι. Η άλλη αρχή ήταν ο αγώνας

ενάντια στην ανεξαρτητοποίηση ανατολικών ή δυτικών επαρχιών και την προσάρτησή τους

στην Ελλάδα ή την Αρμενία αντίστοιχα. Με τη συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920)

οι Ευρωπαίοι περιόρισαν την Τουρκία στην κεντρική και βόρεια Ανατολία. Μεταξύ των

άλλων στη συγκεκριμένη συνθήκη υπήρχαν δύο άρθρα (62 και 64)2 που προέβλεπαν την

ίδρυση ανεξάρτητου Κουρδιστάν, το οποίο κάλυπτε μεγάλα τμήματα του πρότερου

οθωμανικού Κουρδιστάν. Πολλές προσδοκίες γέννησε για τον κουρδικό λαό αυτή η συνθήκη,

αλλά ήταν γεμάτη «αν» και «εφόσον». Ο Κεμάλ, εκμεταλλευόμενος έξυπνα τις αντιθέσεις

των Μεγάλων Δυνάμεων υπερίσχυσε σταδιακά όχι μόνο διπλωματικά αλλά και στρατιωτικά.

Μετά την ολοκληρωτική ήττα του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο (Αύγουστος

1922) και τον ξεριζωμό τον μικρασιατικού ελληνισμού, κατέστη κυρίαρχος ρυθμιστής του

παιχνιδιού βοηθούμενος από τους άλλοτε εχθρούς του. Αρμένιοι και Κούρδοι

διαγράφτηκαν οριστικά από το xάρτη. Η Κύπρος παραχωρήθηκε στους Άγγλους και

παράλληλα βελτιώθηκε η συνοριακή γραμμή της Τουρκίας εις βάρος της Συρίας. To δε

Κουρδιστάν χωρίστηκε στα τέσσερα.

Έχοντας αποκτήσει ο Κεμάλ σημαντική λαϊκή αποδοχή μέσα από τις επιτυχίες του

προχώρησε ταχέως σε μεταρρυθμίσεις. Σε αυτό το πλαίσιο εφάρμοσε στους Κούρδους

αφομοιωτική πολιτική. Από τα πρώτα μέτρα ήταν η απαγόρευση της δημόσιας χρήσης και

διδασκαλίας της κουρδικής γλώσσας. Ακόμα, οι μεταρρυθμίσεις προέβλεπαν3

το κλείσιμο

των κουρδικών σχολείων, οργανώσεων, εκδόσεων, θρησκευτικών αδελφοτήτων και ιερών

σχολείων (μεντρεσέδων). Επιπρόσθετα ελήφθησαν αυστηρά μέτρα που έπληξαν σε μεγάλο

βαθμό και το κουρδικό εμπόριο και την κτηνοτροφία. Στην αυταρχική ρατσιστική πολιτική

του καθεστώτος οι μη μουσουλμανικές μειονότητες στο σύνολό τους δεν αντιστάθηκαν και

ούτε μπόρεσαν να διαμορφώσουν ως καταπιεζόμενες κοινότητες, συλλογικές πολιτικές

ηγεσίες. Σε σύγκριση όμως με τους άλλους, οι Κούρδοι της νέας Τουρκίας είχαν το

2 Για το πλήρες κείμενο της Συνθήκης βλ. Hellenic Resources Network (http://www.hri.org/docs/sevres/part3.html)

3 Ιωάννης Θ. Μάζης, Η γεωπολιτική της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και η Τουρκία (Αθήνα: Λιβάνη, 2008) σελ.168-169

5

πλεονέκτημα να υπερτερούν αριθμητικά. Οι Κούρδοι από την πρώτη στιγμή αντιστάθηκαν

στο κύμα του εκτουρκισμού της κεμαλικής ελίτ με εξεγέρσεις από το 1925 μέχρι και το

1938. Είχαν πρώτα από όλα με το μέρος τους τις παραδοσιακές τους οργανώσεις, με κριτήριο

τη φυλετική δομή, ενώ παράλληλα υπήρξαν και λοιπές πολιτικές οργανώσεις όπως, οι

εξαιρετικά δημοφιλείς για την περίοδο εκείνη, «Kürt Teali Cemiyeti», «Azadi», «Hoybun»4.

Κλιμάκωση των εξεγέρσεων

To 1925 ξέσπασε η εξέγερση τον Σεΐχη Σαΐντ (Said Piran) στο τουρκικό Κουρδιστάν. Ήταν

ένα κίνημα μεγάλης κλίμακας στο οποίο και πάλι έλαβαν μέρος πολλοί Σεΐχηδες με τη

βοήθεια της εθνικιστικής οργάνωσης Azadi. Τα μέλη της Azadi5 εκτός από πολιτιστικές

απαιτήσεις και παράπονα για την κακομεταχείριση από τους Τούρκους, εκδήλωσαν ανησυχία

και για επικείμενη απέλαση των Κούρδων. Επίσης εξέφρασαν την ενόχληση τους για το

γεγονός ότι το όνομα Κουρδιστάν δεν εμφανιζόταν στους χάρτες, για τους περιορισμούς στην

Κουρδική γλώσσα και εκπαίδευση καθώς και τις ενστάσεις τους για την ισχυριζόμενη

οικονομική Τουρκική εκμετάλλευση των Κουρδικών περιοχών, εις βάρος των Κούρδων.

Ο Μartin van Βruinessen, ο μόνος ακαδημαϊκός που μελέτησε την εξέγερση σε όλες της τις

λεπτομέρειες, λέει: «Ο κύριος στόχος και των δύο, του Σεΐχη Σαΐντ και των Azadi, ήταν η

ίδρυση ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν». Τούτο αναφέρεται, γιατί το κεμαλικό καθεστώς

πρόβαλε την εξέγερση ως θρησκευτική διαμάχη ανάμεσα σε αντικρουόμενα δόγματα.

Αναμφίβολα, ο μέσος Κούρδος που συμμετείχε στην εξέγερση, ωθήθηκε τόσο από

θρησκευτικά όσο και από εθνικά κίνητρα. Όμως, ακολούθησε την εξέγερση γιατί οι αρχηγοί

του ήταν Κούρδοι και η ζωή του απειλείτο από τις μεταρρυθμίσεις που ήθελε να επιβάλει η

Άγκυρα. Η επανάσταση αυτή προκάλεσε την εξαιρετικά σκληρή αντίθεση της κεμαλικής

κυβέρνησης και καταπνίγηκε. Ενδεικτικά οι τουρκικές δυνάμεις ήταν 50.000 ενώ οι

κουρδικές μόλις 15.000. Το 1927 ο Abdurrahman , αδερφός του Σεΐχη Said Piran, ξεκίνησε

τη δική του εξέγερση η οποία και πάλι κατεστάλη από τις τουρκικές δυνάμεις.

4 Γιώργος Μπατζάς, Η ίδρυση του Τουρκικού κράτους έρχεται σε αντίθεση με τις μειονότητες, Monthly Review, 2007,

ανακτήθηκε από http://www.monthly-review.gr/antilogos/greek/fullstory_print_friendly_html?obj_path=docrep/docs/diktuo/

5 Ανακτήθηκε από http://pacific.jour.auth.gr/emmeis/?p=2718

6

H εξέγερση του Σεΐχη βρήκε τη συνέχειά της στην εξέγερση του όρους Άγκρι 1926-1930 (το

όρος Άγκρι, τμήμα του Αραράτ, υπήρξε το καταφύγιο όσων γλύτωσαν την εξέγερση τον 1925

και το μόνο μέρος της Τουρκίας που δεν ήταν ακόμα κάτω από τον έλεγχο της Άγκυρας). Εκεί ο

Ιχσάν Νουρί, πρώην λοχαγός του τουρκικού στρατού, ανέλαβε τη στρατιωτική ηγεσία μιας

νέας επανάστασης. Οι επαναστάτες των βουνών ύψωσαν την κουρδική σημαία με τρεις

λουρίδες πράσινου, λευκού και κόκκινου χρώματος, με τη διακριτική ονομασία «χοϊμπούν»6

(Ηoybun) που σημαίνει αναγέννηση. Η εξέγερση κράτησε ως το Σεπτέμβρη του 1930, οπότε

ο τουρκικός στρατός, κυκλώνοντας το Αραράτ με τη βοήθεια της Περσίας, έκανε την τελική

του επίθεση. Μέσα στον ασφυκτικό κλοιό της Τουρκίας της Σοβιετικής Ένωσης και του

Ιράν, η κουρδική εξέγερση ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Ο Ιχσάν Νουρί διέφυγε την

εξόντωση και κατέφυγε στο Ιράν7. Κι εδώ επίσης μπορεί να θεωρηθούν – μερικώς – ως

σημαντικοί λόγοι της μη επιτυχούς έκβασης, η έλλειψη μιας ολοκληρωμένης ιδεολογίας που

θα συσπείρωνε το σύνολο του κουρδικού στοιχείου και η νοοτροπία του τοπικισμού, του

φατριασμού και του θρησκευτικού δογματισμού που αποτέλεσαν ανυπέρβλητα εμπόδια.

Η πιο σημαντική όμως εξέγερση στο κατόπι όλων των προηγούμενων αποτυχημένων

εξεγέρσεων ήταν αυτή του Ντερσίμ η αλλιώς και Τουνκέλι (Dersim / Tunceli – 1937/38),

μίας επαρχίας στα ανατολικά της Τουρκίας. Τα κουρδικά χωριά καταλαμβάνονταν και

ισοπεδώνονταν ένα προς ένα. Καθοδηγούμενες από τον Seyit Riza πραγματοποιήθηκαν στην

περιοχή δύο εκστρατείες όπου οι Κούρδοι πολέμησαν γενναία. Τελικά ο Τουρκικός στρατός

επικράτησε και πραγματοποίησε απάνθρωπες δολοφονίες με βαριά όπλα και αεροπορικούς

βομβαρδισμούς (έχει αναφερθεί ακόμα και η χρήση αερίων στην περιοχή) μέχρι και το

Δεκέμβριο του 1938. Η περιοχή άδειασε. Ο Riza καταδικάστηκε σε θάνατο δια απαγχονισμού

και τουλάχιστον 40.000 κάτοικοι του Dersim απελάθηκαν ή δολοφονήθηκαν (αλλού

αναφέρονται μέχρι και 150.000). Αυτό αποτέλεσε ένα συντριπτικό πλήγμα για το κουρδικό

κίνημα, ενώ μετά τη σφαγή του Dersim έπεσε το τελευταίο κέντρο εξέγερσης και εδραιώθηκε

η τουρκική κυριαρχία στο Κουρδιστάν. Στα χρόνια μετά το 1940 (και μέχρι το 1970) τη θέση

6 Χοϊμπούν ήταν το όνομα του πατριωτικού συλλόγου που ίδρυσαν τον Αύγουστο του 1927 Κούρδοι αγωνιστές, σε

παράλληλη δράση με τους αγωνιστές των βουνών

7 Εκεί το 1955 έγραψε την ιστορία του Κουρδιστάν, στην οποία περιλαμβάνεται η προϊστορία και η πρώιμη ιστορία τον

κουρδικού λαού

7

του στρατού απέναντι από τους κατανικημένους πλέον Κούρδους πήρε ο μηχανισμός

αφομοίωσης του πληθυσμού. Οι σφαγές μεταφέρθηκαν τότε, στη γλώσσα και την κουλτούρα.

Από το 1950 και εντεύθεν η πολιτική για τον κουρδικό λαό είχε λεπτές ισορροπίες.

Πραγματοποιούνται οι πρώτες ελεύθερες γενικές εκλογές στην Τουρκία που φέρνουν στην

εξουσία το Δημοκρατικό Κόμμα. Παρατηρείται μια σχετική οικονομική ανάπτυξη (ελάχιστη

στην Ανατολία) ενώ γίνεται και η αρχή για την κατάργηση της φεουδαρχικής δομής στην

ύπαιθρο. Εξόριστοι Κούρδοι ηγέτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους ανακτώντας τα αγαθά και

τα κτήματά τους αλλά όμως δεν αλλάζει και η βασική τουρκική πολιτική κατεύθυνση

απέναντι στους Κούρδους. Σημειώνονται μετακινήσεις κουρδικών πληθυσμών στα αστικά

κέντρα και έτσι η αποικιακή πολιτική της νεοσύστατης Δημοκρατίας μαζί με τα μέτρα που

πήρε έναντι των Κούρδων και άλλων μουσουλμανικών μειονοτήτων δεν ήταν παρά ένα

σχέδιο για τον εκτουρκισμό τους. Σαν εργαλεία αυτής της πολιτικής, άνοιξαν αστυνομικά

τμήματα, σταθμοί χωροφυλακής και σχολεία στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του

Κουρδιστάν που λειτούργησαν ως εστίες τουρκικής εθνικιστικής διαπαιδαγώγησης και

έπαιξαν ρόλο ιδεολογικών στρατοπέδων. Επιπλέον στα πανεπιστήμια παρατηρήθηκε

ανάπτυξη θεωριών πάνω στις οποίες θεμελίωναν την ανυπαρξία του Κουρδικού στοιχείου.

Η προσπάθεια όμως αυτή δεν ήταν επιτυχής και μάλιστα έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα

καθώς οι περισσότεροι μορφωμένοι Κούρδοι έγιναν Κούρδοι εθνικιστές. Είναι γεγονός ότι

αυτή την περίοδο παρατηρείται αναγέννηση του κουρδικού εθνικισμού, η οποία ενισχύεται

από το παράδειγμα του ιρακινού κουρδικού κινήματος8. Ενώ αρχικά είχε εμπνευστεί από

διανοούμενους αστικής ή φεουδαρχικής καταγωγής, βαθμιαία άρχισε να προσελκύει ένα ευρύ

φάσμα σπουδαστών καθώς και την αστική και αγροτική μικροαστική τάξη. Στην προσπάθεια,

λοιπόν, πραγμάτωσης ενός ομοιογενούς τουρκικού κράτους, οι Κούρδοι αντιστάθηκαν για να

διατηρήσουν τα πολιτισμικά στοιχεία της δικιάς τους ταυτότητας. Παρόλα αυτά, συνέχισαν

να δέχονται αυστηρά μέτρα αποικιακού τύπου και αντιμετωπίστηκαν για πολλά ακόμη

χρόνια ως σκλάβοι και όχι ως ισότιμοι πολίτες του τουρκικού κράτους. Ο πραγματικός

σκοπός της εποικιστικής πολιτικής, προέβλεπε δια του νόμου 2510/1934 να εγκατασταθούν

στις κουρδικές περιοχές «μετανάστες» Τούρκοι ομογενείς από τον Καύκασο και από τη

Βουλγαρία αφού στις περιοχές του Κουρδιστάν έπρεπε να αυξηθεί ο πληθυσμός των

8 Μουράτ Καραγιλάν, Η ανατομία του πολέμου στο Κουρδιστάν, (Αθήνα: Ινφογνώμων, 2012) σελ.96

8

ανθρώπων που αισθάνονται Τούρκοι. Τότε ήταν που εκκενώθηκαν πολλά κουρδικά χωριά και

εξαναγκάστηκαν βίαια να μετεγκατασταθούν στο δυτικό μέρος της Τουρκίας και στην

Ανατολική Θράκη9. Αρκετοί από τους ανθρώπους που εγκαταστάθηκαν στις δυτικές περιοχές

της Τουρκίας αφομοιώθηκαν και κάποιοι από αυτούς δεν μιλούσαν πια τη μητρική τους

γλώσσα, τα κουρδικά. Η περίοδος αποσταθεροποίησης της περιοχής συνεχίστηκε.

Η εποχή του ΡΚΚ

Από τα τέλη της δεκαετίας του '50 ως τις αρχές της δεκαετίας του '60, οι αναταραχές των

προοδευτικών Κούρδων πολιτικών στην Τουρκία, συντέλεσαν στο σχηματισμό σημαντικών

πολιτιστικών συλλόγων και οργανισμών. Οι χωρικοί χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος

καθώς και οι φτωχοί αστοί, αποτελούσαν τα στρώματα της κουρδικής κοινωνίας τα οποία

άρχισαν να παίρνουν ριζοσπαστικές θέσεις10

. Οι ζυμώσεις που έγιναν με επίκεντρο αυτές τις

οργανώσεις οδήγησαν το καλοκαίρι τον 1965 σε μαζικές διαδηλώσεις φοιτητών σε 19

κουρδικές πόλεις ενώ 10.000 διαδήλωσαν μόνο στο Σιλβάν και 25.000 στη νοτιανατολική

πόλη του Ντιγιαρμπακίρ. Ο οργανωμένος ακτιβισμός πήρε ουσιαστικά αρκετές μορφές μέσω

των οποίων οι Κούρδοι διεκδίκησαν την πολιτισμική και πολιτική αυτονομία τους, με ό,τι

συνεπάγεται κάτι τέτοιο από γεωγραφικής άποψης.

Από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα η Τουρκία μπαίνει σε μια νέα φάση και με το

πραξικόπημα του Μαρτίου 1971 αναπτύσσονται πλέον οι δημοκρατικές δυνάμεις και

πολιτικοποιείται το κουρδικό κίνημα. Το σύστημα μπαίνει σε αμφισβήτηση και δέχεται

κραδασμούς. Το 1973 ο νεαρός φοιτητής Abdullah Öcalan σε μάθημα Συνταγματικού

Δικαίου έθεσε το θέμα της ύπαρξης δύο εθνών στην Τουρκία, του Τουρκικού και του

Κουρδικού. Η δημιουργία του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (Partiya Karkerên

Kurdistan – ΡΚΚ) το 1978, ως επαναστατικό, σοσιαλιστικό και εθνικοαπελευθερωτικό

κίνημα και ο ένοπλος αγώνας αργότερα, υπήρξαν το τελικό αποτέλεσμα των διαδοχικών

αρνήσεων των τουρκικών εθνικιστικών κυβερνήσεων να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες τον

κουρδικού λαού για πολιτιστική και πολιτική αυτονομία. Εκτός και εντός PKK αναδείχθηκαν

επίσης αγωνιστές όπως ο Mahmut Kılınç και ο Kemal Burkay. Ο στόχος των αγωνιστών του

9 Besikci Ismail, «Kurtlerin mecburi iskan’ I», Komal yayin, 1977

10 Μουράτ Καραγιλάν, Η ανατομία του πολέμου στο Κουρδιστάν, (Αθήνα: Ινφογνώμων, 2012) σελ.102-109

9

ήταν «…να εμποδίσουμε την αποικιοκρατία πάνω στο Κουρδιστάν… να ιδρύσουμε μια

δημοκρατική εξουσία του λαού…»11

. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 το κίνημα

συμπεριέλαβε στους κόλπους του και συνεργάστηκε και με άλλες εθνοτικές ομάδες,

συμπεριλαμβανομένων των εθνοτικών Τούρκων οι οποίοι ακολούθησαν τη ριζοσπαστική

αριστερά. Η οργάνωση επεκτάθηκε στην Τουρκία, τη Συρία, το Ιράκ και το Ιράν.

Σε γενικές γραμμές, το ΡΚΚ προσπάθησε σε πρώτη φάση να κερδίσει την υποστήριξη του

κουρδικού πληθυσμού με το να επιτεθεί στο μηχανισμό προπαγάνδας που ασκούσε η

κυβέρνηση. Οι τακτικές του βασίστηκαν σε ενέδρες, σαμποτάζ, εξεγέρσεις, διαμαρτυρίες και

διαδηλώσεις ενάντια στην τουρκική κυβέρνηση. Σε δεύτερη φάση, μετά το 1984, το ΡΚΚ

μετατράπηκε σε μια παραστρατιωτική ομάδα και ξεκίνησε η ένοπλη δράση του ως αντίδραση

στην καταπίεση των τουρκικών αρχών εις βάρος των κουρδικών πληθυσμών [25 Αυγούστου

1984 - εισβολή στην περιοχή Ερούχ Σεμντιλί - η πρώτη σφαίρα του ανταρτοπόλεμου με την

εμφάνισή των Απελευθερωτικών Δυνάμεων του Κουρδιστάν (ΗRK)]. Ξεκίνησαν επιθέσεις

εναντίον κυβερνητικών και στρατιωτικών εγκαταστάσεων, αλλά και οποιονδήποτε άλλων

οργάνων του κράτους, καθώς επίσης και κατά πολιτικών – στρατιωτικών στόχων και σε

άλλες χώρες όπως η Γαλλία, το Βέλγιο και το Ιράκ. Το τουρκικό κράτος απάντησε επίσης με

την ανάληψη ένοπλων δραστηριοτήτων, ωστόσο αυτές δεν περιορίζονταν μόνο στο επίπεδο

των επίσημων σωμάτων ασφαλείας. Τουναντίον, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πλαισιώθηκαν

από φορείς των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, όπως η JİTEM (Jandarma İstihbarat ve

Terörle Mücadele – Υπηρεσία Πληροφοριών και Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας, της

Χωροφυλακής) και η Özel Tim (Ειδική Ομάδα), χρησιμοποιώντας τόσο νόμιμα, όσο και

παράνομα μέσα.

Το Μάρτιο του 1985 το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο του Κουρδιστάν (ERNK)

διακήρυξε τον αγώνα με στόχο τη λαϊκή δημοκρατία και την απελευθέρωση και άρχισε μια

πορεία για την δημιουργία λαϊκού στρατού και την συγκρότηση της πολιτικής εξουσίας του

Κουρδικού λαού. Στόχος του ήταν να οργανώσει τις διάφορες τάξεις και στρώματα του λαού

σε ένα ενιαίο μέτωπο, να τον εκπαιδεύσει και να τον διαφωτίσει ώστε να δημιουργηθεί μια

δυναμική εφεδρεία για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του Κουρδικού λαού. Άλλοι στόχοι

11 Ανακτήθηκε από http://kourdistan.blogspot.gr/p/blog-page_378.html

10

του ERNK είναι να οργανώσει πολιτικό- κοινωνικά τον λαό, να καταργήσει τις γλωσσικές,

πολιτιστικές, θρησκευτικές διαφορές, να εξασφαλίσει την ελεύθερη ανάπτυξη και έκφραση,

να επιτύχει την εθνική ένωση σε όλο το Κουρδιστάν, στην Τουρκία, στις μητροπόλεις της

Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και όπου υπάρχει Κουρδικός λαό12

. Την επόμενη χρονιά (25-

30 Οκτωβρίου 1986) γίνεται το 3ο συνέδριο του ΡΚΚ. Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός

του Κουρδιστάν (ARGK) κάνει την πρώτη εμφάνισή του. Είναι ο εθνικός λαϊκός στρατός που

διεξάγει τον ανταρτοπόλεμο, για την εγκαθίδρυση του Ενωμένου και Ανεξάρτητου

Κουρδιστάν, χρησιμοποιώντας τον ένοπλο αγώνα κατά του Τουρκικού κράτους, το οποίο

προσπαθεί να διαγράψει τον Κουρδικό λαό από την ιστορία με βασανιστήρια, σφαγές, με την

εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων του εδάφους και του υπεδάφους κάνοντας το

Κουρδιστάν αποικία του.

Για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του ΡΚΚ, οι περιοχές της Ανατολικής και

Νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας τέθηκαν από το 1987, υπό Καθεστώς Περιφερειακής

Διακυβέρνησης Έκτακτης Ανάγκης (Olağanüstü Hal Bölge Valiliği)13

. Με την επιβολή

στρατιωτικού νόμου σε ολόκληρο το τουρκικό Κουρδιστάν, ξεκίνησε η ανάπτυξη «ειδικού

πολέμου» από την Τουρκία, που είχε ως συνέπεια την εκκένωση 900 περίπου πόλεων και

3.000 χωριών του τουρκικού Κουρδιστάν. Η Τουρκία εστίασε τότε όλη την προσοχή της στον

Öcalan. Τον βάπτισε τρομοκράτη, αφαιρώντας το επαναστατικό ιδεολογικό του υπόβαθρο

και το PKK τρομοκρατική οργάνωση. Σε αυτή την άποψη συνηγόρησαν οι Η.Π.Α., η

Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλές άλλες χώρες.

Εντωμεταξύ, στις 20 Μαρτίου 1990 ο Κουρδικός λαός πραγματοποίησε ακόμα μια εξέγερση,

αυτή τη φορά στο Τσίζρε. Στην πόλη αυτή, κατά τη δεκαετία 1980-90, οι Κούρδοι κάτοικοι

της περιοχής εξαφανίζονταν μαζικά. Εκατοντάδες ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

πολιτικοί και επιχειρηματίες, για τους οποίους υπήρχε η υποψία ότι είχαν σχέσεις με το

Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) δολοφονήθηκαν. Σύμφωνα με δημοσίευμα του

«Spiegel» υπεύθυνοι για αυτά τα εγκλήματα ήταν οι άνδρες της «Ζιτέμ», μίας ειδικής

12 Ό. π.

13 Στο πλαίσιο αυτό εισήχθη και ο θεσμός των “Φρουρών των Χωριών” (Köy Koruyucuları) οι οποίοι ήταν

παραστρατιωτικές ομάδες, που μάχονταν εναντίον του ΡΚΚ υπό τις διαταγές της Χωροφυλακής (ό.π., σελ. 74 – 75 και

Regular Report on Turkey’s Progress Towards Accession, 2004, σελ. 19)

11

μονάδας της τουρκικής χωροφυλακής, με έργο τη συγκέντρωση πληροφοριών και την

αντιμετώπιση της τρομοκρατίας14

.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας, οι επιθέσεις του ΡΚΚ προκαλούσαν αντίποινα, με κάθε

φρικαλεότητα. Το Μάρτιο του 1993 ο ηγέτης του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτζαλάν προτείνει την

κατάπαυση του πυρός η οποία όμως δεν έγινε σεβαστή και δεν τηρήθηκε από το Τουρκικό

κράτος. Τα περιστατικά βίας κλιμακώθηκαν ιδιαίτερα κατά την περίοδο της κυβέρνησης

συνασπισμού του Κόμματος του Ορθού Δρόμου (Doğru Yol Partisi) της Tansu Çiller, με το

Κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών (Sosyaldemokrat Halkçı Parti) του Erdal İnönü. Την περίοδο

αυτήν (1993 – 1996), περισσότερα από 3.000 χωριά στη νοτιοανατολική Τουρκία

καταστράφηκαν, και οι κάτοικοί τους εκδιώχθηκαν είτε από τις δυνάμεις ασφαλείας, είτε –

σε μικρότερο βαθμό – από τους Κούρδους αντάρτες. Περίπου 3.000.000 Κούρδοι

εγκατέλειψαν τις εστίες τους, ενώ πολλές αγροτικές οικονομίες καταστράφηκαν. Στο τέλος

της δεκαετίας του 1990, τουλάχιστον 35.000 άντρες και γυναίκες είχαν σκοτωθεί. Οι

περισσότεροι από αυτούς ήταν κούρδοι μαχητές, πολλές χιλιάδες ήταν μέλη των Τουρκικών

Ενόπλων Δυνάμεων – συχνά κουρδικής καταγωγής – και χιλιάδες άμαχου πληθυσμού15

.

Τα πρώτα σημάδια αλλαγής σκηνικού

Μετά από 8 χρόνια επιχειρήσεων ένθεν και ένθεν στις 15 Δεκεμβρίου 1995, το PKK κήρυξε

μονομερή κατάπαυση πυρός στο Κουρδιστάν. Ο Öcalan κάλεσε το τουρκικό κράτος σε

διάλογο για να εξευρεθεί ειρηνική πολιτική λύση. Δεν έλαβε απάντηση, αντίθετα η Τουρκία

κατέστρωσε σχέδια για τη σύλληψή του. Διαθέτοντας στρατιωτική υπεροπλία απείλησε τη

Συρία, με τη διπλωματική υποστήριξη των Η.Π.Α. και του Ισραήλ. Η Συρία αρχικά

αντέδρασε αλλά στην συνέχεια οπισθοχώρησε. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1998 ο Öcalan

εγκατέλειψε τη Συρία προς άγνωστη κατεύθυνση, μετά τις πιέσεις στη Δαμασκό για να

σταματήσει να παρέχει υποστήριξη στο ΡΚΚ και τον ηγέτη του. Από εκεί αρχίζει η

πεντάμηνη περιπλάνησή του. Εντωμεταξύ, τον Ιανουάριο του 1999, περίοδο που ο Öcalan

περιφερόταν από χώρα σε χώρα αιτούμενος πολιτικό άσυλο, μια αντιπροσωπεία (του

τμήματος Εγγύς Ανατολής) του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, και στελέχη του

14 Ανακτήθηκε από http://theinsider.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=403:-

lr&catid=54:turkey&Itemid=77

15 Öktem, σελ. 91

12

Πενταγώνου μετέβησαν στην Τουρκία και παρουσίασαν το σχέδιο για το Κουρδιστάν όπου

μετά το πέρας της διαπραγμάτευσης η συμφωνία κατέληξε στα εξής16

: «Η Άγκυρα δεν θα

φέρει αντίρρηση για τη χρησιμοποίηση της αεροπορικής βάσης του Incirlik από τις ΗΠΑ. Η

Τουρκία θα σταματήσει την υποστήριξη προς τον Ταλαμπανί και τον Μπαρζανί για

υπογραφή συμφωνίας με τη Βαγδάτη. Θα δημιουργηθεί στην περιοχή της Silopi

Επιχειρησιακό Κέντρο προκειμένου οι Αμερικανοί αξιωματικοί να προωθούν οπλισμό και

εξοπλισμό στην περιοχή (βόρειο Ιράκ). Δεν θα παρεμποδίζεται η CIA κατά τη μεταφορά

Κούρδων Πεσμεργκά στη Silopi. Οι ΗΠΑ θα διαθέσουν στην Τουρκία πυραύλους,

πυραυλικά συστήματα, ραντάρ εγκαίρου προειδοποίησης και νέα οπλικά συστήματα».

Το Φεβρουάριο του 1999, ο ηγέτης του ΡΚΚ, Abdullah Öcalan, συνελήφθη στην Κένυα από

πράκτορες της ΜİΤ – πιθανότατα με τη συνεργασία των αμερικανικών και ισραηλινών

μυστικών υπηρεσιών – και μεταφέρθηκε στην Τουρκία. Η σύλληψη αυτή υπήρξε βασικός

παράγοντας για την αύξηση της δημοτικότητας, τόσο του κυβερνώντος Κόμματος της

Δημοκρατικής Αριστεράς (Demokratik Sol Parti – ΚΔΑ) υπό τον Πρωθυπουργό Ecevit, όσο

και του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (Milliyetçi Hareket Partisi – ΚΕΔ), του Alparslan

Türkeş, που ανέκαθεν τασσόταν υπέρ μιας σκληρής αντικουρδικής γραμμής. Μετά από

χρόνια ο Ahmet Davutoğlu δήλωσε τα εξής: «Το κουρδικό πρόβλημα με την παράδοση του

Öcalan έπαψε να είναι πρόβλημα της Τουρκίας».

Η παράδοση του, οδήγησε σε δύο σημαντικές εξελίξεις: πρώτον, στην αποδυνάμωση της

τουρκικής αντίστασης για την ίδρυση κράτους στο βόρειο Ιράκ και δεύτερον, στη βελτίωση

της αντίληψης του διπολικού συστήματος εξουσίας στην Τουρκία (στρατιωτικοί - πολιτικοί)

υπέρ των ΗΠΑ. Πριν από τη δίκη του Öcalan, διεξήχθη στο Άμστερνταμ το Μάιο του 1999

το 6ο Συνέδριο του ΡΚΚ – απουσία του φυλακισμένου στο νησί İmralı ηγέτη. Παρότι δεν

έλαβαν μέρος οι αντάρτικες οργανώσεις του Κουρδιστάν, θεωρήθηκε επιτυχές και διακήρυξε

αλλαγή στάσης με μονομερή κατάπαυση του πυρός, έκκληση για δημοψήφισμα σχετικά με τη

νομιμότητα μιας εξόριστης κουρδικής κυβέρνησης, παράκληση προς τη Δύση (κυρίως την

ΕΕ) να ασκήσει πίεση για να μην εκτελεστεί ο Öcalan και τέλος διάλυση του «εξόριστου

Κουρδικού Κοινοβουλίου». Ακολούθησε σύγκληση μιας άτυπης κουρδικής εθνοσυνέλευσης

16 Χρήστος Μηναγιάς, «∆ηµιουργία κουρδικού κράτους: Μύθος ή Πραγματικότητα;», (2012) ανακτημένο από το

http://www.geostrategy.gr/pdf/The Establishment of Kurdish State

13

στο Diyarbakır, που διακήρυξε την πίστη της σε ειρηνική διευθέτηση του Κουρδικού

Ζητήματος. Ο Öcalan παρέμεινε και τυπικά ηγέτης της οργάνωσης και μέσα από τη φυλακή.

Το 1999, η Τουρκία έγινε δεκτή ως υποψήφια προς ένταξη χώρα στην ΕΕ. Την ίδια

περίοδο, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε σε σειρά μεταρρυθμίσεων, προκειμένου να

εκπληρώσει τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Η κατάσταση στις κουρδόφωνες περιοχές

βελτιώθηκε ως κάποιο βαθμό, ως συνέπεια της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας.

Μεταξύ των μέτρων ήταν και η άρση κάποιων απαγορεύσεων που αφορούσαν στην

εκπαίδευση και στη μετάδοση κουρδόφωνων ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, καθώς και η

απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, να άρει το Καθεστώς Περιφερειακής

Διακυβέρνησης Έκτακτης Ανάγκης17

.

Το Κουρδικό υπό τις κυβερνήσεις του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης

Τον Οκτώβριο 2002 η κατάργηση της θανατικής ποινής στην Τουρκία έγινε δεκτή με

πανηγυρισμούς από τους αντάρτες του ΡΚΚ αφού δεν κινδύνευε πλέον ο ηγέτης τους. Οι

μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που ξεκίνησαν πριν το 2002, εξακολούθησαν και από τις

διάδοχες κυβερνήσεις του τουρκικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (Adalet ve

Kalkınma Partisi – ΑΚΡ).

Μέχρι τον Ιούλιο του 2003, η κυβέρνηση του Recep Tayyip Erdoğan πέρασε 4 μείζονα

μεταρρυθμιστικά πακέτα – επιπρόσθετα προς τα δύο, που είχε περάσει η προηγούμενη

κυβέρνηση – στα οποία περιλαμβάνονταν ευρείες μεταρρυθμίσεις. Μεταξύ των νέων μέτρων,

ήταν η άρση επιπρόσθετων απαγορεύσεων που αφορούσαν στην εκπαίδευση, αλλά και στη

μετάδοση κουρδόφωνων εκπομπών18

με την προϋπόθεση ότι δεν θα έρχονται σε αντίθεση με

τις θεμελιώδεις αρχές της Τουρκικής Δημοκρατίας, όπως αυτές διατυπώνονται στο Σύνταγμα,

και δεν θα περιέχουν ρητορική που θα στρέφεται ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα του

Τουρκικού κράτους. Ωστόσο, ακόμα και μετά την άρση του Καθεστώτος Περιφερειακής

Διακυβέρνησης Έκτακτης Ανάγκης, η βία στις κουρδόφωνες περιοχές δεν σταμάτησε

17 Commission of the European Communities, Regular Report on Turkey’s Progress Towards Accession, Brussels,

9/10/2002

18 Öktem, σελ. 119

14

εντελώς. Τα χρόνια αυτά αρκετά κουρδικά κόμματα τέθηκαν εκτός νόμου, ενώ τον Ιούνιο

2004 δόθηκε από το ΡΚΚ τέλος στη μονομερή εκεχειρία και η στάση του σκλήρυνε με

συνέχιση του ανταρτοπόλεμου. Ένοπλες συγκρούσεις εξακολούθησαν να λαμβάνουν χώρα,

οι οποίες περιορίζονταν αρχικά σε μεγάλο βαθμό στις αγροτικές περιοχές. Η κατάσταση αυτή

επρόκειτο να αλλάξει, με αφορμή το επεισόδιο που συνέβη στο Şemdinli, το Νοέμβριο του

200519

. Οι ενέργειες αυτές αποδεικνύουν ότι το βαθύ κράτος στην Τουρκία ήταν διατεθειμένο

να καταφύγει σε αθέμιτες – και παράνομες – τακτικές, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις

σκοπιμότητές του20

. Λίγους μήνες αργότερα, το Μάρτιο του 2006, ο θάνατος σε μάχη 14

μαχητών του ΡΚΚ, αναζωπύρωσε την ένταση, προκαλώντας έναν νέο, πολύ ισχυρό κύκλο

βίας. Οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα και τις επόμενες ημέρες οι

δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν τουλάχιστον 14 διαδηλωτές, κυρίως στο Diyarbakır.

Τουλάχιστον 400 άτομα τραυματίσθηκαν στο Diyarbakır και 500 συνελήφθησαν και

ανακρίθηκαν.

Ως συνέπεια των γεγονότων αυτών, η κυβέρνηση Erdoğan άλλαξε γραμμή στο Κουρδικό,

υιοθετώντας πολύ πιο σκληρή γραμμή. Ενδεικτική της αλλαγής στάσης της κυβέρνησης,

είναι η τροποποίηση που εισήγαγε στον Αντιτρομοκρατικό Νόμο, η οποία πρακτικά

ακύρωνε πολλές από τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις του Ποινικού Κώδικα. Μεταξύ άλλων,

η τροπολογία επέτρεπε την άσκηση δίωξης σε παιδιά ηλικίας 15 – 18 χρόνων ως ενήλικες,

αν οι κατηγορίες περιελάμβαναν αδικήματα τρομοκρατίας π.χ. να πετούν πέτρες. Στα

επόμενα δύο χρόνια, σχεδόν 2.000 παιδιά διώχθηκαν βάσει του Αντιτρομοκρατικού Νόμου,

και γύρω στο 10% από αυτά καταδικάσθηκε. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, το αδίκημά

τους ήταν ότι πετούσαν πέτρες – και σε μικρότερο βαθμό, βόμβες μολότοφ – εναντίον των

σωμάτων ασφαλείας21

. Συγχρόνως, ασκήθηκαν διώξεις σε δεκάδες αξιωματούχους και μέλη

του φιλοκουρδικού Κόμματος της Δημοκρατικής Κοινωνίας22

(Demokratik Toplum Partisi –

19 Μία ομάδα τριών ατόμων επιχείρησε βομβιστική επίθεση σε βάρος βιβλιοπωλείου, που ανήκε σε πρώην στέλεχος του

ΡΚΚ. Η επίθεση είχε σχεδιασθεί για να μοιάζει με χτύπημα του ΡΚΚ, αλλά οι δράστες συνελήφθησαν από το πλήθος και

παραδόθηκαν στην αστυνομία. Οι δύο εξ αυτών ήταν αξιωματικοί του στρατού, και ο ένας πληροφοριοδότης του ΡΚΚ. Η

υπόθεση παραπέμφθηκε σε στρατιωτικό δικαστήριο, όπου οι κατηγορίες αποσύρθηκαν. Αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν

προβοκάτσια εκ μέρους κύκλων των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.

20 Αξίζει να σημειωθεί, εξάλλου, ότι στην υπόθεση είχε αναμειχθεί υπέρ ενός εκ των δύο κατηγορουμένων, ο μετέπειτα

Α/ΓΕΕΔ, Στρατηγός Yaşar Büyükanıt

21 Μόνο μετά την αναθεώρηση του Νόμου, το 2010, τα περισσότερα παιδιά αποφυλακίσθηκαν

22 Öktem, σελ. 142 – 144

15

DTP), με κατηγορίες περί τρομοκρατίας. Ως συνέπεια κυρίως του Αντιτρομοκρατικού

Νόμου, τα δικαιώματα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι των κουρδικών πληθυσμών

επίσης υπέστησαν σοβαρές καταπατήσεις. Το 2005 ανεστάλη η λειτουργία του κουρδικού

Συνδέσμου Δημοκρατίας, Πολιτισμού και Αλληλεγγύης στο Diyarbakır. Αρκετά κουρδικά

ιδρύματα, επίσης, δεν μπόρεσαν να κάνουν χρήση ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων, με το

αιτιολογικό ότι η ερευνητική πρόταση που είχαν υποβάλει, ήταν πέραν του καταστατικού

τους23

. Τον Απρίλιο του 2006, επίσης, ανεστάλη η λειτουργία ενός κουρδικού συνδέσμου από

το Δικαστήριο του Diyarbakır, επειδή στο καταστατικό του προβλεπόταν η ίδρυση κουρδικού

αρχείου, μουσείου, και βιβλιοθήκης, καθώς επίσης και επειδή οι δραστηριότητες του

επρόκειτο να διεξάγονται στα Κουρδικά24

.

Το Φεβρουάριο 2009 ο τουρκικός στρατός εισέβαλλε στο ιρακινό Κουρδιστάν με σκοπό να

καταστρέψει τους μαχητές του ΡΚΚ που βρίσκονταν στο Βόρειο Ιράκ. Αποχώρησε λόγω

διεθνών πιέσεων, όμως η εισβολή αποτέλεσε νίκη του Erdoğan τόσο στο εσωτερικό όσο και

στο εξωτερικό. Έδειξε εν μέρει εθνικιστικό πρόσωπο και κατεύνασε το στρατό, ενώ απέδειξε

επίσης ότι εάν απαιτηθεί μπορεί να είναι ιδιαίτερα σκληρός με τους τρομοκράτες, στέλνοντας

και ένα μήνυμα (προς την Ουάσιγκτον) ότι αν θιγούν τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας θα

δράσει μονομερώς. Έδειξε επίσης τη χρονική αυτή στιγμή, ότι δεν προτίθεται να δεχτεί σε

καμία περίπτωση την ίδρυση ανεξάρτητου Κουρδιστάν.

Το Νοέμβριο 2009, υπό την πίεση των Ευρωπαίων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής

προοπτικής της Τουρκίας, η κυβέρνηση παρουσίασε ένα σχέδιο – ορόσημο

(«δημοκρατικό άνοιγμα») που αφορούσε στην παραχώρηση περισσότερων πολιτικών

δικαιωμάτων στους Κούρδους. Ειδικότερα, προέβλεπε την απεριόριστη χρήση της κουρδικής

γλώσσας στα μέσα ενημέρωσης (διεύρυνση ελευθερίας του τύπου κατά τα ευρωπαϊκά

πρότυπα) και στις πολιτικές καμπάνιες, καθώς και την αποκατάσταση των κουρδικών

ονομάτων στις ανατολικές κουρδικές περιοχές της χώρας. Πρωτοβουλίες καλής θέλησης,

όπως η παράδοση ομάδας Κούρδων ανταρτών, τροφοδότησαν ελπίδες για επίλυση του

«κουρδικού προβλήματος». Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης δυναμιτίστηκε

23 European Commission, Turkey 2005 Progress Report, Brussels, 9/11/2005, σελ. 28

24 Commission of the European Communities, Turkey 2006 Progress Report, Brussels, 8/11/2006, σελ. 15 (Ανάλογες

κρατικές παρεμβάσεις σε κουρδικούς – και όχι μόνο – συνδέσμους και ιδρύματα καταγράφονται και στην έκθεση προόδου

της ΕΕ για την Τουρκία, του 2012 Turkey 2012 Progress Report, σελ. 23)

16

όμως πάλι, από τα διάφορα επεισόδια που έλαβαν χώρα, κυρίως στη Νοτιοανατολική

Τουρκία. Αποκορύφωμα ήταν η επίθεση στην περιοχή Resandiye του νομού Tokat στην

κεντρική Τουρκία στις 7 Δεκεμβρίου 2009 (η οποία ήταν η χειρότερη επίθεση από τον Απρίλιο

- τότε Κούρδοι μαχητές είχαν σκοτώσει με τηλεχειριζόμενη βόμβα δέκα στρατιώτες στα

νοτιοανατολικά της χώρας – χωριό Abalı). Τη στιγμή που ο Erdoğan ετοιμαζόταν να

συναντήσει τον αμερικανό πρόεδρο Barack Obama στην Ουάσιγκτον, Κούρδοι αντάρτες

εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον μιας περιπόλου δέκα στρατιωτών, σκότωσαν τους επτά και

τραυμάτισαν τους τρεις. Η επίθεση αποδόθηκε στο PKK, είχε συγκεκριμένη στόχευση και

στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία (ορεινό έδαφος και ομίχλη ευνόησαν το αντάρτικο χτύπημα).

Η επίθεση ήταν σημαντική για δυο λόγους: Σε στρατιωτικό – επιχειρησιακό επίπεδο, το PKK

απέδειξε ότι διαθέτει δίκτυο (κάποιοι μιλούν και για εσωτερική πληροφόρηση25

) και είναι

σε θέση να εκτελεί δύσκολες καταδρομικές επιχειρήσεις σε όλη την Τουρκία (οι επιθέσεις

στη Βόρεια Τουρκία είναι σπάνιες, ενώ το εγχείρημα έλαβε χώρα 500 χλμ μακριά από τις

κουρδικές περιοχές). Σε συμβολικό επίπεδο, μεταξύ των νεκρών ήταν κι ένας λοχίας που στο

παρελθόν ήταν δεσμοφύλακας του Öcalan και είχε κατηγορηθεί ότι τον κακομεταχειριζόταν,

οπότε η πολιτική διάσταση της επίθεσης προβάλλεται εντονότερα.

Το κυριότερο αποτέλεσμα της έκρυθμης κατάστασης ήταν η οπισθοδρόμηση της

μεταρρυθμιστικής προσπάθειας (αναβλήθηκε η προώθηση του νομοσχεδίου για τα μικρά

παιδιά που πετούσαν πέτρες εναντίον αστυνομικών στις συγκεντρώσεις των Κούρδων) και η

απαγόρευση του κόμματος DTP. Η ανακοίνωση της απόφασης του Δικαστηρίου προκάλεσε

διαδηλώσεις των Κούρδων για την απαγόρευση του DTP και επεισόδια μεταξύ κουρδικού και

τουρκικού στοιχείου. Τραγική ήταν η περίπτωση καταστηματάρχη στο Mus, όπου έβαλε κατά

Κούρδων διαδηλωτών με καλάσνικοφ, αφήνοντας πίσω δυο νεκρούς και εννέα τραυματίες.

Το πλέον ανησυχητικό, όμως, είναι η μεταφορά των συγκρούσεων από τα βουνά της

νοτιοανατολικής Τουρκίας στα μεγάλα αστικά κέντρα26

. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό

με την προσπάθεια κινητοποίησης των Κούρδων από τον αστικό βραχίονα του ένοπλου ΡΚΚ

δηλαδή τη Δημοκρατική Συνομοσπονδία του Κουρδιστάν (Koma Civakên Kurdistan – KCK)

25 Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του επικεφαλής της USAK (International Strategic Research Organization) Ασέντ

Λατσινέρ, ότι τα γεγονότα στην Τουρκία υπερβαίνουν τις επιχειρησιακές δυνατότητες του PKK

26 Ταραχές ξέσπασαν στο Ντιγιαρμπακίρ, τη Γιουκσέκοβα, το Χακίρι και τη Μερσίνα στη νοτιοανατολική Τουρκία, αλλά

και στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα. Στη Βαν και στο Χακάρι οι διαδηλωτές δεν δίστασαν να εισβάλλουν σε

συγκροτήματα που κατοικούν αξιωματικοί

17

και τη μεγάλη αριθμητικά παρουσία του κουρδικού πληθυσμού στα αστικά κέντρα

δημιούργησαν φόβους για «κουρδική ιντιφάντα» την οποία εξέφρασε ο Ερντογάν στην

έκκλησή του για εθνική ενότητα.

Σε νέα τροχιά

Οι βίαιες συγκρούσεις την περίοδο 1984 – 2012 κόστισαν τη ζωή συνολικά σε 30.000 –

40.000 άτομα (ενώ και οικονομικά η Τουρκία για αυτόν τον αγώνα έχει ξοδέψει 300 – 450

δισεκατομμύρια δολάρια). Η δήλωση του φυλακισμένου πρώην ηγέτη του ΡΚΚ, Abdullah

Öcalan, στις 21 Μαρτίου 2013 – με την οποία καλούσε τα στελέχη του ΡΚΚ να αναστείλουν

τις ένοπλες δραστηριότητές τους, επιδιώκοντας παράλληλα την ειρηνική επίλυση των

διαφορών τους με τις τουρκικές αρχές – έθεσε το Κουρδικό πρόβλημα σε νέα τροχιά. Η

δήλωση αυτή είναι προφανώς απότοκη των μυστικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στον

Öcalan και στελέχη των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, που είχαν ξεκινήσει ήδη από τον

Οκτώβριο του 201227

.

Οι διαπραγματεύσεις αυτές μάλλον υπαγορεύθηκαν από τις πολιτικές και κοινωνικές

εξελίξεις τόσο εντός της Τουρκίας, όσο και από αυτές που λαμβάνουν χώρα στο γειτονικό της

διεθνές περιβάλλον. Η Άγκυρα πιθανότατα θέλησε να αναπτύξει ένα δίαυλο επικοινωνίας με

ηγετικά στελέχη του ΡΚΚ – με απώτερο στόχο τη διευθέτηση του Κουρδικού

προβλήματος – προτού οι εξωτερικές εξελίξεις αρχίζουν να επηρεάζουν με αποφασιστικό

τρόπο και το εσωτερικό της Τουρκίας. Παράλληλα, όμως, η πρόοδος των μυστικών

συνομιλιών απέδειξε επίσης ότι και η κουρδική πλευρά είναι σε σημαντικό βαθμό

διατεθειμένη να αναζητήσει μία ειρηνική επίλυση του εν λόγω ζητήματος. Αναλυτές

εκτιμούν, ωστόσο, ότι η προσέγγιση της Άγκυρας με τον Öcalan υπαγορεύτηκε και από την

προσωπική ατζέντα του τούρκου Πρωθυπουργού. Σύμφωνα με την άποψη εκείνη, με την

επικείμενη συνταγματική μεταρρύθμιση, ο Erdoğan θα επιδιώξει – εκτός των άλλων – την

ενδυνάμωση των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας.

27 Halil M. Karaveli, «The Challenge Ahead for Turks and Kurds: to Form a New National Partnership», Turkey Analyst,

Vol. 6 – No. 6, 27 March 2013 ανακτήθηκε από http://www.silkroadstudies.org/new/turkey.html

18

Η εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα στο τουρκικό κράτος και τους κουρδόφωνους

πληθυσμούς της Τουρκίας, εκτιμήθηκε προεκλογικά ότι πιθανότατα θα παρείχε στον Erdoğan

την στήριξη των κουρδόφωνων βουλευτών, εν όψει των προαναφερθεισών εκλογών.

Παράλληλα, ενδυναμώνει αισθητά το πολιτικό του κύρος με την πιθανότητα να μείνει στην

ιστορία ως ο τούρκος ηγέτης που τερμάτισε ένα από τα σημαντικότερα εσωτερικά

προβλήματα της σύγχρονης Τουρκίας28

.

Οι δυο πλευρές συμφώνησαν αρχικά, σε γενικές γραμμές, να κινηθούν σε τρεις φάσεις: Στην

πρώτη φάση το ΡΚΚ θα σταματήσει τις επιχειρήσεις και θα αποσύρει τις δυνάμεις των

ανταρτών εκτός της τουρκικής επικράτειας, σε περιοχές του Νοτίου Κουρδιστάν (Β. Ιράκ).

Από την πλευρά του, το τουρκικό κράτος θα σταματήσει κι αυτό τις στρατιωτικές

επιχειρήσεις εναντίον του ΡΚΚ και θα αρχίσει διαδικασίες που θα προετοιμάσουν την κοινή

γνώμη για την πολιτική λύση του Κουρδικού. Στη δεύτερη φάση θα επιταχυνθούν οι

διαδικασίες και θα γίνουν πρακτικά βήματα για την διόρθωση των αδικιών και των

διακρίσεων που υφίστανται οι κουρδικοί πληθυσμοί. Δηλαδή, μιλάμε για νομοθετικής και

διοικητικής φύσεως μεταρρυθμίσεις, που θα επιτρέψουν στους Κούρδους να απολαμβάνουν

ίσων δικαιωμάτων και ισότιμης μεταχείρισης από το κράτος. Στη φάση αυτή θα διερευνηθούν

τα εγκλήματα που έγιναν το τριάντα χρόνια που διαρκεί ο πόλεμος μεταξύ ΡΚΚ – Τουρκίας,

με στόχο να αρθούν τα εμπόδια και η καχυποψία που υπάρχει μεταξύ κουρδικής και της

τουρκικής πλευράς. Στην τελική φάση θα ακολουθήσει Συνταγματική μεταρρύθμιση με την

28 Σε ότι αφορά συνολικά στις παρελθούσες απόπειρες ειρηνευτικών συνομιλιών αξίζει να αναφερθούν τα εξής: Το 1992 και

το 1993 ο πρόεδρος της Τουρκίας Turgut Özal είχε ξεκινήσει έμμεσο διάλογο με τον Öcalan μέσω του Jalal Talabani. Είχε

πετύχει προσωρινή εκεχειρία και συζητούσε για οριστική λύση του Κουρδικού με κάποιου είδους αυτονομίας. Ο τότε

αρχηγός της στρατοχωροφυλακής Εşref Βitlis έπαιζε σημαντικό ρόλο στον τρόπο προσέγγισης του Κούρδου ηγέτη. Ο

ξαφνικός ύποπτος θάνατος του Özal, και το ύποπτο επίσης αεροπορικό δυστύχημα όπου πέθανε ο Βitlis, τελείωσαν όλες τις

προσπάθειες επίλυσης του Κουρδικού. Ο πρωθυπουργός Erbakan το 1996 είχε ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τον Öcalan

για εκεχειρία, αλλά ο ίδιος ανατράπηκε με το μετα-μοντέρνο πραξικόπημα των τούρκων στρατηγών στις 28 Φεβρουαρίου

του 1997. Παρόμοιες προσπάθειες έκαναν και οι κυβερνήσεις Ecevit αλλά και οι τούρκοι στρατηγοί όπως αποκαλύπτει η

εφημερίδα Taraf, όμως δεν πέτυχαν είτε λόγω προβοκάτσιας είτε λόγω απροθυμίας. Η πιο σοβαρή προσπάθεια διαλόγου

έγινε στο Όσλο ανάμεσα ηγετικών στελεχών του PKK και του διοικητή της ΜΙΤ το 2011. Ενώ όλα προχωρούσαν καλά,

διέρρευσαν τα ηχητικά ντοκουμέντα των συνομιλιών , από κάποιους που ήθελαν να σαμποτάρουν τη λύση, και οι συνομιλίες

διακόπηκαν. Γι’ αυτό και στις συνομιλίες ανάμεσα στον Öcalan και ΜΙΤ, του 2013 όλοι προχώρησαν μεθοδικά και ήδη έχει

προετοιμαστεί η τουρκική κοινή γνώμη. Αν ο Erdoğan τελικά δεν έχει την ίδια μοίρα με του προκατόχους του, ή δεν

σαμποταριστούν με κάποιο τρόπο οι διαπραγματεύσεις, στο Κουρδικό θα υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις τις οποίες κανείς

δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί ακόμη και ο κούρδος ηγέτης από το κελί του.

19

οποία η Κούρδοι θα είναι ισότιμη συνιστώσα της Τουρκικής Δημοκρατίας, πλήρης άρση του

αντιτρομοκρατικού νόμου, απελευθέρωση του Öcalan, και κατάθεση των όπλων από τους

αντάρτες του ΡΚΚ, οι οποίοι θα μετασχηματιστούν σε Δυνάμεις Λαϊκής Ασφάλειας.

Η πρώτη φάση, λοιπόν, ξεκίνησε επί της ουσίας στις 21 Μαρτίου 2013, όταν στις γιορτές του

Νewroz (Νεβρόζ) ο Öcalan απηύθυνε έκκληση προς τους αντάρτες να εφαρμόσουν

εκεχειρία και από τις αρχές Μαΐου να αρχίσουν να αποχωρούν από τις βάσεις τους, με

προορισμό το Νότιο Κουρδιστάν (Β. Ιράκ). Όλο αυτό το διάστημα το ΡΚΚ έχει σταματήσει

τις επιθέσεις εναντίον τουρκικών στόχων και σύμφωνα με τη στρατιωτική διοίκηση του ΡΚΚ,

είχαν αποσυρθεί 50 μονάδες ανταρτών, ενώ ο τουρκικός στρατός έχει σταματήσει κι αυτός

τις επιθέσεις εναντίον των ανταρτών και έχει αποσύρει αρκετές μονάδες που ήταν

αναπτυγμένες στο Βόρειο Κουρδιστάν, οι οποίες επέστρεψαν στις βάσεις τους στην Αν.

Θράκη και την περιοχή της Δυτικής Τουρκίας. Παράλληλα, οι Ομάδες Σοφών, που

απαρτίζονται από διανοούμενους και καλλιτέχνες της τουρκικής και εν μέρει της κουρδικής

πλευράς, έχουν ταξιδέψει σε πολλές πόλεις της Τουρκίας και συμμετείχαν σε εκδηλώσεις

ενημέρωσης και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, για να αποδεχτεί χωρίς κραδασμούς την

επώδυνη πολιτική λύση. Ενώ, όμως το ΡΚΚ δηλώνει ότι έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση και

καλεί την κυβέρνηση να προχωρήσει σε πρακτικά βήματα της δεύτερης φάσης, οι

πληροφορίες που λαμβάνει ο Erdoğan από τις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών

δημιουργούν μια άλλη εικόνα29

. Επιπρόσθετα, οι στρατιωτικές και οι άλλες δομές του

κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος έχουν ενισχυθεί το διάστημα της εκεχειρίας, με τον

αριθμό των νέων που προστρέχουν να καταταγούν στις τάξεις των ανταρτών να έχει

τριπλασιαστεί (ο λόγος της αύξησης του αριθμού των νέων που κατατάσσονται στις τάξεις

των ανταρτών είναι η εντύπωση που έχει εμπεδωθεί στην τουρκική κοινωνία ότι το ΡΚΚ

είναι η μελλοντική εξουσία στην περιοχή και με την κίνησή τους αυτοί οι νέοι, πέραν του

πατριωτικού καθήκοντος που εκπληρώνουν, εγγράφουν και τις απαραίτητες υποθήκες για το

μέλλον).

29 Σύμφωνα με εκθέσεις των υπηρεσιών πληροφοριών που έχει στα χέρια του ο Τούρκος πρωθυπουργός, μόνο το 15% των

ανταρτών που ήταν στα βουνά του Βορείου Κουρδιστάν έχει αποχωρήσει στο Νότιο Κουρδιστάν, ενώ οι υπόλοιποι

παραμένουν στις θέσεις τους

20

Το γεγονός ότι το ΡΚΚ έκανε κάποια βήματα τηρώντας τη συμφωνία, διατήρησε όμως

μεγάλο αριθμό ανταρτών και ταυτόχρονα αύξησε τη δύναμή του στην κουρδική κοινωνία,

αποτέλεσε το επίκεντρο του προβληματισμού του Erdoğan και του στενού του επιτελείου,

το οποίο άρχισε πλέον να εργάζεται εντατικά πάνω σε εναλλακτικά σχέδια για τη διαχείριση

της κατάστασης. Και γι' αυτό η τουρκική πλευρά επέμεινε ότι «είμαστε ακόμα στην

πρώτη φάση».

Αργότερα, το Νοέμβριο 2013 σε ομιλία του Τούρκου πρωθυπουργού στο Diyarbakır ενώπιον

της κουρδικής κοινότητας της χώρας, αλλά και του κούρδου ηγέτη του Ιράκ, Masunt Barzani

δήλωσε «Πώς ο Τούρκος και ο Κούρδος μπόρεσαν να διχαστούν; Ο Τούρκος και ο Κούρδος

δεν πρέπει να είναι πια διχασμένοι, δεν θα διχάζονται πλέον. Δεν υπάρχει χώρος για

διακρίσεις στη νέα Τουρκία (...) οι Κούρδοι, οι Άραβες, οι Τούρκοι, οι αλεβίτες, οι

σουνίτες, οι σιίτες, οι γυναίκες, είτε φορούν την ισλαμική μαντίλα είτε όχι, είναι όλοι πολίτες

πρώτης κατηγορίας».

Το Μάρτιο του 2014 ο φυλακισμένος αρχηγός των κούρδων ανταρτών ζήτησε με την

ευκαιρία του κουρδικού Νέου Έτους, την επανάληψη των ειρηνευτικών συνομιλιών με

την Άγκυρα, ένα χρόνο μετά την κατάπαυση του πυρός που κήρυξε το Εργατικό Κόμμα του

Κουρδιστάν.

«Η διαδικασία του διαλόγου είναι σημαντική, αλλά εξακολουθεί να μην έχει καταφέρει να

επιτρέψει μια συμφωνία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εξακολουθεί να μην υπάρχει

εγγύηση για μια διαρκή ειρήνη όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, έχει καταστεί

αναπόφευκτο να υπάρξει ένα νομικό πλαίσιο για την ειρηνευτική διαδικασία», αναφέρει

σε μήνυμα που αναγνώσθηκε ενώπιον άνω των 200.000 ανθρώπων οι οποίοι είχαν

συγκεντρωθεί στο Diyarbakır. «Η διαδικασία του διαλόγου που συνεχίζεται σήμερα, είναι

σημαντική. Επέτρεψε στα δύο μέρη να δείξουν την καλή θέλησή τους και την ικανότητά

τους. Τα δύο μέρη αντεπεξήλθαν με αποφασιστικότητα σ' αυτή τη δοκιμασία, έστω κι αν η

κυβέρνηση επεδίωξε να κερδίσει χρόνο», συνέχισε ο ιστορικός ηγέτης του PKK. Η

ειρηνευτική διαδικασία είχε κολλήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν οι κούρδοι αντάρτες

ανακοίνωσαν τη διακοπή της αποχώρησης των μαχητών τους από το τουρκικό έδαφος προς

τις βάσεις τους στο βόρειο Ιράκ, κατηγορώντας την Άγκυρα ότι δεν εφάρμοσε τις

21

υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις. Το Δεκέμβριο, η ισλαμοσυντηρητική κυβέρνηση προχώρησε

στην ψήφιση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που έχουν στόχο την ενίσχυση των

δικαιωμάτων των μειονοτήτων, επιτρέποντας κυρίως την εκπαίδευση στην κουρδική

γλώσσα στα ιδιωτικά σχολεία. Ωστόσο οι Κούρδοι συνέχισαν να θεωρούν ανεπαρκείς αυτές

τις μεταρρυθμίσεις και να απαιτούν κυρίως την απελευθέρωση των κούρδων κρατουμένων,

το δικαίωμα να εκπαιδεύονται στην κουρδική γλώσσα στα δημόσια ιδρύματα, καθώς και τη

μείωση του ορίου του 10% που είναι απαραίτητο για την είσοδο στο κοινοβούλιο.

«Οι κούρδοι αυτονομιστές αντάρτες θα ξαναρχίσουν την αποχώρησή τους από την Τουρκία

τα καταφύγιά τους στο βόρειο Ιράκ αφού το τουρκικό κοινοβούλιο ψηφίσει τις

μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο τον τερματισμό μιας εξέγερσης η οποία συνεχίζεται εδώ και

δεκαετίες», αναφέρθηκε σε δημοσιεύματα της 05 Ιουλίου 2014 του τουρκικού Τύπου. Πολύ

πρόσφατα, η τουρκική κυβέρνηση κατέθεσε στο κοινοβούλιο ένα σχέδιο μεταρρύθμισης και

λίγες εβδομάδες πριν τις προεδρικές εκλογές της 10ης Αυγούστου 2014 ο πρόεδρος της

Τουρκίας Abdullah Gul υπέγραψε Νόμο για τις ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Κούρδους

αντάρτες, εξέλιξη η οποία θεωρείται ένα σημαντικό βήμα στις προσπάθειες για τον

τερματισμό της κουρδικής εξέγερσης που διαρκεί περισσότερο από τρεις δεκαετίες. Ο

ιστορικός ηγέτης του PKK, ο οποίος εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, χαιρέτισε αυτή την

πρωτοβουλία και την χαρακτήρισε «ιστορική εξέλιξη». Ο νέος νόμος προστατεύει πλέον

από πιθανές ποινικές διώξεις όσους εμπλέκονται στις συνομιλίες για τον αφοπλισμό και την

επανένταξη των κούρδων ανταρτών «λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα για την επιστροφή

τους στις εστίες τους και τη συμμετοχή και την επανένταξή τους στην κοινωνική ζωή»,

καθώς επίσης θα παρέχει νομική προστασία σε όσους μετέχουν σε συναντήσεις με στόχο

τον τερματισμό της αιματοχυσίας.

Οι πολιτικοί που εκπροσωπούν την κουρδική μειονότητα επιδίωκαν από καιρό ένα τέτοιο

νομοσχέδιο για να μην υπάρχει κανένας κίνδυνος δίωξης όσων συμμετέχουν στις συνομιλίες,

σε περίπτωση που το πολιτικό κλίμα στην Τουρκία μελλοντικά μεταβληθεί και στραφεί

εναντίον της ειρηνευτικής διαδικασίας. Οι κούρδοι μαχητές πρόκειται να ξαναρχίσουν την

αναδίπλωσή τους προς τις βάσεις τους στο Ιράκ το Σεπτέμβριο μετά την υιοθέτηση του

κειμένου αυτού, αναφέρθηκε σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Hurriyet». Η διαδικασία αυτή

αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε 18 μήνες, διευκρινίζει η εφημερίδα. Ο Erdoğan έχει

22

επενδύσει σημαντικά στις ειρηνευτικές προσπάθειες, διευρύνοντας τα πολιτιστικά και

γλωσσικά δικαιώματα των Κούρδων με κίνδυνο ακόμη και να αποξενώσει τμήμα της δικής

του πολιτικής βάσης.

Παράλληλα, η κυβέρνηση του αυτόνομου Ιρακινού Κουρδιστάν, η οποία επί χρόνια

βρίσκεται σε σύγκρουση με τη Βαγδάτη για τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου, έχει στα

σχέδιά της να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της περιοχής, κάτι που

πιστεύεται ότι θα έχει επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή. Ακριβές χρονοδιάγραμμα δεν

ανακοινώθηκε όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, ωστόσο, ο πρόεδρος Barzani ζήτησε

από τη Βουλή να επιλέξει την ημερομηνία για την ψηφοφορία. Οι δραματικές εξελίξεις

των τελευταίων μηνών με την προέλαση του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το

Λεβάντε έχουν αλλάξει άρδην τα δεδομένα. Το Ιρακινό Κουρδιστάν φαίνεται ότι οδεύει προς

την ανεξαρτησία, καθώς οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας υποχωρούν και οι σουνίτες

τζιχαντιστές καταλαμβάνουν περιοχές του βορείου Ιράκ. Οι Κούρδοι του Ιράκ αντέδρασαν

και είδαν πως έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν ένα κράτος με πλήρη κυριαρχία, ενώ τις

τελευταίες εβδομάδες επέκτειναν τα εδάφη που ελέγχουν, συμμετέχοντας στις μάχες κατά

των τζιχαντιστών. Επισήμως, η Άγκυρα στηρίζει την εδαφική ακεραιότητα του Ιράκ, ωστόσο

τα τελευταία χρόνια διατηρεί στενές σχέσεις με την κυβέρνηση του αυτόνομου Κουρδιστάν

και βλέπει θετικά την ενδυνάμωσή της κυρίως για οικονομικούς λόγους, αφού θέλει να έχει

πρόσβαση στα κουρδικά πετρέλαια και στο φυσικό αέριο ενώ οι κατασκευαστικές εταιρείες

της επενδύουν σημαντικά στην αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας στην περιοχή.

Το όνειρο των Κούρδων της Μέσης Ανατολής επί δεκαετίες, η ίδρυση ανεξάρτητου κράτους,

φαίνεται ότι είναι σε απόσταση αναπνοής στο ιρακινό Κουρδιστάν. Οι Κούρδοι της

Τουρκίας όμως, μετά από 30 χρόνια συγκρούσεων με την Άγκυρα, μάλλον θεωρούν ότι το

μέλλον τους θα είναι ασφαλέστερο εντός της χώρας αυτής, εφόσον στις διαπραγματεύσεις με

την τουρκική κυβέρνηση κερδίσουν τα δικαιώματα για τα οποία αγωνίζονται. Τα γεγονότα,

τουλάχιστον προς το παρόν, δεν έχουν υποκινήσει αυτονομιστικά αισθήματα στην Τουρκία

όπου πολλοί Κούρδοι προτιμούν να εναποθέσουν τις ελπίδες τους στην απόκτηση

μεγαλύτερης αυτονομίας εντός των συνόρων μιας αναπτυσσόμενης οικονομίας παρά στις

ιδιαιτερότητες ενός ολοκαίνουριου έθνους – κράτους που περιβάλλεται από εχθρικούς

γείτονες. «Εντέλει βλέπουμε ότι είναι εφικτό να λύσουμε τα προβλήματά μας χωρίς

23

αιματοχυσία, με δημοκρατικά μέσα», είπε ο 47χρονος γλωσσολόγος Ζάνα Φαρκίνι και

συμπλήρωσε «Με την ειρηνευτική διαδικασία, οι Κούρδοι διακηρύσσουν ότι θέλουν να

ζήσουν με τους Τούρκους. Λένε ότι δεν επιθυμούν την απόσχιση»30

.

Εν κατακλείδι

Εκτιμώμενοι περίπου στα 30 εκατομμύρια άνθρωποι, οι Κούρδοι αποτελούν μία από τις

μεγαλύτερες εθνικές ομάδες στον κόσμο που δεν έχουν δικό τους εθνικό κράτος. Κουρδικές

μειονότητες συναντάμε σε Τουρκία, Ιράν, Ιράκ αλλά και Συρία. Από τον συνολικό πληθυσμό

των Κούρδων, περίπου ο μισός κατοικεί στην Τουρκία και αποτελεί 15% με 30% του

τουρκικού πληθυσμού. Είναι κατανεμημένος κυρίως στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας.

Σήμερα οι περισσότεροι Κούρδοι ζουν σε μεγάλες πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη, το

Ιζμίρ, το Μερσίν και η Αντάνα. Εξαιτίας του μεγέθους του κουρδικού πληθυσμού αλλά και

της ύπαρξης αυτονομιστικών κινήσεων, οι Κούρδοι αντιμετωπίστηκαν διαχρονικά ως μία

απειλή για την εθνική ενότητα της χώρας.

Το κουρδικό όμως αναζωπυρώνει εμφανώς και την αντιπαράθεση μεταξύ των δυο πόλων

της πολιτικής ηγεσίας, των στρατιωτικών και της κυβέρνησης. Ο Deniz Baykal – αρχηγός της

αξιωματικής αντιπολίτευσης – προφήτευσε το 2009 πως το «Δημοκρατικό Άνοιγμα» θα

διαιρούσε και θα κατέστρεφε την Τουρκία. Η επίθεση στην Tokan οδήγησε στην όξυνση του

κλίματος και έδωσε στο κεμαλικό κατεστημένο την αφορμή που ζητούσε για την εκ νέου

επίθεσή του. Το κουρδικό εξελίσσεται σε γήπεδο στο οποίο εκτυλίσσεται ο αγώνας για την

εξουσία. Ο μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργός Erdoğan επικαλέστηκε ταυτότητα «ήπιου

πολιτικού ισλαμισμού», η οποία αντιπαραβάλλεται στο «κεμαλικό καθεστώς». Κατά την

εξέταση του κουρδικού, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο ενός

«εσωτερικού εμφύλιου» για την πραγματική άσκηση της εξουσίας στην Τουρκία και η

όποια επιτυχία της μιας πλευράς ισοδυναμεί με ήττα της αντίπαλης. Η όποια επιτυχία του –

μέχρι πρότινος πρωθυπουργού – Erdoğan παρουσιάζεται συνώνυμη του εκσυγχρονισμού και

της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας, ταυτόχρονα μεταφράζεται σε περαιτέρω κυριαρχία του

επί του ισχυρού αντιπολιτευτικού πόλου τον οποίο συνθέτουν στρατιωτικοί και κεμαλιστές.

30 «Οι Κούρδοι προτιμούν μια ειρηνική Τουρκία παρά ένα ανεξάρτητο κράτος», 10/7/2014 ανακτήθηκε από

http://www.newsbomb.gr/diethnh/story/470455/oi-koyrdoi-protimoyn-mia-eiriniki-toyrkia-para-ena-anexartito-kratos

24

Το κουρδικό πρόβλημα δε διχάζει μόνο τις τουρκικές ελίτ. Διχάζει βαθιά την τουρκική

κοινωνία, αλλά και τους Κούρδους. Ο διχασμός στην τουρκική κοινωνία φαίνεται στη

δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα «Cumhuriyet» (Τζουμχουριέτ – 2009). Σύμφωνα

με αυτή, το 51,6% του τουρκικού λαού διαφωνεί με το «κουρδικό άνοιγμα», το 35,4% είναι

υπέρ του και ένα 8,5% είναι αναποφάσιστο31

.

Τελευταίες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή…

Μέχρι τον Ιούνιο οι Κούρδοι έδειχναν να προσεγγίζουν το όνειρό τους. Έθεσαν υπό τον

έλεγχό τους την πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή του Κιρκούκ, μετά την επίθεση του ISIL κατά

της Μοσούλης στις 10 Ιουνίου, και αμέσως μετά ο πρόεδρος του ιρακινού Κουρδιστάν είχε

ανακοινώσει ότι θα διεξάγονταν δημοψήφισμα στην περιοχή με το ερώτημα της

ανεξαρτησίας. Ωστόσο, όλοι οι σχεδιασμοί των Κούρδων ανατράπηκαν από τη συνέχιση των

επιθέσεων του ISIL στο βόρειο Ιράκ και τη Συρία32

. Αν και υποστηρίζουν ότι οι σχεδιασμοί

τους δεν έχουν μεταβληθεί, μάλλον κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Οι Κούρδοι του αυτόνομου

ιρακινού Κουρδιστάν, το ΡΚΚ και οι Κούρδοι τους κόμματος της Δημοκρατικής Ένωσης,

στην Συρία, έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους και πολεμούν μαζί κατά του ISIL, σε έναν αγώνα

που, εκ των πραγμάτων προάγει τον κουρδικό εθνικισμό. Οι άμεσες παραδόσεις όπλων στο

Αμπρίλ, έχουν παρόμοιο αποτέλεσμα. Μετά τις ΗΠΑ και η Βρετανία και η Γαλλία, αλλά και

άλλες ευρωπαϊκές χώρες, φαίνεται πως έχουν δεσμευτεί να παραδώσουν οπλισμό στους

Κούρδους που πολεμούν κατά του ISIL, σε μια κίνηση που ενισχύει, σαφώς τη θέση των

Κούρδων. Είναι σημαντικό ότι η βοήθεια προς τους Κούρδους δίδεται απευθείας, χωρίς

μεσολάβηση της Βαγδάτης, γεγονός που μεταφράζεται ως ένα ακόμα βήμα προς την

αυτονομία – ανεξαρτησία. Οι ΗΠΑ, πάντως, μέσω αξιωματούχου της CIA, δήλωσαν ότι στο

μέλλον η βοήθεια προς τους Κούρδους θα δοθεί σε συνεργασία με τη Βαγδάτη, καθώς οι

ΗΠΑ, ακόμα, είναι προσανατολισμένες στο δόγμα του ενιαίου Ιράκ.

31 «Κουρδικό «αγκάθι» για τον Ερντογάν», Το Βήμα online, 13/11/09, ανακτήθηκε από

http://www.tovima.gr/world/article/?aid=299004&wordsinarticle=κουρδικο%3bαγκαθι

32 Verda Özer «Να πως οι Τούρκοι γλιτώνουν πάλι την κουρδική ανεξαρτησία», Hurriyet, 17/08/2014, ανακτήθηκε από

http://www.defence-point.gr/news/?p=109414

25

Για τους Κούρδους, αυτή την στιγμή, το ζήτημα είναι να αντιμετωπίσουν το ISIL και να

εξασφαλίσουν την παρουσία τους, αυτή καθαυτή, στην περιοχή. Έτσι το σχέδιο της

ανεξαρτησίας φαίνεται να «παγώνει» προσωρινά. Επιπλέον οι Κούρδοι χρειάζονται

σήμερα τη βοήθεια της Βαγδάτης και των άλλων δυνάμεων της περιοχής, περισσότερο από

ποτέ. Στενός συνεργάτης του Μπαρζανί δήλωσε ότι οι Κούρδοι της περιοχής χρειάζεται να

συνεργαστούν με τη Βαγδάτη, αλλά και την Άγκυρα και την Τεχεράνη, στην προσπάθεια

αντιμετώπισης του ISIL. Κατά συνέπεια δεν θα προχωρήσουν σε περαιτέρω πολιτικά

βήματα χωρίς την συγκατάθεση των δυνάμεων αυτών. Είναι δεδομένο ότι η Τουρκία και

το Ιράν δεν πρόκειται να συναινέσουν, αυτή την στιγμή, τουλάχιστον, στην κουρδική

ανεξαρτησία. Πριν κάνουν οτιδήποτε, οι Κούρδοι στο Ιράκ χρειάζονται τη διεθνή και κυρίως

την αμερικανική αναγνώριση, αν θέλουν να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία τους. Χρειάζονται

επίσης την συναίνεση της Βαγδάτης, συναίνεση που δύσκολα θα λάβουν, ενώ αν

διαταραχθούν οι σχέσεις τους με τη Βαγδάτη, οι Κούρδοι δεν θα μπορούν ούτε να πωλούν

πετρέλαιο.

Μετά, πάντως, τον σχηματισμό νέες ιρακινής κυβέρνησης και την αντιμετώπιση της απειλής

του ISIL, οι ΗΠΑ πιθανόν και να πιέσουν τους Κούρδους και τους Ιρακινούς για έναν εκ

νέου συμβιβασμό, ώστε το Ιράκ να μετατραπεί σε ομόσπονδο κράτος, αναγνωρίζοντας τα

δικαιώματα των Κούρδων, επιτρέποντάς τους να πωλούν το πετρέλαιό τους, να αγοράζουν

όπλα και να έχουν δικό τους εναέριο χώρο. Η Βαγδάτη δεν θα μπορούσε να αρνηθεί τα

αιτήματα αυτά των Κούρδων, καθώς χρειάζεται τους Κούρδους όσο και εκείνοι τη

Βαγδάτη. Αυτός είναι και ο λόγος που η Βαγδάτη δεν αντέδρασε στην απευθείας παράδοση

όπλων προς τους Κούρδους, οι οποίοι, όμως, με τον τρόπο αυτό, θα καταστούν ισχυρότεροι

της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ. Η αλληλεξάρτηση αυτή μπορεί να οδηγήσει στην

αναβολή της ανακήρυξης της κουρδικής ανεξαρτησίας, για μια ακόμα φορά.

Η σημασία των εξελίξεων στο κουρδικό ζήτημα έχει επιπλέον και άμεση επίπτωση στην

περαιτέρω εδραίωση της αμερικανικής επικυριαρχίας στο συγκεκριμένο περιφερειακό

σύστημα. Μάλιστα, αυτό καθίσταται ολοένα και πιο προφανές αν λάβει κάποιος υπόψη του

πως η ύπαρξη ενός ισχυρού αυτόνομου, οιονεί ανεξάρτητου κουρδικού κράτους εξυπηρετεί

όχι μόνο τα αμερικανικά αλλά και τα ισραηλινά συμφέροντα, καθώς μια τέτοια κρατική

οντότητα θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε ως ένας μοχλός πίεσης, είτε ως βάση

26

ενδεχόμενης επέμβασης σε γειτονικά, εχθρικά καθεστώτα όπως εκείνο του Ιράν και της

Συρίας. Ένα αυτόνομο ή ανεξάρτητο κουρδικό κράτος θα μπορούσε επίσης να υποβαθμίσει

το γεωστρατηγικό ειδικό βάρος της Τουρκίας, ενισχύοντας, παράλληλα, την αμερικανική

παρουσία στη Μέση Ανατολή, χωρίς ο αμερικανικός παράγοντας να χρειάζεται να βασιστεί

στον ολοένα αμφίσημο χαρακτήρα των διαθέσεων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής

σχετικά με τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης του Κουρδικού οφείλει να

δώσει τη δέουσα σημασία και στις «αθέατες πλευρές» του33

. Παράνομες δραστηριότητες με

ισχυρά οικονομικά οφέλη, που έχουν ανθήσει στις κουρδόφωνες περιοχές ως έμμεση

συνέπεια του Κουρδικού – όπως το εμπόριο ναρκωτικών και η λαθρομετανάστευση – αλλά

και η ιδιόρρυθμη πολιτική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί στις περιοχές αυτές,

λειτουργούν ανασταλτικά στη διευθέτηση του εν λόγω προβλήματος. Επιπρόσθετα, πρέπει να

γίνει αντιληπτό ότι η επίλυση του Κουρδικού προβλήματος προβλέπεται να είναι μία

μακροχρόνια διαδικασία, που με τη σειρά της απαιτεί επιμονή και αμοιβαίο σεβασμό από τα

εμπλεκόμενα μέρη. Το βασικό ερώτημα που ανακύπτει, είναι το εξής: μέχρι ποιου σημείου

είναι διατεθειμένη η τουρκική κυβέρνηση να προβεί σε πολιτικές και κοινωνικές

παραχωρήσεις έναντι των κουρδόφωνων πληθυσμών; Και ένα άλλο αφορά στον τρόπο με τον

οποίο προτίθεται η Άγκυρα να αντιδράσει απέναντι στην αντίσταση από τους εθνικιστικούς

κύκλους και σε ποιο βαθμό θα επηρεάσουν αυτές το τελικό αποτέλεσμα;

33 Παντελής Τουλουμάκος, «Το Κουρδικό Πρόβλημα, 1984 – 2013:Κρυφές Πτυχές και Νέες Προκλήσεις» (2013),

ΕΛΙΑΜΕΠ ανακτημένο από http://www.eliamep.gr/wp-content/uploads/2013/04/kourdiko1.pdf

27

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνόγλωσση

Κεμάλ Μπουρκάι, «Οι Κούρδοι και το Κουρδιστάν», Παπαζήσης, Αθήνα, 1999

Βασιλική Χούνου, «Οι Κούρδοι: Παρόν, παρελθόν και μέλλον», Ινστιτούτο

Αμυντικών Αναλύσεων, 2000

Σάββας Καλεντερίδης, «Παράδοση Οτσαλάν: Η ώρα της αλήθειας», Ινφογνώμων,

Αθήνα, 2007

Ιωάννης Θ. Μάζης, «Η γεωπολιτική της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και η Τουρκία»,

Λιβάνη, Αθήνα, 2008

Φ. Σαββίδης, «Κουρδικό αγκάθι για τον Ερντογάν», Το Βήμα, 2009

Σ. Λυγερός, «Τουρκία: Μάχη εξουσίας στο κουρδικό» Καθημερινή, 2009

Μουράτ Καραγιλάν, «Η ανατομία του πολέμου στο Κουρδιστάν», Ινφογνώμων,

Αθήνα, 2012

Χρήστος Μηναγιάς, «∆ηµιουργία κουρδικού κράτους: Μύθος ή Πραγµατικότητα;»,

2012

Παντελής Τουλουμάκος, «Το Κουρδικό Πρόβλημα, 1984 – 2013:Κρυφές Πτυχές και

Νέες Προκλήσεις», ΕΛΙΑΜΕΠ, 2013

Ξενόγλωσση

Besikci Ismail, «Kurtlerin mecburi iskan’ i» Komal yayin, 1977

Kerem Öktem, «Angry Nation. Turkey Since 1989», Zed Books, London–N.Y., 2011

Halil M. Karaveli, «The Challenge Ahead for Turks and Kurds: to Form a New

National Partnership”, Turkey Analyst, Vol. 6 – No. 6, 7 March 2013.

Commission of the European Communities, Regular Reports on Turkey’s Progress

Towards Accession, Brussels, 2002 – 2005 – 2006 – 2012

28

Ηλεκτρονική (Ιστοσελίδες)

http://el.wikipedia.org/wiki/

http://www.defence-point.gr/news/

http://www.hri.org/docs/sevres/

http://www.newsbomb.gr/diethnh/

http://www.monthly-review.gr/

http://www.institutkurde.org/

http://www.silkroadstudies.org/new/

http://www.kathimerini.gr/

http://www.eliamep.gr/

http://infognomonpolitics.blogspot.gr/

http://ec.europa.eu/

www.geostrategy.gr/

www.onalert.gr

http://theinsider.gr/

http://kourdistan.blogspot.gr/